27/10/09

Ρήγμα στις διπλωματικές σχέσεις Τουρκίας - Αζερμπαϊτζάν


Σε φάση διάστασης έχουν εισέλθει οι διπλωματικές σχέσεις Τουρκίας - Αζερμπαϊτζάν, μετά την απόφαση της Άγκυρας να προχωρήσει στη «διευθέτηση» των διαφορών της με το Ερεβάν. Η έντονη δυσαρέσκεια του Μπακού για τη στάση της ισλαμικής κυβέρνησης ΑΚΡ αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο αναδιαμόρφωσης των στρατηγικών συσχετισμών στην περιοχή του Καυκάσου.

Οι διπλωματικές σχέσεις των δύο χωρών, όπως όλα δείχνουν, έχουν εισέλθει σε μια νέα περίοδο ύφεσης. Αφορμή αυτήν τη φορά υπήρξε η βούληση της ισλαμικής κυβέρνησης ΑΚΡ να «γεφυρώσει» τις ιστορικές διαφορές που διχάζουν την Άγκυρα και το Ερεβάν. Τα δύο πρωτόκολλα που σύναψε η Τουρκία με την Αρμενία στις αρχές του Οκτωβρίου, παρά τις αντιρρήσεις του Μπακού, είχαν ως συνέπεια η αζέρικη πρωτεύουσα να δείξει έμπρακτα τη δυσαρέσκειά της για τη στάση που τήρησε η Άγκυρα.

Το διπλωματικό επεισόδιο αφορά την απαγόρευση ανάρτησης της τουρκικής σημαίας, αρχικά στο τουρκικό στρατιωτικό κοιμητήριο στο Μπακού και, αργότερα, στο παράρτημα της Προεδρίας Θρησκευτικών Υποθέσεων της Τουρκίας στην ίδια πόλη. Σύμφωνα με την Άγκυρα, η στάση των Αζέρων μπορεί να αποδοθεί στην πικρία που προκάλεσε, εκτός των άλλων, και το ατυχές επεισόδιο της σπίλωσης της σημαίας του Αζερμπαϊτζάν/Καραμπάχ, που προκλήθηκε από την τουρκική αστυνομία στην πρόσφατη συνάντηση των εθνικών συγκροτημάτων ποδοσφαίρου της Τουρκίας και της Αρμενίας στην Προύσα.

Αναφορικά με το παράρτημα της Προεδρίας, η Άγκυρα ισχυρίζεται ότι το Μπακού παραβίασε το Σύμφωνο της Βιέννης, το οποίο ρυθμίζει τις διπλωματικές σχέσεις των χωρών. Υποστηρίζει συγκεκριμένα ότι το κτίριο ανήκει στην τουρκική πρεσβεία και συνεπώς το Μπακού δεν έχει δικαίωμα λόγου. Από τη μεριά της η αζέρικη ηγεσία προβάλλει ως αιτιολογία την πρόσφατη θέσπιση νόμου που ρυθμίζει τα της ανάρτησης ξένης σημαίας στη χώρα και δεν παραλείπει να υπογραμμίσει, επιδεικνύοντας διπλωματική ευστροφία, ότι παρά τα όσα συνέβησαν ο σεβασμός και η εκτίμηση προς το τουρκικό έθνος παραμένουν αναλλοίωτα.

Η επιλογή των σημείων όπου εφαρμόστηκε ο νέος νόμος δεν είναι καθόλου τυχαία. Το μεν κοιμητήριο παραπέμπει σε μια ιστορική στιγμή της αζέρικης πρωτεύουσας, την κατάληψή της από τα οθωμανικά στρατεύματα λίγο πριν από το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, το δε κτίριο στο οποίο στεγάζεται το παράρτημα της Προεδρίας Θρησκευτικών Υποθέσεων συμβολίζει τον θεσμό που κατʼ εξοχήν διχάζει τους δύο λαούς, καθώς συμβάλλει στη διάδοση του τουρκικού σουνιτικού Ισλάμ, σε μια χώρα που επικρατεί το σιιτικό Ισλάμ. Οι Αζέροι, με τις επιλογές αυτές, φαίνεται να θέλησαν να υπενθυμίσουν στην Άγκυρα τις ιδιαιτερότητες της εθνικής τους ταυτότητας, παρά τα κοινά γλωσσικά και πολιτισμικά στοιχεία που έχουν με τους Τούρκους. Κι αυτό γιατί, με τη συμπεριφορά της, η Άγκυρα έδειξε ότι ποσώς ενδιαφέρεται για το κατεχόμενο Καραμπάχ, αλλά νοιάζεται πρωτίστως για το πώς θα αποκτήσει μια «φιλειρηνική» εικόνα και το απαραίτητο γόητρο που θα της παράσχει διεθνή αναγνώριση ως ανερχόμενη «μεγάλη δύναμη», όπως επιθυμεί να αποκαλείται.

Κρίνοντας λοιπόν ότι οι τουρκοαζέρικες σχέσεις χρήζουν αποκατάστασης, ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών Α. Νταβούτογλου δεν δίστασε ακόμη και να επισκεφθεί το Μπακού με την ευκαιρία της πραγματοποίησης εκεί της Συνόδου υπουργών Εξωτερικών του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας των Παρευξεινίων Χωρών, παρέχοντας αυτοπροσώπως διαβεβαιώσεις για τη στήριξη της Άγκυρας στο Μπακού όσον αφορά το θέμα του Καραμπάχ.

Εντούτοις, η αζέρικη ηγεσία, που θεωρούσε τη μη σύναψη διπλωματικών σχέσεων μεταξύ Τουρκίας και Αρμενίας ως εγγύηση και ενίοτε ως μοχλό πίεσης προς το Ερεβάν, μετά από αυτήν την προσέγγιση, παρά τις μύριες όσες διαβεβαιώσεις συνεχίζει να παρέχει η Άγκυρα, θεωρεί ότι έχει υπονομευτεί ανεπανόρθωτα το εθνικό της συμφέρον. Για να τεθεί μάλιστα φραγμός στην περαιτέρω ολίσθηση δεν δίστασε να κοινοποιήσει, λίγο μετά τη σύναψη των πρωτοκόλλων, τις προθέσεις της για τη λήψη ευνοϊκότερων γι' αυτή μέτρων σε μια σειρά από θέματα, όπως η αύξηση της τιμής του φυσικού αερίου που διοχετεύεται στην τουρκική αγορά.

Η τουρκοαζέρικη διάσταση, που προκλήθηκε από την τουρκοαρμενική προσέγγιση, σηματοδοτεί μια νέα πολιτική εκ μέρους της Τουρκίας στον Καύκασο.

Η νέα εικόνα που σχηματίστηκε, με τη Συρία και την Αρμενία να γίνονται αποδέκτες, φαινομενικά τουλάχιστον, του «διπλωματικού ανοίγματος» της Άγκυρας, δίνει την εντύπωση ότι η Άγκυρα επιδιώκει να διαμορφώσει τους συσχετισμούς στην ευρύτερη περιοχή του Καυκάσου και της Μέσης Ανατολής. Η ρήξη που επήλθε στον στρατηγικό άξονα Τουρκίας-Ισραήλ, από τον οποίο η Άγκυρα ευνοήθηκε στο έπακρο όλο αυτό το διάστημα, καθώς και η ψύχρανση των σχέσεων με μια παραδοσιακή σύμμαχο, όπως το Αζερμπαϊτζάν, συνηγορούν προς αυτήν την κατεύθυνση. Εντούτοις, τα φιλόδοξα σχέδια της Άγκυρας, κι αν ακόμη έχουν εξασφαλίσει τις ευλογίες των υπερδυνάμεων, είναι αμφίβολο αν θα αφήσουν αδιάφορες τις άμεσα ενδιαφερόμενες χώρες της περιοχής.

Το διακύβευμα για την Τουρκία είναι ότι στην προσπάθειά της να ανέλθει τη διεθνή ιεραρχία, κινδυνεύει να απογυμνωθεί από τους στενούς της συμμάχους στην περιοχή. Το γεγονός αυτό θα επιβεβαιώσει την άποψη ότι ο ηγετικός ρόλος που επιδιώκει να διαδραματίσει η Άγκυρα στην περιοχή απέχει πολύ από την αναγνώρισή της εκ μέρους των γειτονικών χωρών ως απόλυτης περιφερειακής «υπερδύναμης».

Κ. Βοσπορίτης,ο νεώτερος

Το Παρόν της Κυριακής - 25/10/2009

Για περισσότερα...

20/10/09

Ο τουρκοϊσραηλινός στρατηγικός άξονας στα πρόθυρα της κατάρρευσης


(Σκίτσο του Ερτζάν Ακιόλ, Μιλιέτ - 15/02/2008)

Ραγδαία επιδείνωση στις σχέσεις Τουρκίας - Ισραήλ σημειώθηκε εξαιτίας του πρόσφατου αποκλεισμού της ισραηλινής αεροπορίας από ΝΑΤΟϊκή άσκηση που διεξήχθη στην Κεντρική Μικρά Ασία. Η εξέλιξη αυτή αναμένεται να δώσει μια δυναμική ώθηση στις σχέσεις της Τουρκίας με τα γειτονικά της κράτη ενώ δεν αποκλείεται να αλλάξει και τις εύθραυστες ισορροπίες στη Μέση Ανατολή.

Ο αποκλεισμός της ισραηλινής αεροπορίας από τη ΝΑΤΟϊκή άσκηση «Αετός της Μικράς Ασίας» εγκαινίασε μια νέα περίοδο έντασης μεταξύ της Άγκυρας και του Τελ Αβίβ. Η Άγκυρα ανακοίνωσε αιφνιδίως την απόφασή της να αναβάλει το διεθνές σκέλος της άσκησης, που διεξάγεται στο Ικόνιο από τις αρχές σχεδόν της νέας χιλιετίας και στην οποία συμμετείχαν, εκτός της Τουρκίας, οι ΗΠΑ και το Ισραήλ.

Η άσκηση θεωρείται ένα είδος κληρονομιάς της στρατιωτικής παρέμβασης της 28ης Φεβρουαρίου 1997, που οδήγησε γενικότερα την τουρκική πολιτική ηγεσία στο περιθώριο της πολιτικής σκηνής και επέτρεψε ειδικότερα στους στρατιωτικούς να χειριστούν τα θέματα της ασφάλειας της χώρας, κυρίως αυτά με το Ισραήλ, κατά το δοκούν. Στο πλαίσιο της στρατηγικής συνεργασίας που δρομολογήθηκε μεταξύ της Άγκυρας και του Τελ Αβίβ στα μέσα της δεκαετίας του 1990, η ισραηλινή πλευρά πέτυχε τη διεξαγωγή αεροπορικών ασκήσεων στον νομό Ικονίου για την εξάσκηση της ισραηλινής αεροπορίας. Ο λόγος είναι ότι η γεωγραφία της περιοχής είναι παρόμοια με εκείνη των χωρών από τις οποίες το Ισραήλ νιώθει ότι απειλείται, δηλαδή τη Συρία και κυρίως το Ιράν.

Η απόφαση της Άγκυρας να αποκλείσει το Ισραήλ από την άσκηση προκάλεσε αλυσιδωτές αντιδράσεις στην ισραηλινή πρωτεύουσα. Ο αντιπρόεδρος της ισραηλινής κυβέρνησης Σιλβάν Σαλόμ υπενθύμισε ότι η Τουρκία και το Ισραήλ διατηρούν στρατηγικές σχέσεις και κάλεσε την τουρκική πολιτική ηγεσία να συνετισθεί. Ο δε ισραηλινός Τύπος και οι διανοούμενοι προσέλαβαν την κίνηση της Άγκυρας ως «στρατηγικό πραξικόπημα» εναντίον των ισραηλινών συμφερόντων. Η ισραηλινή δυσαρέσκεια εκφράστηκε και με αφορμή τη σειρά «Ο Χωρισμός» που προβάλλεται στην τουρκική κρατική τηλεόραση. Η εικόνα των ισραηλινών στρατιωτών να διαπράττουν δολοφονίες αμάχων στην Παλαιστίνη εξόργισε τους Ισραηλινούς που διά στόματος του υπουργού Εξωτερικών Αβιγκντόρ Λίμπερμαν δήλωσαν πως η ταινία είναι προκλητική και ότι έχαιρε σαφώς της τουρκικής κρατικής υποστήριξης. Από την άλλη, η ισλαμική κυβέρνηση του ΑΚΡ δεν έδειξε ιδιαίτερα σημεία διαλλακτικότητας. Ο μεν Νταβούτογλου κάλεσε το Ισραήλ να ακολουθήσει μια πιο σώφρονα πολιτική και να αλλάξει πλεύση στο Παλαιστινιακό, ο δε Ερντογάν δήλωσε ότι η κυβέρνησή του αφουγκράστηκε τη λαϊκή κατακραυγή εναντίον του Ισραήλ και επανήλθε τονίζοντας ότι η κυβέρνηση του ΑΚΡ δεν λαμβάνει αποφάσεις υπό πίεση και δεν δέχεται εντολές από κανέναν.

Η ραγδαία επιδείνωση των τουρκοϊσραηλινών σχέσεων πάντως έχει αρκετές πτυχές που βγαίνουν στην επιφάνεια μετά τη ρήξη που επήλθε μεταξύ των ηγετών των δύο χωρών στο Νταβός. Η πιο σημαντική από αυτές αφορά τα εξοπλιστικά προγράμματα που έχει αναλάβει να διεκπεραιώσει το Ισραήλ για λογαριασμό των τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων. Η Άγκυρα φαίνεται να πιέζει το Τελ Αβίβ να παραδώσει το συντομότερο τα αναβαθμισμένα άρματα μάχης (Μ60-Α1), τα πολεμικά αεροσκάφη (F-4) και τα νέα μη επανδρωμένα κατασκοπευτικά αεροσκάφη (Heron) που επιθυμεί να αποκτήσει διακαώς. Μια άλλη πτυχή έχει να κάνει με την απροκάλυπτη πια προσέγγιση της Άγκυρας με τη Δαμασκό στον αμυντικό τομέα. Το Τελ Αβίβ φαίνεται να ανησύχησε με τις δηλώσεις του σύρου υπουργού Αμύνης ότι πριν από λίγο διάστημα διεξήχθησαν κοινές συροτουρκικές στρατιωτικές ασκήσεις και ότι σχεδιάζεται να πραγματοποιηθούν κι άλλες σημαντικότερες προσεχώς.

Έπειτα από μία και πλέον δεκαετία στενής συνεργασίας, οι πολυσυζητημένες τουρκοϊσραηλινές στρατηγικές σχέσεις φαίνεται πως έχουν εισέλθει σε μια περίοδο βαθιάς κρίσης. Η Άγκυρα φαίνεται διατεθειμένη να αναβαθμίσει τις σχέσεις της με τις γειτονικές αραβικές -και όχι μόνο- χώρες, με κόστος να θέσει στο περιθώριο τις σχέσεις της με το Τελ Αβίβ. Η υποβάθμιση, όμως, του τουρκοϊσραηλινού άξονα όχι μόνο ενέχει τον κίνδυνο της ανατροπής των υφιστάμενων ισορροπιών στη Μέση Ανατολή, αλλά δηλώνει κυρίως την επιθυμία της Άγκυρας να ηγηθεί των χωρών της περιοχής, με τις οποίες συνδέεται με θρησκευτικούς και ιστορικούς δεσμούς, εξοβελίζοντας το Ισραήλ από την πρωτοκαθεδρία του διεθνούς υποσυστήματος.

Η στάση των ΗΠΑ και ο ρόλος που θα αναλάβουν οι μικρές περιφερειακές δυνάμεις και τα άλλα πολιτικά μορφώματα, όπως η Αυτόνομη Κουρδική Περιοχή στο βόρειο Ιράκ, προβλέπεται να είναι καθοριστικής σημασίας στη διαμόρφωση του νέου σκηνικού στη Μέση Ανατολή.

Κ. Βοσπορίτης, ο νεώτερος

Το Παρόν της Κυριακής - 18/10/2009


Για περισσότερα...

13/10/09

Η Τουρκία πρωτοστατεί στη δημιουργία νέου Περιφερειακού Οργανισμού


Την ίδρυση του Συμβουλίου Συνεργασίας του Τουρκικού Κόσμου αποφάσισαν οι ηγέτες των κρατών που συμμετείχαν στη Σύνοδο Κορυφής των τουρκόφωνων χωρών. Τα αποτελέσματα της συνόδου, που διεξήχθη στο Αζερμπαϊτζάν, συνιστούν μια αναβάθμιση των σχέσεων μεταξύ των τουρκικών δημοκρατιών, που ωστόσο απέχει πολύ από τους επιθυμητούς στόχους.

Την εβδομάδα που κύλησε, έλαβε χώρα η 9η Σύνοδος Κορυφής των τουρκόφωνων χωρών στον αυτόνομο θύλακα Ναχιτσεβάν του Αζερμπαϊτζάν. Στη σύνοδο συμμετείχαν οι Πρόεδροι της Δημοκρατίας της Τουρκίας, του Καζακστάν, του Κιργιστάν και φυσικά της διοργανώτριας χώρας Αζερμπαϊτζάν, ενώ το Τουρκμενιστάν συμμετείχε σε επίπεδο αντιπροέδρου της κυβέρνησης.

Το κύριο θέμα της ημερήσιας διάταξης αφορούσε την εμβάθυνση της πολιτικής συνεργασίας των τουρκόφωνων χωρών, ζήτημα που έχει σημειώσει ελάχιστη πρόοδο από τη σύλληψη της ιδέας της διοργάνωσης Συνόδων Κορυφής επί προεδρίας Τουργκούτ Οζάλ, στις αρχές της δεκαετίας του '90.

Οι εργασίες της συνόδου κατέληξαν στη Συμφωνία του Ναχιτσεβάν, που προβλέπει τη σύσταση του Συμβουλίου Συνεργασίας του Τουρκικού Κόσμου. Ο νέος περιφερειακός οργανισμός στόχο έχει να θεσμοποιήσει τη σχεδόν άτυπη ως τώρα συνεργασία των τουρκικών δημοκρατιών, ενώ όργανά του θα είναι το Συμβούλιο Αρχηγών Κρατών των τουρκόφωνων χωρών, το Συμβούλιο Υπουργών Εξωτερικών, το Συμβούλιο των Γερόντων (Γερουσία), το Συμβούλιο των Ανωτέρων Υπαλλήλων των υπουργείων Εξωτερικών και βέβαια η μόνιμη Γραμματεία του Συμβουλίου. Αυτή η τελευταία θα έχει έδρα την Κωνσταντινούπολη, ενώ οι έδρες των υπόλοιπων οργάνων θα καθορισθούν στην πορεία.

Μολονότι απουσίαζε από τη σύνοδο μια χώρα-κλειδί της Κεντρικής Ασίας, όπως είναι το Ουζμπεκιστάν, εξαιτίας της διάστασης απόψεων με την Τουρκία και το Καζακστάν, αλλά και λόγω της ιδιόμορφης εσωτερικής πολιτικής κατάστασης που επικρατεί σ' αυτήν τη χώρα, οι υπόλοιπες χώρες, με πρώτο το Καζακστάν, φάνηκε να υποστηρίζουν το εγχείρημα της εμβάθυνσης και θεσμοποίησης της συνεργασίας. Κατά τη διάρκεια της συνόδου συμφωνήθηκε να ιδρυθεί, κατόπιν προτάσεως του Προέδρου του Καζακστάν, Νουρ Σουλτάν Ναζαρμπάιεβ, η «Ακαδημία του Τουρκικού Κόσμου», πρόταση που βρήκε απολύτως σύμφωνη την Άγκυρα.

Συζητήθηκαν ακόμη ορισμένες προτάσεις του Προέδρου του Αζερμπαϊτζάν, Ιλχάμ Αλίεβ, αναφορικά με τη λειτουργία του οργανισμού TURKSOY, ο οποίος είχε συσταθεί για να εξασφαλιστεί κάποιος βαθμός συνεργασίας, κυρίως σε θέματα πολιτισμού, μεταξύ των τουρκικών δημοκρατιών. Συμφωνήθηκε, τέλος, να δοθεί νέα ώθηση στη συνέλευση των τούρκων κοινοβουλευτικών εκπροσώπων, που είχε συσταθεί πριν από έναν περίπου χρόνο, δίχως όμως να σημειωθεί κάποια σοβαρή εξέλιξη έκτοτε.

Όσο περίεργο κι αν φαίνεται, το θέμα της συνεργασίας των τουρκικών δημοκρατιών αρχίζει να παίρνει σάρκα και οστά επί μιας κυβέρνησης στη γείτονα χώρα που ιδεολογικά δεν έχει, θεωρητικά τουλάχιστον, καμία συγγένεια με τον χώρο της Κεντρικής Ασίας. Εντούτοις, το ισλαμικό κόμμα ΑΚΡ, όπως και στην προηγούμενη Σύνοδο Κορυφής, που διοργανώθηκε πριν από τρία περίπου χρόνια στην Αττάλεια, έτσι και τώρα ηγήθηκε των πρωτοβουλιών συνεργασίας με τις τουρκικές δημοκρατίες, που είναι ένα πεδίο κατεξοχήν συνδεδεμένο με τους τούρκους υπερεθνικιστές («Γκρίζους Λύκους») του Κόμματος Εθνικιστικής Δράσης (ΜΗΡ) του Ντεβλέτ Μπαχτσελί.

Η προσέγγιση που υιοθέτησε το ΑΚΡ στο εν λόγω ζήτημα οφείλεται σε πολλούς λόγους. Πρώτον, αναφορικά με τις ισορροπίες της εσωτερικής πολιτικής σκηνής, ασκείται πίεση προς τους ακροδεξιούς, καθώς ελλοχεύει ο κίνδυνος οι ψηφοφόροι τους να ενστερνιστούν την πρόταση συνεργασίας με τον χώρο της Κεντρικής Ασίας που προσφέρουν οι ισλαμιστές. Δεύτερον, το ισλαμικό κόμμα φαίνεται να αντιλαμβάνεται τις τουρκικές δημοκρατίες ως πρόσφορο πεδίο για διείσδυση του τουρκικού Ισλάμ, με πρωτεργάτες τους συντρόφους του Φετχουλάχ Γκιουλέν, γεγονός που, εάν ισχύει, επαληθεύει την άποψη ότι η «τουρκο-ισλαμική σύνθεση» έχει επικρατήσει στην τουρκική πολιτική σκηνή.

Τρίτον, το ΑΚΡ επιδιώκει, μέσω τέτοιου είδους πρωτοβουλιών, να πετύχει το «άλμα» στις διεθνείς σχέσεις της χώρας, εξασφαλίζοντάς της γόητρο και κύρος και κυρίως την αναγνώρισή της ως μεγάλης δύναμης από τη διεθνή κοινότητα, γεγονός που θα της επέτρεπε να χειρίζεται με άλλη άνεση κρίσιμα ζητήματα γι' αυτήν, όπως το Αρμενικό ή το Κυπριακό. Στο τελευταίο αυτό θέμα δεν θα πρέπει να θεωρηθεί έκπληξη, εάν μεσοπρόθεσμα οι τουρκικές δημοκρατίες αλλάξουν στάση και αναγνωρίσουν το «ψευδοκράτος» υπό την πίεση της Άγκυρας.

Τέλος, τέτοιου είδους συνεργασίες επιφέρουν συνήθως και κάποια οικονομικά οφέλη για τη χώρα που παίζει ηγετικό ρόλο λαμβάνοντας πρωτοβουλίες. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, το γεγονός ότι οι πρόεδροι των κεντρικών τραπεζών των τουρκικών δημοκρατιών συνήλθαν στην Κωνσταντινούπολη στο περιθώριο των εργασιών του ΔΝΤ, τη στιγμή που λάμβανε χώρα η Σύνοδος Κορυφής στο Αζερμπαϊτζάν, αλλά ούτε και οι διαβεβαιώσεις του Ναζαρμπάιεβ για την παροχή των απαιτούμενων υδρογονανθράκων προς την Τουρκία στο πλαίσιο των σχεδιαζόμενων αγωγών.

Η σύσταση του Συμβουλίου Συνεργασίας του Τουρκικού Κόσμου είναι σαφώς μια επιτυχία της Άγκυρας προς την κατεύθυνση της ολοκλήρωσής της με τον χώρο της Κεντρικής Ασίας. Εντούτοις, οι διαδικασίες κυλούν με εξαιρετικά αργούς ρυθμούς και τα αποτελέσματα θα καθυστερήσουν να έρθουν, εξαιτίας και της πίεσης που ασκούν σημαίνοντα μέλη της διεθνούς κοινότητας, όπως η Ρωσία, γεγονός που επηρεάζει και την απαραίτητη πολιτική βούληση.

Κ. Βοσπορίτης, ο νεώτερος

Το Παρόν της Κυριακής - 11/10/2009

Για περισσότερα...

6/10/09

Η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και οι ελληνικές περιουσίες στην Τουρκία


Η ιστορική απόφαση του ΕΔΑΔ, που αναγνωρίζει κληρονομικά δικαιώματα σε έλληνες πολίτες που έχουν περιουσία στην Τουρκία, ανοίγει τον δρόμο για την αποκατάσταση της αδικίας που υπέστησαν μέλη της ελληνικής μειονότητας της Κωνσταντινούπολης και των κληρονόμων τους.

Την εβδομάδα που πέρασε, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, που εδρεύει στο Στρασβούργο, με απόφαση που εξέδωσε αναγνώρισε τα κληρονομικά δικαιώματα των αδελφών Φωκά αναφορικά με την περιουσία της αδελφής τους Πολυξένης Πιστικά, η οποία είχε υιοθετηθεί από το ζεύγος Αποστόλου και Ελισάβετ Πιστικά τη δεκαετία του 1950, στην Κωνσταντινούπολη. Ο Ευάγγελος και Ιωάννης Φωκάς, έλληνες πολίτες, είχαν προσφύγει στο ΕΔΑΔ στις αρχές της νέας χιλιετίας κατόπιν άρνησης της τουρκικής Δικαιοσύνης να τους αναγνωρίσει το κληρονομικό τους δικαίωμα.

Το ΕΔΑΔ καταδίκασε την Τουρκία για παράβαση του άρθρ. 1 του Πρωτοκόλλου 1 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων που αφορά την προστασία του δικαιώματος της περιουσίας. Μολονότι το δικαστήριο δεν όρισε τον τρόπο με τον οποίο η Άγκυρα θα πρέπει να επανορθώσει, κάλεσε τα δύο μέρη να βρουν μια συμβιβαστική λύση σε εύλογο χρονικό διάστημα. Το πιθανότερο είναι ότι η Άγκυρα, με την εμπειρία που έχει αποκομίσει από παρόμοιες υποθέσεις στα Κατεχόμενα, θα προσφύγει στην υπονόμευση της διαδικασίας, με αποτέλεσμα το ΕΔΑΔ, λόγω παρέλευσης χρόνου, να αποφανθεί για το ποσόν που πρέπει να καταβάλει η Τουρκία.

Η καταδικαστική για την Τουρκία απόφαση συνιστά σημαντική νομολογία, που αποτελεί και τη βάση για τη διεκδίκηση των «χαμένων» ελληνικών περιουσιών στην πάλαι ποτέ μητρόπολη του Ελληνισμού. Ωστόσο, ακόμη και υπό τις πιο αισιόδοξες προβλέψεις, η πορεία προς την κατοχύρωση των δικαιωμάτων των ελλήνων υπηκόων που έχουν (είχαν) ακίνητη περιουσία στην Κωνσταντινούπολη είναι γεμάτη με εμπόδια. Γιατί πρέπει να έχει κανείς υπόψη του το πνεύμα που διέπει την τουρκική νομοθεσία αναφορικά με τη θέση που κατέχουν οι μη μουσουλμάνοι και μη Τούρκοι στη γείτονα χώρα. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι παρόλο που το 1988 ήρθη το διάταγμα του 1964 με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, σύμφωνα με το οποίο επιβλήθηκαν περιορισμοί στους έλληνες υπηκόους όσον αφορά το δικαίωμα της ιδιοκτησίας και της μεταβίβασης ακίνητης περιουσίας, στην πράξη φαίνεται ότι εξακολουθεί να ισχύει. Και αυτό γιατί το διάταγμα του 1964 αποτέλεσε τη νομική βάση για την απόφαση της τουρκικής Δικαιοσύνης που ελήφθη το 1996 και που αναιρεί προηγούμενη απόφασή της σύμφωνα με την οποία όριζε την Πολυξένη Φωκά κληρονόμο της Ελισάβετ Πιστικά που απεβίωσε το 1987! Εξάλλου, οι μέθοδοι που ακολουθήθηκαν από τις τουρκικές αρχές στη συγκεκριμένη περίπτωση μιλάνε από μόνες τους. Όπως αναφέρει η φιλελεύθερη τουρκική εφημερίδα «Ραντικάλ» (1/10/2009), η Πολυξένη Φωκά είχε οικτρή τύχη, καθώς στις αρχές της δεκαετίας του 1990 τα όργανα της τάξεως την υπέβαλαν σε ψυχιατρικές εξετάσεις. Το αποτέλεσμα ήταν αυτή μεν να εισέλθει στο ομογενειακό θεραπευτήριο ψυχικών νοσημάτων, η δε περιουσία της να περάσει, ακολουθώντας τις «προβλεπόμενες» διαδικασίες και παρά τις προσπάθειες των αδελφών της, στο τουρκικό Δημόσιο λίγα χρόνια αργότερα!

Παρ' όλες τις προσπάθειες που καταβάλλει η ισλαμική κυβέρνηση ΑΚΡ να εξωραΐσει την εικόνα της χώρας με τα «δημοκρατικά ανοίγματα» προς τις θρησκευτικές και εθνικές μειονότητες, τα ανομήματα του παρελθόντος δεν μπορούν να εξαλειφθούν εν μία νυκτί. Η τουρκική κυβέρνηση πρέπει να επικεντρωθεί κυρίως στην ενημέρωση και επιμόρφωση της λαϊκής βάσης, που εξακολουθεί να παραμένει κατά πολύ μεγάλο ποσοστό εχθρική προς καθετί που δεν είναι ομόθρησκο και όμαιμο.

Το δικαίωμα της προσφυγής στους διεθνείς θεσμούς, όπως το ΕΔΑΔ, για την αποκατάσταση των αδικιών που υπέστησαν οι μειονότητες, αποτελεί σαφώς μια λύση, ωστόσο θα έπρεπε να αποτελεί την εξαίρεση και όχι τον κανόνα για τις διεκδικήσεις των μειονοτήτων από το τουρκικό Δημόσιο, τη στιγμή μάλιστα που η τουρκική ηγεσία φαίνεται να επιδιώκει και πάλι την ένταξη της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η στάση που τηρεί η Άγκυρα προς τις μειονότητες είναι ενδεικτική της τουρκικής προπέτειας, καθώς επιβεβαιώνει για μια ακόμη φορά ότι δεν είναι διατεθειμένη να εναρμονιστεί με τις Βρυξέλλες, αλλά να αναγκάσει την ΕΕ να κάνει παραχωρήσεις στις εκάστοτε παρατυπίες της.

Κ. Βοσπορίτης, ο νεώτερος

Το Παρόν της Κυριακής - 4/10/2009

Για περισσότερα...