24/11/08

Ανύπαρκτο κράτος Δικαίου στην Τουρκία και στροφή ΑΚΡ στον εθνικισμό

Βάσει του αναθεωρημένου άρθρου 301 αποφασίστηκε η εκδίκαση 47 υποθέσεων από τα Ποινικά Δικαστήρια

Η απομάκρυνση της Τουρκίας από τους ευρωπαϊκούς της στόχους συνεχίζεται ολοταχώς. Με απόφασή του, ο υπουργός Δικαιοσύνης Μεχμέτ Αλί Σαχίν ενέκρινε την παραπομπή προς εκδίκαση από τα Ποινικά Δικαστήρια 47 υποθέσεων βάσει του άρθρου 301 του τουρκικού ποινικού κώδικα.

Το άρθρο 301 συνιστά πραγματική τροχοπέδη στον εκδημοκρατισμό της Τουρκίας, καθώς αποτελεί πολύτιμο εργαλείο στα χέρια του καθεστώτος, που το χρησιμοποιεί για να αποστομώσει κάθε δημοκρατική φωνή. Η κατάργηση του συγκεκριμένου άρθρου αποτελεί μόνιμη απαίτηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως προκύπτει από τις ετήσιες εκθέσεις προόδου για την Τουρκία.

Η απριλιανή τροποποίηση του άρθρου 301, που καθορίζει τις περιπτώσεις εξύβρισης του «τουρκικού έθνους, της Τουρκικής Δημοκρατίας και των θεσμών και οργάνων του κράτους», προβλέπει υπουργική απόφαση για την εκδίκαση μιας υπόθεσης από τη Δικαιοσύνη.
Η «ρύθμιση» αυτή, την οποία προέκρινε η κυβέρνηση, δεν κάνει τίποτα άλλο από το να περιπλέκει έτι περισσότερο τα πράγματα, καθώς παραβιάζεται η αρχή της διάκρισης των εξουσιών. Νομιμοποιείται, δηλαδή, η παρέμβαση της εκτελεστικής εξουσίας στη δικαστική, πράγμα που αποδυναμώνει περαιτέρω την ήδη κρίσιμη κατάσταση της τουρκικής Δικαιοσύνης.

Πριν συμπληρωθεί, λοιπόν, μία εβδομάδα από τις δηλώσεις του υπουργού Β. Γκιονούλ, που προκάλεσαν αγανάκτηση ακόμη και σε μέρος της τουρκικής διανόησης, τη σκυτάλη πήρε αυτήν τη φορά ο υπουργός Μ. Α. Σαχίν, που τήρησε μια μεροληπτική στάση στην εξέταση της περίπτωσης του τούρκου συγγραφέα Γιασάρ Ντεμίρερ. Ο Ντεμίρερ κατηγορείται για τις δηλώσεις που είχε κάνει μετά τη δολοφονία του Χραντ Ντινκ και έχουν ως εξής:

«Έχει γίνει μια γενοκτονία στην ιστορία μας, η γενοκτονία των Αρμενίων. Ο Χραντ μας διηγήθηκε αυτή την αλήθεια με κόστος τη ζωή του. Παρανομώ και καλώ τους πάντες να παρανομήσουν. Εκείνοι που δεν παρανομούν έναντι του δολοφόνου κράτους είναι συνυπεύθυνοι στη δολοφονία του Χραντ. Πρέπει να παρανομήσουμε για να μην επαναληφθούν σήμερα στους κούρδους αδερφούς μας όσα συνέβησαν εχτές στους αρμένιους αδερφούς μας».(«Σαμπάχ» 17/11/2008)

Με τη δήλωση του αυτή, ο Ντεμίρερ ουσιαστικά έβαλε κατά των θεμελίων του τουρκικού εθνικισμού.

Κατόπιν εξέτασης 263 υποθέσεων (από τις 381), ο Σαχίν αποφάσισε ότι οι 47, μία εκ των οποίων ήταν αυτή του Ντεμίρερ, εμπίπτουν στην περίπτωση του άρθρου 301 και διέταξε την εκδίκασή τους από τη Δικαιοσύνη. Σχολιάζοντας δε τους επικριτές του, ο Σαχίν, δίχως καμία συστολή, υπεραμύνθηκε της απόφασής του, λέγοντας ότι «δεν θα επιτρέψω σε κανέναν να κατηγορήσει το κράτος μου ως δολοφόνο» και ότι τα όσα είπε ο Ντεμίρερ δεν εμπίπτουν στο δικαίωμα της ελευθερίας του λόγου, καθότι εξυβρίζουν το κράτος.

Πάντως οι υπέρμαχοι των δημοκρατικών θεσμών στην Τουρκία δεν έχασαν την ευκαιρία να κατηγορήσουν τον υπουργό ότι, με τις δηλώσεις του αυτές, παραβίασε κατάφωρα τα άρθρα 277 και 288 του τουρκικού ποινικού κώδικα περί της άσκησης επιρροής και παρέμβασης στο έργο της Δικαιοσύνης.

Ο Ντεμίρερ δεν είναι παρά ένας από τους χιλιάδες συγγραφείς, δημοσιογράφους, καλλιτέχνες κ.λπ. της Τουρκίας που διώκονται βάσει του άρθρου 301 με την κατηγορία της εξύβρισης του τουρκικού κράτους-έθνους. Μία από τις περιπτώσεις αυτές είναι και εκείνη του Τανέρ Ακτσάμ. Πρόκειται για την περίπτωση γνωστού τούρκου καθηγητή που καταδικάστηκε βάσει του άρθρου 301 για τις μελέτες του στο Αρμενικό. Αναγκάστηκε να προσφύγει στο ΕΔΑΔ, το οποίο προσφάτως ζήτησε από το τουρκικό κράτος διευκρινίσεις περί των εννοιών του «τουρκισμού» και του «τουρκικού έθνους».

Υπάρχουν όμως και άλλοι, όπως ο Μεχμέτ Παμάκ και ο Γιουσούφ Τανρίβερντι, συνδικαλιστές του τομέα της εκπαίδευσης, που στάθηκαν πιο τυχεροί, καθώς φαίνεται ότι οι ανακοινώσεις τους με θέμα «Επίσημη ιδεολογία, εκπαιδευτικό σύστημα και θρησκευτική εκπαίδευση» έπαψαν να θεωρούνται, χάρη στην κρίση του υπουργού, υβριστικές της Τουρκικής Δημοκρατίας.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η κυβέρνηση του ΑΚΡ έχει κάνει στροφή προς τον εθνικισμό. Η γενικότερη αλλαγή στρατηγικής των ισλαμιστών, όμως, έδωσε αφορμή σε παράλληλες τραγελαφικές καταστάσεις, καθώς ο υπερεθνικιστής Ντεβλέτ Μπαχτσελή, με τη δήλωσή του απευθυνόμενος στις μειονότητες τις κάλεσε να μείνουν στην Τουρκία «κι αν ακόμα δεν τους αρέσει», διαχωρίζοντας έτσι τη θέση του από εκείνη του πρωθυπουργού Ερντογάν, που τις είχε καλέσει να εγκαταλείψουν τη χώρα αν αυτή δεν τους αρέσει! Έτσι έχουμε το οξύμωρο σχήμα ο Μπαχτσελή να αυτοπροβάλλεται ως υπερασπιστής των μειονοτικών δικαιωμάτων και της δημοκρατίας!

Ανεξάρτητα από το αν η απομάκρυνση της Άγκυρας από την ΕΕ θεωρείται πρόσκαιρη και οφείλεται μάλλον σε πολιτικές σκοπιμότητες, όπως είναι οι δημοτικές εκλογές της προσεχούς άνοιξης (και στην Τουρκία η ψηφοθηρία γίνεται με όξυνση κατά την προεκλογική περίοδο της εθνικιστικής υστερίας), η περίπλοκη διεθνής συγκυρία επιβάλλει στους ευρωπαίους εταίρους, αλλά και στην ίδια τη Δυτική Συμμαχία περισσότερο σκεπτικισμό στην αντιμετώπιση της Τουρκίας, παραμερίζοντας τα ειδικότερα συμφέροντά τους μπροστά στην ασύστολη και προπετή καταπάτηση των ευρωπαϊκών και πανανθρώπινων αξιών.

Κ. Βοσπορίτης, ο νεώτερος

Το Παρόν της Κυριακής - 23 Νοεμβρίου 2008

Για περισσότερα...

17/11/08

Η μη ευρωπαϊκή όψη της τουρκικής πραγματικότητας

Αλεβίδες και χριστιανικές μειονότητες αντιμέτωποι με το κράτος-έθνος

Όλες οι ενδείξεις συνηγορούν στο ότι η Τουρκία αλλάζει όψη και απομακρύνεται με σταθερούς ρυθμούς από την ευρωπαϊκή της πορεία. Δύο γεγονότα που διαδραματίστηκαν την περασμένη εβδομάδα, το συλλαλητήριο των Αλεβίδων στην Άγκυρα και οι ακραίες δηλώσεις του Βετζντί Γκιονούλ, ενισχύουν αυτήν την άποψη. Η εντύπωση που αποκομίζει κανείς από τα εν λόγω συμβάντα είναι ότι το τουρκικό πολιτικό σύστημα επιστρέφει ολοταχώς στις ιδεολογικοπολιτικές του ρίζες, από τις οποίες και «αναδύθηκε». Εάν η διαπίστωση ευσταθεί, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι η ουσία της τουρκικής πολιτικής ανέκαθεν ήταν αυτή που είναι και τώρα, βάσιμες είναι τότε οι φοβίες ότι οι όψεις τις οποίες περιβάλλεται η εξουσία δεν μπορούν να είναι παρά φενάκη.

Η εβδομάδα που κύλησε ήταν μια καλή ευκαιρία για τους παρατηρητές να διαπιστώσουν την άλλη όψη της Τουρκίας. Μια όψη που απέχει κατά πολύ από την καλοστημένη βιτρίνα που μπορεί να θαυμάσει κανείς στον Βόσπορο. Το άλλο πρόσωπο της Τουρκίας, βέβαια, μας είναι καθ' όλα γνωστό. Χαράχτηκε στις μνήμες μας κυρίως κατά το σχέδιο κατασκευής του τουρκικού έθνους. Μια προσπάθεια «οικοδόμησης» του τουρκικού κράτους-έθνους σύμφωνα με την οποία η δημιουργία της ταυτότητας είχε σχεδιαστεί έναντι του γηγενούς μη-τουρκικού και μη-μουσουλμανικού «άλλου», με αποτέλεσμα την αποκλήρωση του μειονοτικού στοιχείου. Η νοοτροπία αυτή παρατηρείται όλο και πιο έντονα στις μέρες μας με την αποστροφή του κράτους προς τις εθνικές και θρησκευτικές του μειονότητες. Το σήμα το έδωσε μάλιστα ο ίδιος ο πρωθυπουργός της χώρας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν κατά την περιοδεία του στις νοτιοανατολικές περιοχές της χώρας, στις αρχές Νοεμβρίου, με αφορμή τις αναταραχές που σημειώθηκαν στις τάξεις του κουρδικού στοιχείου. Με δήλωσή του, λοιπόν, καλούσε όσους αντιτίθενται στην ιδέα «ενός έθνους, μίας σημαίας, μίας πατρίδας, μίας χώρας», να εγκαταλείψουν την Τουρκία γιατί «δεν έχουν θέση» σ' αυτήν!

Μετά τους Κούρδους, που διαμαρτυρήθηκαν έντονα για τις πιέσεις που τους ασκούνται, αυτήν τη φορά ήρθε η σειρά των Αλεβίδων. Την περασμένη Κυριακή, σε συλλαλητήριο που πραγματοποιήθηκε στην Άγκυρα, περίπου 50.000 άτομα διεκδίκησαν τα θρησκευτικά τους δικαιώματα. Στο επίκεντρο των αιτημάτων τους βρέθηκε η Προεδρία Θρησκευτικών Υποθέσεων (Ντιανέτ), που ακολουθεί μια πολιτική αφομοίωσής τους. Ως γνωστόν, οι Αλεβίδες δεν ανήκουν στο σουνιτικό Ισλάμ και στη νομική σχολή Χανεφί, στην οποία ανήκουν οι Τούρκοι, αλλά ούτε ακριβώς και στο σιιτικό Ισλάμ, με το οποίο έχουν αρκετά κοινά στοιχεία. Διεκδίκησαν λοιπόν από το κράτος να απαλλαγούν από τα δεσμά του Ντιανέτ, που αρνείται να διευθετήσει τις εκκρεμότητες των κοινοτήτων τους. Ζήτησαν συγκεκριμένα να αναγνωριστεί στα Τζεμ Εβί (χώρους λατρείας) το καθεστώς οίκου λατρείας, να καταργηθεί η υποχρεωτική διδασκαλία των Θρησκευτικών, να σταματήσουν να κτίζονται τζαμιά και να διορίζονται ιμάμηδες στα χωριά τους, να γίνει μουσείο το ξενοδοχείο Μάντιμακ όπου είχαν δολοφονηθεί Αλεβίδες διανοούμενοι το 1993 κ.λπ. Στα αιτήματα αυτά απάντησε εκ μέρους της κυβέρνησης ο Μουσταφά Γιαζιτζίογλου, υπουργός Επικρατείας, υπεύθυνος για θέματα τουρκικού κόσμου και Ντιανέτ, χαρακτηρίζοντάς τα ακραία. Ο υπουργός, που διετέλεσε και πρόεδρος του Ντιανέτ, στην επιχειρηματολογία του πήγε ακόμη παραπέρα, σημειώνοντας -ουσιαστικά ομολόγησε- ότι το Ντιανέτ, για το οποίο τόσο γίνεται λόγος, δεν είναι παρά η συνέχεια του θεσμού του Σεϊχουλισλάμη επί οθωμανικής αυτοκρατορίας. Αποτελεί, δηλαδή, αναπόσπαστο κομμάτι των ιδεολογικών μηχανισμών του κράτους.

Στον ίδιο περίπου τόνο ήταν και οι δηλώσεις του Βετζντί Γκιονούλ, υπουργού Άμυνας, που σε εκδήλωση στην τουρκική πρεσβεία των Βρυξελλών όπου βρισκόταν, υπερθεμάτισε όσον αφορά την ανταλλαγή πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας χαρακτηρίζοντάς την κορυφαία πράξη στον δρόμο προς την ίδρυση του τουρκικού έθνους. Αναρωτήθηκε συγκεκριμένα για την τύχη των Τούρκων εάν δεν είχαν εκδιωχθεί οι Έλληνες και οι Αρμένιοι από τη Μικρά Ασία. Έφτασε δε στο σημείο να κατηγορήσει τους Αρμένιους και τους Έλληνες ότι έχουν ενεργό ανάμιξη στα γεγονότα που διαδραματίζονται στη νοτιοανατολική Τουρκία σήμερα!

Ευελπιστούμε ότι τέτοιου είδους δηλώσεις που εκφράζονται από τα πλέον επίσημα χείλη της γείτονος (ένας μάλιστα εκ των επισήμων αυτών φιλοξενήθηκε πρόσφατα στη χώρα μας) θα δώσουν μια ιδέα στους ανυποψίαστους περί την πολιτική «ισοπολιτεία» -σημαντικό κριτήριο για την ένταξη στην ΕΕ- που εφαρμόζει η Τουρκία στους πολίτες της. Ας πάρει λοιπόν θέση ο τούρκος πρωθυπουργός, που τήρησε σιγήν ιχθύος, εάν θέλει να αποδείξει το αντίθετο, και να αντικαταστήσει αμέσως τον Β. Γκιονούλ με αρμένιο ή έλληνα πολίτη της Τουρκίας, έστω και για μία μέρα, εις ένδειξη καλής πίστης.

Κ. Βοσπορίτης, ο νεώτερος
kbocporitis.jr(at)gmail.com

Το Παρόν της Κυριακής - 16 Νοεμβρίου 2008

Για περισσότερα...

10/11/08

Τουρκία και νέο φόρουμ συνεργασίας «Ένωση για τη Μεσόγειο»

Η Άγκυρα διεκδικεί θέση αναπληρωτή γενικού γραμματέα

Στην πρόσφατη Σύνοδο των υπουργών Εξωτερικών της «Διαδικασίας της Βαρκελώνης - Ένωση για τη Μεσόγειο», η Άγκυρα επιδίωξε με συνέπεια τη διαφύλαξη των εθνικών της συμφερόντων. Διατύπωσε αξιώσεις τέτοιες ώστε να στερεώσει τη θέση της στον υπό σύσταση θεσμό που θα διασφάλιζαν τα συμφέροντά της και θα προστάτευαν την πορεία της προς την ευρωπαϊκή ένταξη.

Το νέο φόρουμ «Ένωση για τη Μεσόγειο», στο οποίο θα συμμετάσχουν κράτη της Μεσογείου και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι το αποτέλεσμα μιας μακράς διαδικασίας που ξεκινά από τον γαλλογερμανικό συμβιβασμό που επιτεύχθηκε τον περασμένο Μάρτιο. Σύμφωνα με αυτόν τον συμβιβασμό, το γαλλικής εμπνεύσεως σχέδιο για τη σύσταση μιας Μεσογειακής Ένωσης εντάχθηκε στα κοινοτικά προγράμματα για να αποφευχθεί οποιαδήποτε σύγκρουση με τα υφιστάμενα πλαίσια ευρωμεσογειακής συνεργασίας (Διαδικασία της Βαρκελώνης, Ευρωπαϊκή Πολιτική Γειτονίας κ.λπ.).

Η Τουρκία τήρησε εξαρχής μια εξαιρετικά διστακτική στάση έναντι του σχεδίου της Μεσογειακής Ένωσης, η πατρότητα του οποίου ανήκει στον γάλλο Πρόεδρο Νικολά Σαρκοζί, καθώς αυτό είχε παρουσιαστεί ως εναλλακτική λύση για την ενταξιακή της πορεία στην ΕΕ. Στα μάτια της Άγκυρας η γαλλική πρόταση ισοδυναμούσε μ' ένα απαξιωτικό σχέδιο που προσέβαλε την τουρκική διπλωματία και το κυριότερο έθετε σε κίνδυνο την κεμαλική ιδεολογία, χάρη στην οποία η χώρα διεκδικεί διακαώς μια θέση στη Δύση.

Η Σύνοδος Υπουργών που συνήλθε στη Μασσαλία (3-4 Νοεμβρίου) στόχευε να σημειώσει ακόμη ένα βήμα προόδου στην ευρωμεσογειακή συνεργασία και να θέσει τις βάσεις ενός νέου Θεσμού, όπως προβλεπόταν από τη Σύνοδο Κορυφής των Αρχηγών Κρατών των Ευρωπαϊκών και Μεσογειακών Χωρών που έλαβε χώρα στο Παρίσι τον Ιούλιο του 2008. Ορισμένα από τα σημαντικά ζητήματα για τα οποία είχαν κληθεί να αποφανθούν οι υπουργοί ήταν η συμμετοχή του Αραβικού Συνδέσμου στις εργασίες ως παρατηρητή, η επιλογή της πόλης που θα φιλοξενήσει τη γραμματεία του νέου θεσμού, ο ορισμός του γενικού γραμματέα και των αναπληρωτών του, καθώς και ο καθορισμός των τομέων συνεργασίας. Από τις διαβουλεύσεις επί του θέματος του Αραβικού Συνδέσμου προέκυψαν πέντε αναπληρωτές γενικοί γραμματείς με τριετή θητεία. Για την πρώτη θητεία οι αναπληρωτές θα προέρχονται από την Ιταλία, τη Μάλτα, την Ελλάδα, την Παλαιστινιακή Αρχή και το Ισραήλ, ως αντάλλαγμα για την υποχώρησή του.

Η Τουρκία, εμφανώς επηρεασμένη από την πρόσφατη εκλογή της στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ (2009-2011), έθεσε μια σειρά από ζητήματα. Μια από τις απαιτήσεις της ήταν να αυξηθούν οι θέσεις των αναπληρωτών από πέντε σε έξι, την οποία και διεκδικεί.

Στην περίπτωση που δεν μπορεί να ικανοποιηθεί το αίτημά της, ζητά τον ορισμό ενός και μοναδικού αναπληρωτή. Ο Μπερνάρ Κουσνέρ υποσχέθηκε στην Άγκυρα ότι θα εξετάσει την πρότασή της. Το σκεπτικό που κρύβεται πίσω από την τουρκική πρόταση είναι, καθώς φαίνεται, η φοβία της Τουρκίας να μένει εκτός των πολιτικών σχημάτων στα οποία συμμετέχουν ενεργά η Ελλάδα και η Κύπρος. Έτσι, η Άγκυρα πιέζει να καταργηθούν οι επιπλέον θέσεις αναπληρωτών, εφόσον δεν θα έχει και η ίδια μία για να υπερασπίζεται τα συμφέροντά της. Αυτό το συλλογιστικό το συναντάμε και στις θέσεις που ανέπτυξε η τουρκική αντιπροσωπεία για τον χαρακτήρα των σχεδίων συνεργασίας.

Η Τουρκία, πράγματι, διεκδίκησε να έχουν τα σχέδια συνεργασίας έναν πολυμερή χαρακτήρα, καθώς και το δικαίωμα αρνησικυρίας, ούτως ώστε να μπορέσει να υπερασπιστεί τα εθνικά της συμφέροντα κυρίως σε σχέση με το Κυπριακό. Η τελευταία της διεκδίκηση, που δεν είναι διόλου άσχετη με τα παραπάνω, ήταν η συμμετοχή της Ισλαμικής Διάσκεψης (ο γενικός γραμματέας της οποίας είναι Τούρκος) στην Ένωση ως παρατηρητή.

Από τα παραπάνω προκύπτει ότι η ελληνική παρουσία στην ευρωμεσογειακή συνεργασία αποτελεί ερέθισμα για την υπεράσπιση των συμφερόντων της Τουρκίας στη διεθνή σκηνή αλλά και έναυσμα για την προώθηση των θέσεών της αναφορικά με το Κυπριακό. Επιδεικνύοντας, λοιπόν, συνέπεια στην επίτευξη των εθνικών της στόχων, η τουρκική διπλωματία εκμεταλλεύτηκε καταλλήλως τις συγκυρίες για να απαλλαγεί οριστικά από τη μειονεκτική θέση που διέβλεπε γι' αυτήν το σχέδιο Σαρκοζί, εμπόδιο για την ένταξή της στην ΕΕ.

Κ. Βοσπορίτης, ο νεώτερος
kbocporitis.jr(at)gmail.com

Το Παρόν της Κυριακής - 09/11/2008

Για περισσότερα...

2/11/08

Το ντοκιμαντέρ «Μουσταφά» προκαλεί πολιτικές αντιδράσεις στην Τουρκία

Αποκαλύψεις και για τα θετά παιδιά του Κεμάλ

Το τουρκικής παραγωγής ντοκιμαντέρ «Μουσταφά», που έχει θέμα τον βίο του Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ, ιδρυτή της σύγχρονης Τουρκίας, προκάλεσε ποικίλες αντιδράσεις στις τάξεις του πολιτικού κόσμου στη γείτονα.


Η πρώτη προβολή του ντοκιμαντέρ, που ξεκίνησε την 85η επέτειο της ίδρυσης της Τουρκικής Δημοκρατίας (29 Οκτωβρίου), συμπίπτει με μια περίοδο κατά την οποία η ευρύτερη κεμαλική παράταξη, με αποκορύφωμα την υπόθεση Εργκενεκόν, δέχεται αφόρητες πιέσεις. Θα περίμενε λοιπόν κανείς, υπό τέτοιες περιστάσεις, ένα ντοκιμαντέρ με θέμα τον βίο του ιδρυτή του κοσμικού κράτους της Τουρκίας να τονίζει τα κεμαλικά σύμβολα και να τονώνει γενικότερα τις θέσεις της κεμαλικής παράταξης εναντίον των ισλαμιστών. Αντ' αυτού, ο παραγωγός Τζεμ Ντουντάρ, γνωστός δημοσιογράφος -αρθρογραφεί στη «Μιλιέτ» του συγκροτήματος Ντογάν- και παραγωγός με στενές διασυνδέσεις με το καθεστώς, επέλεξε μια διαφορετική προσέγγιση του ηγέτη-συμβόλου. Σε αντίθεση με τις προηγούμενες επιτυχίες του που είχαν επίκεντρο τον ηγέτη, όπως το ντοκιμαντέρ «Σαρί Ζεΐμπέκ» (1993) με θέμα τις τελευταίες 300 ημέρες του Κεμάλ, ο Ντουντάρ επέλεξε τούτη τη φορά να ερευνήσει τον ιδιωτικό του βίο.

Σε μια ταινία διάρκειας 110 λεπτών, ο παραγωγός, μετά από μακρόχρονη έρευνα στα κρατικά αρχεία του εσωτερικού και του εξωτερικού, φέρνει στο φως της δημοσιότητας πληροφορίες που έως τώρα παρέμεναν άγνωστες στο ευρύ κοινό. Ο Ντουντάρ, με αφετηρία τις πληροφορίες που συνέλεξε από τα προσωπικά ημερολόγια και την αλληλογραφία του Κεμάλ, που αποτελούν την πρωτογενή πηγή της έρευνάς του, πλάθει ένα διαφορετικό πορτρέτο πολιτικού ανδρός από εκείνο που μας είχε μάθει η επίσημη ιδεολογία.

Το ντοκιμαντέρ αυτό δεν θα μπορούσε να μη βρεθεί στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος του πολιτικού κόσμου στη γείτονα, μια και, πέραν από ιδεολογικά και πολιτικά θέματα, αγγίζει και ζητήματα «ταμπού». Η αντίδραση του Ντενίζ Μπαϊκάλ, προέδρου του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP), ήταν πράγματι άμεση. Ενοχλημένος από την προσέγγιση που επιφύλαξε ο Ντουντάρ στον ηγέτη-σύμβολο της κεμαλικής Τουρκίας, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης εξέφρασε τη δυσαρέσκειά του κυρίως για τη σημειολογία του τηλεοπτικού υλικού που χρησιμοποιήθηκε. Ο Μπαϊκάλ θεώρησε προσβλητικές τις σκηνές εκείνες που προβάλλουν τις αδυναμίες του Κεμάλ, όπως την τάση του για την καλή ζωή, καθώς και εκείνες που αναφέρονται στην απομάκρυνση των άλλοτε στενών συνεργατών του από την εξουσία. Η αντίδρασή του δεν αποτελεί έκπληξη, καθώς μια «απομυθοποίηση» του ηγέτη Κεμάλ θα έχει, αναμφίβολα, σοβαρές συνέπειες και σε πολιτικό επίπεδο. Η προβολή του ντοκιμαντέρ ουσιαστικά ισοδυναμεί, αφενός, με την υπονόμευση της ιδεολογίας που ενσαρκώνει το ίδιο του το κόμμα, και, αφετέρου, με την ενίσχυση των αντι-κεμαλικών και φυγόκεντρων δυνάμεων που επιθυμούν να σταθεροποιήσουν τη θέση τους στην πολιτική σκηνή της γείτονας.

Ωστόσο, το ντοκιμαντέρ θίγει και θέματα πολύ πιο ενοχλητικά για το καθεστώς, αλλά και για την ίδια την Τουρκία. Ο Ντουντάρ αφιερώνει περίπου 10 δευτερόλεπτα σε μια σχεδόν άγνωστη πτυχή της ζωής του Κεμάλ: στον Αμπντουραχίμ Τουντζάκ, το ψυχοπαίδι του Κεμάλ που το είχε υιοθετήσει το 1916, όταν υπηρετούσε στις ανατολικές επαρχίες τις Αυτοκρατορίας. Ο Ντουντάρ φέρνει στο φως της δημοσιότητας εικόνες του Κεμάλ με το οχτάχρονο παιδί να φορά τις τοπικές ενδυμασίες του Βαν. Ο δημοσιογράφος είχε προλάβει να πάρει συνέντευξη από τον Τουντζάκ λίγο πριν αποβιώσει το 1999. Τότε, σε ερώτησή του για το εάν είναι γόνος του Κεμάλ, ο Τουντζάκ απήντησε ζητώντας το δικαίωμα να πάρει μαζί του στον τάφο τα μυστικά που είχε. Ας υπενθυμίσουμε πως ο Κεμάλ είχε αρκετά θετά παιδιά. Τα περισσότερα είχαν ορφανέψει στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και ίσως να μην είχαν τουρκικές ρίζες, όπως φημολογείται για τη Σαμπιχά Γκιοκτσέν, πρώτη γυναίκα αεροπόρο στην Τουρκία, ότι ήταν αρμενικής καταγωγής. Να ήταν άραγε θύμα της γενοκτόνου πράξης των Νεοτούρκων (1915) και ο Αμπντουραχίμ; Εάν θα μπορούσε να αποδειχτεί αυτή η υπόθεση, το τουρκικό κράτος θα είχε δεχτεί ακόμα ένα πλήγμα, καθώς η πράξη της υιοθεσίας στην προκειμένη περίπτωση εμπίπτει, πέρα από κάθε αγαθό σκοπό, στον ορισμό της γενοκτονίας.

Κ. Βοσπορίτης, ο νεώτερος
kbocporitis.jr(at)gmail.com

Το Παρόν της Κυριακής - 02/11/2008

Για περισσότερα...