26/1/09

Η υπόθεση «Εργκένεκον» μικρό κεφάλαιο μόνο του δαιδαλώδους τουρκικού παρακράτους

Πυκνό πέπλο μυστηρίου συνεχίζει να καλύπτει την υπόθεση «Εργκένεκον», παρά τις πρόσφατες αποκαλύψεις στη γείτονα. Η έκταση που έχει πάρει η υπόθεση και η στάση που τηρούν οι κυριότεροι θεσμοί της χώρας, όμως, δημιουργεί στους παρατηρητές εύλογα ερωτήματα για τις πραγματικές προθέσεις εκείνων που παρουσιάζονται ως υπερασπιστές της Δημοκρατίας και ζητούν εξιχνίαση των εγκλημάτων.

Τα στοιχεία, που ήρθαν στο φως της δημοσιότητας έως αυτήν τη στιγμή, συνηγορούν στο ότι ένας περίπλοκος παρακρατικός μηχανισμός, που δρούσε υπογείως, είχε καθοριστικό ρόλο στην πολιτική ζωή της γείτονος εδώ και πολλές δεκαετίες. Η, ήδη, θολή εικόνα περιπλέκεται ακόμη περισσότερο, όταν διαπιστώνει ο αναγνώστης ότι τα μέλη της οργάνωσης έχουν συχνά ασύμβατες και συγκρουόμενες επαγγελματικές και ιδεολογικές καταβολές. Σε αυτό το δαιδαλώδες παρακρατικό σχήμα συναντά κανείς άτομα απ' όλο το φάσμα της τουρκικής κοινωνίας: α) Τις δυνάμεις ασφαλείας και τις μυστικές υπηρεσίες, β) Τη γραφειοκρατία και τον πολιτικό κόσμο ανεξαρτήτως ιδεολογικής ή κομματικής απόχρωσης, γ) Τους ανθρώπους του υποκόσμου, δ) Τους θρησκευτικούς θεσμούς και οργανώσεις, ε) Τη διανόηση, και στ) Τον Τύπο. Διαπιστώθηκαν, λοιπόν, πολλά ευτράπελα, κατά τα οποία χωροφύλακες συνεργάζονταν με αντάρτες του ΡΚΚ, οι μυστικές υπηρεσίες προσέφευγαν στη χρησιμοποίηση των ακροδεξιών σε επικίνδυνες αποστολές, θρησκευτικές οργανώσεις παρείχαν χώρους για τις συναντήσεις της οργάνωσης, πανεπιστημιακοί και όργανα του Τύπου με κατάλληλες παρεμβάσεις καθοδηγούσαν την κοινή γνώμη κ.λπ. Για ποιο λόγο, όμως, η «Εργκένεκον», που την αποτελούν κυρίως επιφανείς Κεμαλιστές, στελέχη της κρατικής μηχανής και του Στρατού, παραβίασε την υπάρχουσα νομοθεσία και έδρασε στο περιθώριο;

Η ρίζα του κακού ανάγεται χρονικά στον «ψυχρό πόλεμο», όταν με την εισδοχή της Τουρκίας στην Ατλαντική Συμμαχία, οι ΗΠΑ δρομολόγησαν, όπως είχαν κάνει και με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες που συνόρευαν με το «Σιδηρούν Παραπέτασμα», τη σύσταση της Διερευνητικής Επιτροπής Επιστράτευσης με αποστολή την οργάνωση ένοπλης αντίστασης σε περίπτωση σοβιετικής κατοχής. Η οργάνωση αυτή, που μετονομάστηκε αργότερα σε Διεύθυνση Ειδικού Πολέμου, ανδρώθηκε και αναπτύχθηκε υπό την εποπτεία των Ενόπλων Δυνάμεων και των μυστικών υπηρεσιών, αποτελώντας τον ακρογωνιαίο λίθο του σύγχρονου τουρκικού παρακράτους. Ο διφυής ρόλος των τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων, που φιλοξενούσε στους κόλπους του την οργάνωση, ως παράγοντας με λόγο όχι μόνο στην ασφάλεια της χώρας, αλλά και στα πολιτικά πράγματα, ίσως να απαντάται στα ερωτήματα περί της ενδυνάμωσης και διόγκωσης της ισχύος της. Δίνοντας τη δική του εκδοχή, ο δημοσιογράφος της «Μιλιέτ», Χασάν Τζεμάλ, θεωρεί την οργάνωση υπαίτια για τη δημιουργία του κατάλληλου πολιτικό κοινωνικού κλίματος που οδήγησε στις διαδοχικές στρατιωτικές επεμβάσεις και την εδραίωση της θέσης του Στρατού στο πολιτικό σύστημα ως το 1980. («Μιλιέτ» 14.1.2009) Η κατάσταση επιδεινώθηκε στις αρχές της δεκαετίας 1990, όταν τον πρωθυπουργικό θώκο κατέλαβε η νεοεμφανιζόμενη, τότε, στον πολιτικό στίβο Τανσού Τσιλέρ. Άπειρη καθώς ήταν στη διεύθυνση των θεμάτων του κράτους, σε σύγκριση με τον προκάτοχό της Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ, δεν διείδε έγκαιρα τους κινδύνους που ελλόχευαν, επιτρέποντας την εξάπλωση και ενδυνάμωση των παρακρατικών κύκλων. Η οργάνωση, μεταλλασσόμενη, βρήκε ερείσματα στον αγώνα κατά του ΡΚΚ στη Νοτιοανατολική Τουρκία, όπου επιδόθηκε σε παρανομίες. Τα αποτελέσματα πρωτοήρθαν στην επιφάνεια, λίγο αργότερα, με το σκάνδαλο «Σούσουρλουκ», τον προάγγελο του «Εργκένεκον». Η κυβέρνηση Γιλμάζ, που αντικατέστησε την κυβέρνηση συνασπισμού του Ερμπακάν το 1997, κλήθηκε να διαλευκάνει τη διαπλοκή πολιτικού κόσμου και παρακράτους υπό «αντίξοες» συνθήκες. Το αποτέλεσμα ήταν προδιαγεγραμμένο. Όπως ομολόγησε προσφάτως ο Γιλμάζ, οι στρατιωτικοί και ο κρατικός μηχανισμός δεν τον «στήριξαν» στην προσπάθειά του!

Φτάνοντας στο 2002, το πολιτικό σκηνικό είχε αλλάξει άρδην. Στην εξουσία είχαν έρθει οι Ισλαμιστές με ισχυρή πλειοψηφία. Το στράτευμα έγινε δέκτης νέων εκκλήσεων για πραξικόπημα. Θαρρεί κανείς ότι διαμορφώνονταν οι απαιτούμενες συνθήκες. Ο Στρατός περιορίστηκε όμως σε «προσεκτικές» παρεμβάσεις. Τι είχε αλλάξει; Διαγράφοντας μια αισιόδοξη εκδοχή των πραγμάτων, που παραβλέπει σχεδόν τον ρόλο των Ισλαμιστών στη σύνταξη του κατηγορητηρίου, στη συνέντευξη που παραχώρησε στην ισλαμική «Γιενί Σαφάκ», ο δημοσιογράφος, Αβνί Οζγκούρελ, διακρίνει αλλαγή στη στάση των Ενόπλων Δυνάμεων και τοποθετεί την έναρξή της χρονικά στα 1999, έτος που συμπίπτει με τη διακυβέρνηση του συνασπισμού Ετσεβίτ-Γιλμάζ-Μπαχτσελί και τα εγκαίνια της ενταξιακής πορείας της χώρας στην ΕΕ. («Γιενί Σαφάκ» 19.1.2009). Ο Οζγκούρελ πιστεύει ότι τότε οι στρατηγοί είχαν πάρει μια απόφαση για το κράτος και ότι αυτή προέβλεπε ελεγχόμενη εξυγίανση και του ίδιου του στρατεύματος από τα κακοποιά στοιχεία που δρούσαν στις τάξεις του παρακράτους. Αυτήν την εξυγίανση δεν θα μπορούσε να την αναλάβει άλλος, βέβαια, από τη Δικαιοσύνη που ελέγχεται ακόμη από τους Κεμαλικούς κύκλους. Το ενδεχόμενο μιας συνεννόησης με τον Στρατό -με τους όρους που αυτός έθεσε- ενισχύεται πάντως από τη στάση που τήρησαν οι Ένοπλες Δυνάμεις μετά τη συνάντηση Ερντογάν-Μπουγιούκανιτ στο παλάτι Ντολμάμπαχτσε τον Μάιο του 2007. Μετά την εν λόγω συνάντηση, οι παρεμβάσεις του Στρατού στα πολιτικά πράγματα, που ήταν έντονες έως την παραμονή (27 Απριλίου), πράγματι μετριάστηκαν.

Παρά τα πολλαπλά κύματα συλλήψεων, όλα δείχνουν ότι το κουβάρι της διαπλοκής, που βαραίνει τις πλάτες κυρίως της Κεμαλικής παράταξης, θέλει αρκετό χρόνο και αποφασιστικότητα για να ξεδιαλυθεί. Ποιος μπορεί όμως να μας εγγυηθεί ότι η οργάνωση θα εξαρθρωθεί τελείως και δεν θα προκύψουν παραπλήσιοι μηχανισμοί; Ή ότι η ισλαμική κυβέρνηση ΑΚΡ επιθυμεί απλώς να μειώσει την ισχύ των Κεμαλιστών στην οργάνωση, ώστε να αποκτήσει δικαίωμα λόγου σε αυτήν; Γιατί, όπως πολύ ορθά μας υπενθυμίζει ο Οζγκούρελ, το τουρκικό πολιτικό σύστημα δεν μπορεί να απαλλαχθεί εύκολα από τέτοιες οργανώσεις. Κι' αν ακόμη πραγματοποιηθεί, αυτό θα είναι πρόσκαιρο και θα προκύψουν σύντομα νέα σχήματα. («Γιενί Σαφάκ» 20.1.2009). Πρόκειται περί μιας έμφυτης ροπής του συστήματος προς την παράνομη οργάνωση και την αυθαίρετη εκτέλεση σχεδίων. Άλλωστε, κράτος και παρακράτος φαίνεται να αποτελούν τις δύο όψεις του Ιανού στην Τουρκία, καθώς διέπονται από μια αμφίδρομη σχέση, όπου οι απειλές κατά της ασφάλειας και της ακεραιότητας της χώρας που θέτει το ένα, αποτελούν τον λόγο ύπαρξης του άλλου. Ενώ αυτό που χρειάζεται η Τουρκία είναι να δημιουργηθούν οι κατάλληλες εκείνες συνθήκες για δημοκρατικό διάλογο, όπου όλες οι πολιτικές δυνάμεις και θεσμοί θα συμμετάσχουν επί ίσοις όροις.

Κ. Βοσπορίτης, ο νεώτερος

Το Παρόν της Κυριακής - 25.01.2009

Για περισσότερα...

19/1/09

Η Άγκυρα διεισδύει στη νέα βαλκανική δορυφόρο Πρίστινα

Την εβδομάδα που πέρασε, ενώ το βλέμμα όλων ήταν στραμμένο στις τουρκικές προκλήσεις στο Αιγαίο, που στοχεύουν στη συνιδιοκτησία του ελληνικού αρχιπελάγους, η Άγκυρα δεν σταμάτησε ούτε στιγμή να υφαίνει λεπτό πλέγμα πολιτικών και διπλωματικών σχέσεων με το νεώτερο «κράτος» της Βαλκανικής: το προσφάτως αποσχισθέν από τη σερβική κυριαρχία Κόσοβο.

Λίγες μόνο εβδομάδες μετά τη βαλκανική περιοδεία του προέδρου της τουρκικής Εθνοσυνέλευσης, Τοπτάν Κιοκσάλ, στα Σκόπια και τα Τίρανα, ήταν η σειρά του τούρκου υπουργού Εξωτερικών, Αλί Μπαμπατζάν, να επισκεφτεί την περιοχή με πολυπληθή συνοδεία. Στην Πρίστινα ο τούρκος υπουργός είχε συναντήσεις με τον πρωθυπουργό του Κοσόβου Χασίμ Θάτσι, τον πρόεδρο Φάτμιρ Σεϊντίου, τον ομόλογό του Σκεντέρ Χουσεΐνι και τον πρόεδρο της Εθνοσυνέλευσης Ιακούπ Κρασνίκι. Κατά τις συναντήσεις που είχε, υπέγραψε έγγραφο στρατηγικής (συνεργασίας), που στοχεύει, όπως και με την πΓΔΜ, στην αναβάθμιση των διμερών σχέσεων, καθώς και συμφωνία αμοιβαίας κατάργησης της θεώρησης για την ευκολότερη διακίνηση των πολιτών ανάμεσα στις δύο χώρες! Ο Μπαμπατζάν έτυχε εξαιρετικής υποδοχής απ' όλους τους κοσοβάρους αξιωματούχους, οι οποίοι, παραβαίνοντας μάλιστα το πρωτόκολλο, τον παρότρυναν να δοθεί κοινή συνέντευξη Τύπου και να απευθύνει ακόμη και χαιρετισμό στην Εθνοσυνέλευσή τους (στην τουρκική!), προνόμιο που προβλέπεται μόνο για τους αρχηγούς κρατών! Ο τούρκος υπουργός εξέφρασε την ικανοποίησή του για το καλό επίπεδο των σχέσεων ανάμεσα στις δύο χώρες και υποσχέθηκε περαιτέρω ενίσχυση της Πρίστινας.

Στον τομέα των διεθνών σχέσεων, η Άγκυρα δεσμεύτηκε να απευθύνει «έκκληση» στις χώρες της Ισλαμικής Διάσκεψης να αναγνωρίσουν την αποσχισθείσα σερβική επαρχία, πράγμα που οι αραβικές τουλάχιστον χώρες απέφυγαν να πράξουν, φοβούμενες πως κάτι τέτοιο θα εξασθενούσε τη θέση τους στο Παλαιστινιακό. Η Άγκυρα φαίνεται διατεθειμένη να συνδράμει τη «χώρα των ευκαιριών», όπως την αποκάλεσε ο Θάτσι, και στα οικονομικά ζητήματα, εάν κρίνει κανείς από τον μεγάλο αριθμό των επιχειρηματιών που ακολουθούσαν τον υπουργό στην επίσκεψή του. Καρπός αυτής της οικονομικού χαρακτήρα «απόβασης» ήταν, άλλωστε, και το πρωτόκολλο συνεργασίας που υπεγράφη ανάμεσα στο Εμπορικό Επιμελητήριο Κοσόβου-Τουρκίας και τη Συνομοσπονδία Επιχειρηματιών και Βιομηχάνων Τουρκίας.

Προς επιτάχυνση της ανάπτυξης πολιτικών και οικονομικών σχέσεων της Πρίστινας με τη διεθνή κοινότητα, η Τουρκία υποσχέθηκε να προσφέρει επίσης την τεχνογνωσία και την εμπειρία της για τη σύσταση ενός κοσοβάρικου εθνικού αερομεταφορέα. Πράγματι, ιθύνων στέλεχος των Τουρκικών Αερογραμμών, που συνόδευε τον υπουργό, ανέλαβε να πληροφορήσει σχετικά τους αρμόδιους. Όσον αφορά την εκπαίδευση, ο Μπαμπατζάν ανακοίνωσε ότι η Άγκυρα προσφέρεται να ανοίξει παράρτημα της Πολυτεχνικής Σχολής Μέσης Ανατολής στο Κόσοβο!

Ζωηρό ενδιαφέρον έδειξε ο τούρκος υπουργός κυρίως για την τύχη του τουρκικού στοιχείου στο Κόσοβο, τονίζοντας πόσο σημαντική θεωρεί η Άγκυρα τη διασφάλιση των ελευθεριών της μειονότητάς της, καθώς και τη συμμετοχή της στο πολιτικό σύστημα. Το ενδιαφέρον του αποδεικνύεται και από την επίσκεψή του στην έδρα του Τουρκικού Δημοκρατικού Κόμματος του Κοσόβου, ευθύς αμέσως μετά την άφιξή του στην Πρίστινα! Ας σημειωθεί ότι ο πρόεδρος του εν λόγω κόμματος, Μαχίρ Γιαγτζιλάρ, κατέχει το αξίωμα του υπουργού Περιβάλλοντος και Χωροταξίας στην κυβέρνηση Θάτσι. Ο Μπαμπατζάν επισκέφτηκε επίσης το χωριό Μαμουσά, που είναι αμιγώς τουρκικό, καθώς και τα εναπομείναντα οθωμανικά μνημεία της περιοχής, όπως παλιά οθωμανικά τεμένη, βρύσες κ.ά.. Ο σημαντικότερος όμως σταθμός της περιοδείας του στην Πρίστινα, που ανασκαλεύει ανεξίτηλες μνήμες του παρελθόντος, ήταν το μαυσωλείο του Σουλτάνου Μουράτ του Α΄, που έπεσε στη μάχη του Κοσόβου το 1389, όπου ο υπουργός απέτισε φόρο τιμής στη μνήμη του. Δεν λησμόνησε δε να επισκεφτεί το αρχηγείο του τουρκικού τάγματος που υπηρετεί στην περιοχή, στα πλαίσια της ειρηνευτικής δύναμης ΚFOR, από το 1999.

Η επίσημη επίσκεψη του τούρκου υπουργού στο Κόσοβο, που εντάσσεται στα πλαίσια προγραμματισμένης βαλκανικής περιοδείας, τον δεύτερο σταθμό της οποίας αποτελεί η Βοσνία - Ερζεγοβίνη, πραγματοποιήθηκε σε εξαιρετικά κρίσιμο χρονικό σημείο για την ασφάλεια και την πολιτική και οικονομική σταθερότητα της περιοχής. Και αυτό γιατί η επίσκεψη του Μπαμπατζάν ήρθε προτού καν ολοκληρωθεί ένας χρόνος από τη διακήρυξη της ανεξαρτησίας του Κοσόβου. Και κυρίως γιατί η Πρίστινα δεν έχει εξασφαλίσει την αναγνώρισή της από την πλειοψηφία της διεθνούς κοινότητας! Αλλά η βιασύνη της Άγκυρας να επιδείξει την υποστήριξή της στο νεοσύστατο κρατίδιο δεν μας εκπλήττει, καθώς, υπενθυμίζουμε, είχε διατελέσει σημαντικός θιασώτης της απόσχισης της σερβικής επαρχίας και από τις πρώτες που την αναγνώρισαν ως ανεξάρτητη χώρα. Ό,τι ακριβώς και με τις υπόλοιπες ανίσχυρες χώρες που προέκυψαν από τον διαμελισμό της Γιουγκοσλαβίας! Η επίσκεψη αυτή δεν είναι παρά τρανή απόδειξη του αποσταθεροποιητικού ρόλου της Άγκυρας στην περιοχή, που ελπίζει να επωφεληθεί από τη δυσχερή θέση της Πρίστινας στη διεθνή σκηνή, προωθώντας τα σχέδιά της για τη δορυφοροποίηση της Βαλκανικής. Είναι επίσης απόδειξη της ιδιοτελούς προσέγγισης και ερμηνείας του διεθνούς δικαίου που επιχειρεί, καθώς, ενώ από τη μια υποστηρίζει το δικαίωμα ανεξαρτησίας των Αλβανών του Κοσόβου με το πρόσχημα, ότι πλειοψηφούν έναντι των Σέρβων, από την άλλη, αρνείται τα κυριαρχικά δικαιώματα του 82% κυπριακού λαού, που είναι Έλληνες! Και συντηρεί το ψευδοκράτος, αισχρό αποκύημα της επεκτατικής της πολιτικής, στο όνομα μιας μειοψηφίας της τάξεως του 18%!

Κ. Βοσπορίτης, ο νεώτερος

Το Παρόν της Κυριακής - 18.01.2009

Για περισσότερα...

11/1/09

Περίοδος έντασης στις τούρκο-ισραηλινές σχέσεις μετά την Ισραηλινή επίθεση στη Γάζα

Το σχέδιο του Τελ-Αβίβ να εισβάλλει στη λωρίδα της Γάζας, την πιο πυκνοκατοικημένη περιοχή της Παλαιστίνης, με πρόφαση την εξάρθρωση της Χαμάς, και η αδιάκριτη χρήση βίας εναντίων των αμάχων, κατέλαβε εξαπίνης σχεδόν όλη τη διεθνή κοινότητα. Ιδιαίτερα ενοχλημένη όμως φάνηκε να είναι η Τουρκία, μουσουλμανική χώρα και συνάμα στρατηγικός εταίρος του Ισραήλ, καθώς είδε να σείεται συθέμελα η Μεσανατολική της πολιτική, που στοχεύει να αναβαθμίσει τον περιφερειακό της ρόλο.

Λίγες ώρες πριν να τεθεί σε εφαρμογή το σχέδιο αφανισμού των Παλαιστινίων, ο απερχόμενος Ισραηλινός πρωθυπουργός βρισκόταν στην Τουρκία για τον πέμπτο γύρο συνομιλιών ανάμεσα στην Συρία και το Ισραήλ, ο οποίος διεξήχθη υπό την αιγίδα της Άγκυρας. Αυτή η «παράληψη» των ισραηλινών αυτόχρημα δυσαρέστησε την Άγκυρα, αφού «αψήφησε» τις στενές σχέσεις των δυο χωρών σε θέματα ασφάλειας και διπλωματίας, αφήνοντας έτσι ερωτηματικά για τα όρια του περίφημου τούρκο-ισραηλινού «στρατηγικού άξονα».

Η Τουρκία επιχείρησε να απαντήσει στα τετελεσμένα μέσω μιας σειράς διπλωματικών πρωτοβουλιών, όπως: α) Η περιοδεία του τούρκου πρωθυπουργού στη Συρία, στο Λίβανο, στην Αίγυπτο και στη Σαουδική Αραβία, β) Η κινητοποίηση των μηχανισμών της Ισλαμικής Διάσκεψης, γ) Οι διαβουλεύσεις με τους υπουργούς Εξωτερικών της Αιγύπτου και της Συρίας στην Άγκυρα, και δ) Οι επαφές του συμβούλου του πρωθυπουργού, Καθ. Α. Νταβούτογλου, με τη Χαμάς και τον πρέσβη του Ισραήλ στην Άγκυρα, καθώς και η παρουσία του στη συνάντηση Σαρκοζί-Άσαντ στη Δαμασκό. Η Άγκυρα πίεσε να εξασφαλίσει την κατάπαυση του πυρός και το πράσινο φώς για την παροχή της ανθρωπιστικής βοήθειας. Προσφέρθηκε ακόμη να συμβάλλει σε μια ενδεχόμενη ειρηνευτική δύναμη. Όλες αυτές οι κινήσεις καλής θελήσεως εκ μέρους της Άγκυρας στόχευαν, αφενός, να τονώσουν την αξιοπιστία της τουρκικής διπλωματίας, και, αφετέρου, να οδηγήσουν τις συζητήσεις στο μεσανατολικό σε πιο ασφαλή ύδατα, βγάζοντας και την ίδια από το αδιέξοδο στο οποίο περιήλθε.

Η ισλαμική κυβέρνηση ΑΚΡ ένοιωσε να ασφυκτιά υπό την πίεση της ηθικής επιταγής. Άλλωστε, πως θα μπορούσε ένα κόμμα ισλαμικών προδιαγραφών, που βρίσκεται στην εξουσία, να μείνει αμέτοχο στα διεθνή δρώμενα, όταν καταπατείται κατάφωρα το διεθνές δίκαιο στη Γάζα; Δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι το «επιτίμιο» θα ήταν βαρύ για τον Έρντογαν, εάν είχε αδιαφορήσει για τους ομόθρησκούς του Παλαιστίνιους, λίγους μόνο μήνες πριν τις δημοτικές εκλογές στην Τουρκία. Ωστόσο, η κατάσταση δεν είναι και τόσο απλή. Την συγκεκριμένη στιγμή, η Άγκυρα δεν μπορεί να βαστάξει τις συνέπειες ενός πισωγυρίσματος στο Τελ-Αβίβ. Ιδίως όταν : α) Έχει το προνόμιο να προμηθεύεται στρατιωτική τεχνολογία αιχμής, β) Οι συμφωνίες στα εξοπλιστικά προγράμματα ανέρχονται τα 2,5 εκατ. δολάρια, γ) Ο αγώνας κατά του ΡΚΚ εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό από την συνδρομή των ισραηλινών μυστικών υπηρεσιών, και δ) Έχει ανάγκη του πανίσχυρου εβραϊκού λόμπι στις ΗΠΑ για να ισοσταθμίσει το αντίστοιχο αρμενικό, που πιέζει για την αναγνώριση της Γενοκτονίας.

Ο υπερβολικός ζήλος που έδειξε, όμως, η τουρκική διπλωματία για την τύχη των Παλαιστινίων ενόχλησε το Τελ-Αβίβ. Ο ισραηλινός Τύπος δεν δίστασε μάλιστα να κατηγορήσει τον Έρντογαν, ότι ως δόκιμος πολιτικός προέβη σε σοβαρό ολίσθημα, καθώς νικήθηκε από τα συναισθήματά του. Αυτό ήταν που εξόργισε τον ηγέτη του ΑΚΡ, ο οποίος δεν μπόρεσε να συγκρατήσει τον θυμό του και αποδοκίμασε τους πολιτικούς ηγέτες του Ισραήλ – κυρίως τον Μπάρακ και την Λίβνι – για την «σιγήν ιχθύος» που τηρούν, προσδοκώντας ανερυθρίαστα σε πολιτικά οφέλη στις εκλογές του προσεχούς Φλεβάρη στο Ισραήλ. «Αμαρτήματα» για τα οποία θα λογοδοτήσουν, σύμφωνα με αυτόν, στην Ιστορία. Τους υπενθύμισε ακόμη την φιλευσπλαχνία, που έδειξαν οι Οθωμανοί στους εκδιωχθέντες από την Ιβηρική χερσόνησο προγόνους τους πριν από αιώνες. Ενώ, εξέφρασε την δυσαρέσκειά του για την ταλαιπωρία μισής ώρας που υπεβλήθη στη Ραμάλα. Τέλος, υποσχέθηκε να στηρίξει τα αιτήματα της Χαμάς στα πλαίσια του ΟΗΕ, παίρνοντας θέση ανοιχτά υπέρ του Αραβικού και μουσουλμανικού κόσμου!

Όπως μας διδάσκει η ιστορία, οι λεπτές σχέσεις της Άγκυρας με το Τελ-Αβίβ αντέχουν στις εντάσεις. Άλλωστε, τον πρώτο λόγο στις σχέσεις με το Ισραήλ τον έχουν οι στρατιωτικοί. Μερίδιο στα αίτια της παραφωνίας του Έρντογαν ίσως να έχει και το γεγονός, ότι υφίσταται μεγάλη πίεση για να ξεπεραστούν τα εμπόδια, που ορθώνονται συνεχώς στον δρόμο της Άγκυρας προς την ανάρρησή της σε περιφερειακή υπερδύναμη στη Μέση Ανατολή. Ως πότε όμως το Ισραήλ θα είναι αρωγός σε αυτό το εγχείρημα της Τουρκίας;

Κ. Βοσπορίτης, ο νεώτερος
kbocporitis.jr@gmail.com

Για περισσότερα...

5/1/09

Η εκστρατεία «συγγνώμης» και τα τεχνάσματα του τουρκικού κατεστημένου

Από τις αρχές Δεκεμβρίου, η τουρκική κοινή γνώμη έχει γίνει μάρτυρας μιας αναπάντεχης συζήτησης με επίκεντρο την αρμενική Γενοκτονία. Η πρωτόφαντη αυτή κίνηση, η οποία προέρχεται από εξέχοντα μέλη της τουρκικής διανόησης, ωστόσο, προβληματίζει για τη σκοπιμότητά της.

Με αφορμή τις προσβλητικές δηλώσεις που εκστόμισε προ ενός μηνός, ο υπουργός Βετζντί Γκιονούλ εις βάρος των χριστιανικών μειονοτήτων, ομάδα καθηγητών και δημοσιογράφων, με επικεφαλής τους Μπασκίν Οράν, Αχμέτ Ινσέλ, Τζενγκίζ Ακτάρ και Αλί Μπαϊράμογλου, που παρά τις αιρετικές τους απόψεις ασφαλώς χαίρουν της αποδοχής του καθεστώτος, εγκαινίασαν εκστρατεία «συγγνώμης» προς τους Αρμένιους στο Διαδίκτυο. Η κίνηση αυτή, που διαχωρίζει επιδεικτικά τη θέση της από εκείνη του επίσημου κράτους, αποτελεί, φαινομενικά τουλάχιστον, μια ανεπανάληπτη ευκαιρία για να έλθει ο τουρκικός λαός αντιμέτωπος με το παρελθόν του και να αναλάβει τις ηθικές ευθύνες που του αναλογούν. Έως αυτήν τη στιγμή μόνον 27.000, περίπου, Τούρκοι υπέγραψαν, για λόγους ευσυνειδησίας, την επιστολή στο Διαδίκτυο που ζητάει «συγγνώμη» από τους αρμένιους συμπολίτες τους για τη «Μεγάλη Καταστροφή» που υπέστησαν το 1915 οι πρόγονοί τους.

Το εντυπωσιακό αυτό «mea culpa», που δρομολογήθηκε από τη διανόηση, προκάλεσε φυσικά σειρά αντιδράσεων τόσο στις τάξεις της αντιπολίτευσης όσο και του κατεστημένου. Πρώτοι έσπευσαν να αποδοκιμάσουν την κίνηση, όπως ήταν αναμενόμενο, οι υπερεθνικιστές. Διά στόματος του αρχηγού του, Ντεβλέτ Μπαχτσελί, σύσσωμο το Κόμμα της Εθνικιστικής Δράσης (ΜΗΡ) καταδίκασε την εκστρατεία συλλογής υπογραφών. Όχι μόνον αποδοκίμασε την πρωτοβουλία ο Μπαχτσελί, αλλά έσπευσε, ως προσφιλής του τακτική, να παρουσιάσει τους θύτες… θύματα! («Τζουμχουριέτ» 7.12.2008.) Την ίδια γραμμή ακολούθησε και το τουρκικό διπλωματικό σώμα. Μερίδα πρέσβεων ε.τ. διοργάνωσαν αντι-εκστρατεία στο Διαδίκτυο και με αντίστοιχη επιστολή που απορρίπτει κάθε σκέψη μετάνοιας, άρχισαν να συλλέγουν υπογραφές για το απρεπές και αντεθνικό του εγχειρήματος των διανοουμένων. («Μιλιέτ» 16.12.2008.)

Η θέση, όμως, της επίσημης ηγεσίας είναι αυτή που προβληματίζει και μας βάζει σε σκέψεις, καθώς όχι μόνον ήρθε καθυστερημένα, αλλά διακρίναμε και μια αμφιταλάντευση. Το υπουργείο Εξωτερικών αρχικά έδειξε να υποστηρίζει την εκστρατεία, γεγονός που μπορούμε να συμπεράνουμε από τη δήλωση του εκπρόσωπου Τύπου του, που τάχθηκε υπέρ της ελεύθερης συζήτησης κάθε ζητήματος στην Τουρκία! Εντούτοις, μια μέρα μετά, έστερξε να ταχθεί ενάντια στην κίνηση, εκφράζοντας την πεποίθηση ότι είναι επιζήμια. Από την πλευρά του, ο υπουργός, Μπαμπατζάν, έσπευσε να υπογραμμίσει ότι η Τουρκία είναι συμφιλιωμένη με το παρελθόν της και δεν έχει να φοβηθεί τίποτε από την ιστορία της («Μιλιέτ» 20.12.2008). Το τουρκικό Γενικό Επιτελείο μία μέρα νωρίτερα, διά του εκπροσώπου Τύπου του, είχε δώσει ήδη τη γραμμή. Ο ταξίαρχος Μ. Γκιουράκ είχε δηλώσει στους δημοσιογράφους ότι ο στρατός όχι μόνον αποδοκιμάζει την πρωτοβουλία, αλλά τη θεωρεί λανθασμένη και επικίνδυνη. Η συζήτηση εξελίχθηκε, απρόβλεπτα ίσως, αλλά σίγουρα μεθοδευμένα, σε άλλη διάσταση, φαινομενικά ασύνδετη, όταν η βουλευτής της αντιπολίτευσης Τζανάν Αριτμάν (CHP) υπαινίχθηκε ότι η μητέρα του Προέδρου, Αμπντουλάχ Γκιουλ, είναι αρμενικής καταγωγής. Τότε, συνέβη το εξής ευτράπελο: Ο Γκιουλ, σε χρόνο-ρεκόρ, έδωσε στη δημοσιότητα το γενεαλογικό του δέντρο, προσπαθώντας να αποδείξει ότι η μητέρα του ήταν τουρκικής και όχι αρμενικής καταγωγής. Πράξη που από μόνη της, υποσυνείδητα, ωθεί σε απόρριψη κάθε προσπάθειας συμφιλίωσης των Τούρκων με το παρελθόν τους και πολύ περισσότερο με τους Αρμένιους.

Η ισλαμική κυβέρνηση Ερντογάν, επιδιώκει να επιδιορθώσει την ήδη βεβαρημένη εικόνα της στα θέματα των ανθρωπίνων και μειονοτικών δικαιωμάτων (αρθ. 301 Π.Κ., παρωδία δίκης στην υπόθεση Χραντ Ντινκ, δηλώσεις Β. Γκιονούλ κ.λπ.), καθώς αποδεικνύουν πόσο δημοφιλείς εξακολουθούν να παραμένουν οι πρακτικές των Νεότουρκων επισκιάζοντας τις διπλωματικές προσπάθειες της Άγκυρας. Ας μη λησμονούμε ότι η Άγκυρα έχει μεγαλόπνοα σχέδια για το άμεσο μέλλον, που σχετίζονται με την προσπάθεια γεωστρατηγικής αναβάθμισής της κατά τη διάρκεια της θητείας της στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ και δεν επιθυμεί να τα διακινδυνεύσει επ' ουδενί λόγο.

Όλα συνηγορούν λοιπόν, στο γεγονός ότι το κατεστημένο ανέθεσε στους «αιρετικούς» διανοούμενους τη διεκπεραίωση -με αντάλλαγμα την ανοχή του- της «ελπιδοφόρας» αυτής κίνησης καλής θελήσεως. Με τέτοιου είδους επινοήσεις επιχειρείται, λοιπόν, όχι μόνον η βελτίωση της εικόνας της Άγκυρας στο διεθνές στερέωμα, αλλά καθίσταται απόλυτα ελεγχόμενο το επίφοβο εγχείρημα, που αντιβαίνει στο επί δεκαετίες καλλιεργηθέν φρόνημα. Η Ιστορία της Τουρκίας είναι πλούσια σε τέτοια παραδείγματα που τείνουν να πολλαπλασιαστούν στις μέρες μας, όπως, φερ' ειπείν, ο νέος κρατικός σταθμός ΤRT-6 που δημιουργήθηκε πρόσφατα για να απαντήσει στο αίτημα των Κούρδων για τηλεοπτικές εκπομπές στη μητρική τους γλώσσα. Ο καθένας μπορεί να φανταστεί τα εμπόδια που συναντά κάθε πραγματική ιδιωτική πρωτοβουλία σε τέτοια θέματα!

Κ. Βοσπορίτης, ο νεώτερος

Το Παρόν της Κυριακής - 4.01.2009

Για περισσότερα...