28/7/09

Ο εξισλαμισμός της παιδείας όχημα για τον εξισλαμισμό του κράτους


«Σας τρώμε!» (Σκίτσο του Μουσά Κάρτ – «Τζουμχουριέτ» 6 Απριλίου 2009)

Με την κατάργηση των συντελεστών στις εισαγωγικές το ΑΚΡ εκδικείται για την επέμβαση του 1997

Οι αλλαγές που ανακοίνωσε η ανώτατη εκπαιδευτική αρχή της Τουρκίας στις εισαγωγικές εξετάσεις των πανεπιστημίων είναι ανατρεπτικές. Οι νέες ρυθμίσεις ευνοούν τους απόφοιτους των θρησκευτικών λυκείων και φέρουν έντονο πολιτικό χαρακτήρα. Την περασμένη εβδομάδα, το Συμβούλιο Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΥΟΚ) της Τουρκίας ανακοίνωσε τις νέες ρυθμίσεις για τις εισαγωγικές εξετάσεις του πανεπιστημίου, που θα ισχύσουν από το επόμενο ακαδημαϊκό έτος.

Οι νέες ρυθμίσεις προβλέπουν μια σειρά από βελτιώσεις στον υπολογισμό των μορίων στις εισαγωγικές εξετάσεις, εντούτοις η ρύθμιση που προκάλεσε συζητήσεις και έντονο προβληματισμό, κυρίως στις τάξεις των Κεμαλιστών, στη γείτονα χώρα αφορά την κατάργηση των ειδικών συντελεστών (βαρύτητας) για την εισαγωγή στις σχολές της ανώτατης εκπαίδευσης.

Η επίμαχη απόφαση του Συμβουλίου, επιτροπή του οποίου εξέταζε το θέμα από τον περασμένο Φεβρουάριο, αφορά την κατάργηση των ειδικών συντελεστών για την εισαγωγή των αποφοίτων επαγγελματικών λυκείων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Καταργούνται συγκεκριμένα οι συντελεστές που σχετίζονταν, πρώτον, με το γνωστικό πεδίο που ο υποψήφιος σπουδαστής επιθυμούσε να εισαχθεί και, δεύτερον, με την κατηγορία του λυκείου αποφοίτησης. Η σημασία της κατάργησης των συντελεστών έγκειται στο ότι σύμφωνα με την τουρκική νομοθεσία στην κατηγορία των επαγγελματικών λυκείων, εκτός των τεχνικών λυκείων που ο αριθμός τους είναι αρκετά μικρός σε σύγκριση με άλλα κράτη, εμπίπτουν και τα λύκεια ιεροκηρύκων (Ιμάμ-Χατίπ), που έχουν ως αποστολή, παραδόξως για ένα κοσμικό κράτος όπως διατείνεται ότι είναι η Τουρκία, την κατάρτιση νέων θρησκευτικών λειτουργών.

Η ρύθμιση αυτή είναι πολύ σημαντική, καθώς διακυβεύονται οι πολιτικές ισορροπίες στο τουρκικό πολιτικό σύστημα. Η κατάργηση των συντελεστών εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση ευνοεί αποκλειστικά τους αποφοίτους των θρησκευτικών σχολών, καθώς, σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει στα τεχνικά επαγγελματικά λύκεια, όπου το εκπαιδευτικό πρόγραμμα είναι προσανατολισμένο προς την πρακτική εξάσκηση και την τέχνη, οι υποψήφιοι ιεροκήρυκες ακολουθούν ένα πρόγραμμα συμβατό με εκείνο του γενικού λυκείου. Το γεγονός αυτό φέρνει τους αποφοίτους των Ιμάμ-Χατίπ, των οποίων ο αριθμός έχει εξαπλασιαστεί από τότε που ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας το ΑΚΡ, πρώτους στη σειρά των ευνοημένων της νέας ρύθμισης. Με τον τρόπο αυτόν αίρεται κάθε εμπόδιο για την εισαγωγή αποφοίτων θρησκευτικών λυκείων σε σχολές της ανώτερης εκπαίδευσης που δεν έχουν σχέση με τη Θεολογία. Διευκολύνεται, δηλαδή, η εισαγωγή των αποφοίτων θρησκευτικών λυκείων, στο εξής, σε σχολές κοινωνικών και πολιτικών επιστημών, νομικής, ιατρικής κ.ο.κ., στην ίδια βάση με τους αποφοίτους των γενικών λυκείων, όπου η εκπαίδευση που λαμβάνουν είναι Κεμαλική. Αλλά η υπόθεση δεν σταματάει εκεί. Με τη διευκόλυνση που παρέχεται στους αποφοίτους να εισαχθούν σε αυτές τις σχολές, ανοίγει ο δρόμος, εφόσον ευδοκήσουν να αποφοιτήσουν, και για τη διείσδυση των στελεχών της ισλαμικής παράταξης στην ήδη διαβρωμένη κρατική μηχανή. Άμεση συνέπεια αυτού θα είναι, προφανώς στην περίπτωση που παραμείνει το στράτευμα τελείως απαθές, η περαιτέρω συρρίκνωση της Κεμαλικής παράταξης, γεγονός που φάνταζε απίθανο ως σήμερα.

Η αύξηση που σημειώθηκε στον αριθμό σπουδαστών των θρησκευτικών λυκείων δεν είναι σημερινή υπόθεση. Είχε προκαλέσει, άλλωστε, την οργή των στρατιωτικών κατά την κυβέρνηση συνασπισμού του Ερμπακάν μία δεκαετία πριν. Να υπενθυμίσουμε ότι στο Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας της 28ης Φεβρουαρίου 1997 ένα από τα θέματα για τα οποία είχε πιεστεί να λάβει μέτρα ο πρώην ισλαμιστής ηγέτης ήταν ακριβώς ο περιορισμός των κορανικών σχολείων και των θρησκευτικών λυκείων. Οι κυβερνήσεις του Μεσούτ Γιλμάζ, που ακολούθησαν την απομάκρυνση των ισλαμιστών από την εξουσία, είχαν θεσπίσει ακριβώς, κατ' εντολή του στρατεύματος, τους περίφημους συντελεστές με προφανή σκοπό να αποτρέψουν την εισαγωγή στα πανεπιστήμια -και κυρίως στις σχολές πέραν της Θεολογίας- των σπουδαστών που προέρχονταν από τα θρησκευτικά λύκεια.

Η κυβέρνηση του ΑΚΡ, εκμεταλλευόμενη τις διώξεις που ασκούνται κατά στρατιωτικών εξαιτίας κυρίως των εγκλημάτων του παρακράτους, τα οποία αποκαλύφθηκαν με την υπόθεση Εργκενεκόν, φαίνεται να έχει διάθεση να σπρώξει την κατάσταση στο έπακρο. Η κατάργηση των συντελεστών εισαγωγής, κυρίως μετά την πρόσφατη κύρωση από τον Πρόεδρο Αμπντουλάχ Γκιουλ του νόμου περί των στρατοδικείων που επιτρέπει την παραπομπή των στρατιωτικών στη Δικαιοσύνη, είναι ακόμη μια επιτυχία στο ενεργητικό των Ισλαμιστών έναντι των Κεμαλιστών. Η στάση που θα τηρήσει το στράτευμα το προσεχές διάστημα θα είναι ενδεικτική για την πορεία των σχέσεων Ισλαμιστών-Κεμαλιστών από εδώ και στο εξής.

Κ. Βοσπορίτης, ο νεώτερος

Το Παρόν της Κυριακής, 26/7/2009

Για περισσότερα...

21/7/09

Η συμφωνία για τον αγωγό Ναμπούκο και η θέση-«κλειδί» της Άγκυρας



«Οικογενειακή φωτογραφία» μετά το πέρας της τελετής υπογραφής της διακυβερνητικής συνθήκης για το Ναμπούκο (Reuters Pictures, 13/7/2009)

Στην Άγκυρα υπεγράφη η διακυβερνητική συμφωνία για την κατασκευή του αγωγού Ναμπούκο, που θα προμηθεύει την Ευρώπη με φυσικό αέριο από την Κασπία και τη Μέση Ανατολή. Η υπογραφή της συμφωνίας, παρά την αβεβαιότητα που επικρατεί σχετικά με την προμήθεια των απαιτούμενων ποσοτήτων φυσικού αερίου από τις σημαντικότερες παραγωγές χώρες, ενισχύει τη θέση της Τουρκίας ως διαμετακομιστικής χώρας-«κλειδί» στον διεθνή ενεργειακό χάρτη.

Την εβδομάδα που κύλησε υπεγράφη στην τουρκική πρωτεύουσα διακυβερνητική συμφωνία-πλαίσιο για την κατασκευή του αγωγού φυσικού αερίου Ναμπούκο, ο οποίος, όταν ολοκληρωθεί, θα διοχετεύει περίπου 30 εκατ. κυβικών μέτρων φυσικού αερίου ετησίως από τις χώρες του Καυκάσου και της Μέσης Ανατολής προς τις χώρες της κεντρικής Ευρώπης. Η συμφωνία συγκεκριμένα ανάβει το πράσινο φως για την έναρξη των εργασιών κατασκευής αγωγού μήκους 3.300 χιλιομέτρων, το κόστος του οποίου θα φτάσει το μυθικό ποσό των 8 δισ. ευρώ. Οι εργασίες κατασκευής θα ξεκινήσουν το 2010 και θα περατωθούν σε μία τετραετία. Τον αγωγό θα κατασκευάσει πολυεθνική κοινοπραξία αποτελούμενη από τις εταιρείες ΟΜV (Αυστρίας), Bulgargaz (Βουλγαρίας), RWE (Γερμανίας), MOL (Ουγγαρίας), Transgaz (Ρουμανίας) και BOTAS (Τουρκίας), που συμμετέχουν στο έργο με ίσα μερίδια.

Τη συμφωνία υπέγραψαν οι πρωθυπουργοί της Αυστρίας, της Βουλγαρίας, της Ουγγαρίας, της Ρουμανίας, της Τουρκίας και ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Στην τελετή υπογραφής συμμετείχαν αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων άνω των 10 χωρών, ενώ απουσίασαν οι εκπρόσωποι της Ρωσίας και του Τουρκμενιστάν, γεγονός που ερμηνεύτηκε ως αποδοκιμασία του αγωγού εκ μέρους της Μόσχας. Ο τούρκος πρωθυπουργός Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν χαρακτήρισε τη συμφωνία ως ένα «ιστορικό βήμα» για την επίτευξη μιας μακροπρόθεσμης συνεργασίας ανάμεσα στην Ασία και την Ευρώπη, που θα βασιστεί στον σεβασμό των αμοιβαίων συμφερόντων και τις προοπτικές για έναν διαπολιτισμικό διάλογο. Έχοντας συνειδητοποιήσει απόλυτα τη σημασία και τα πλεονεκτήματα της συμφωνίας, δήλωσε ακόμη ότι ο αγωγός θα δώσει «νέα πνοή» στην υποψήφια για ένταξη στην Ευρώπη Τουρκία. Τέλος, στην προσπάθειά του να αποφύγει την αντιπαράθεση με τη Μόσχα, πρόσθεσε ότι η Ρωσία, το Ιράν και το Κατάρ θα μπορούσαν επίσης, εάν το επιθυμούσαν, να συμμετάσχουν στο σχέδιο αγωγού φυσικού αερίου που θα μεταφέρει αέριο από το Αζερμπαϊτζάν, το Τουρκμενιστάν, την Αίγυπτο, τη Συρία και το Ιράκ στην Ευρώπη. Από τη μεριά του ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Χοσέ Μανουέλ Μπαρόζο, γεμάτος αισιοδοξία, δήλωσε ότι το σχέδιο αποτελεί την αρχή μιας εποικοδομητικής περιόδου συνεργασίας μεταξύ ΕΕ και Τουρκίας, η οποία ενδέχεται να φέρει μαζί της άλλες, μεγαλύτερες επιτυχίες.

Η πραγματοποίηση του αγωγού, που η σύλληψή του ανάγεται στις αρχές της τρίτης χιλιετηρίας, αποτελεί σχέδιο στρατηγικής σημασίας για την ενωμένη Ευρώπη, καθώς με αυτόν τον τρόπο οι Βρυξέλλες επιδιώκουν να θέσουν φραγμό στην εξάρτησή τους σε υδρογονάνθρακες από τη Μόσχα, η οποία αποτελεί, ως αυτήν τη στιγμή, τον σημαντικότερο ενεργειακό εταίρο τους. Στην προσπάθεια των Ευρωπαίων να ανεξαρτητοποιηθούν από τη Ρωσία είναι αρωγός και η Ουάσινγκτον, η οποία παρέχει την απαραίτητη πολιτική στήριξη.

Η υπογραφή της διακρατικής συμφωνίας είναι επίσης ιδιαίτερης σημασίας για την Τουρκία, καθώς η Άγκυρα βλέπει εκ των πραγμάτων να αναβαθμίζεται η θέση της σε στρατηγικό εταίρο της ΕΕ στον κρίσιμο τομέα της ενέργειας. Η εξέλιξη αυτή, όταν ολοκληρωθεί το σχέδιο της κατασκευής του αγωγού, θα είναι περισσότερο ορατή, καθώς θα επιτρέψει στην Άγκυρα να έχει σημαντικό λόγο στις ευρωπαϊκές υποθέσεις. Ο αγωγός θα ξεκινάει από το Ερζερούμ -τη βυζαντινή Θεοδοσιούπολη- της ανατολικής Τουρκίας, όπου θα συνδέεται με τους αγωγούς φυσικού αερίου Ταμπρίζ - Άγκυρας (Ιρανοτουρκικός) και Μπακού - Τιφλίδας - Ερζερούμ και θα καταλήγει στην αυστριακή πόλη Μπάουμγκαρτεν. Τα 2.000 χιλιόμετρα του αγωγού που θα διασχίζουν τα εδάφη της Τουρκίας θα αποτελέσουν τον ιδανικότερο ίσως μοχλό πίεσης προς τα δυτικοευρωπαϊκά κέντρα εξουσίας, που διατηρούν τις επιφυλάξεις τους μπροστά στο ενδεχόμενο της τουρκικής ένταξης στην ΕΕ. Στην περίπτωση που η Άγκυρα κάνει μελλοντικά χρήση του προνομίου της να ελέγχει τη ροή του αγωγού προς την Ευρώπη κατά το δοκούν, ενδεχόμενο που δεν θα πρέπει να αποκλείεται, για την επίτευξη πολιτικών, οικονομικών κ.ά. στόχων, τότε αναρωτιέται εύλογα κανείς ποιο είναι το όφελος από αυτήν την υπόθεση; Η Γαλλία, άλλωστε, είναι η πρώτη χώρα που γεύτηκε την πικρή εμπειρία του αποκλεισμού από την κοινοπραξία μετά την πεισματική άρνηση της Άγκυρας, πιθανόν ως ένδειξη δυσαρέσκειας για την αρνητική στάση του γάλλου Προέδρου έναντι της τουρκικής υποψηφιότητας ένταξης στην Ευρώπη. Εξάλλου, κυκλοφόρησε ευρέως η φήμη, κυρίως στον ευρωπαϊκό Τύπο, ότι η Άγκυρα, παρά τις διαψεύσεις της τουρκικής πλευράς, απαίτησε να έχει το 15% του φυσικού αερίου που θα διέλθει από τον αγωγό για εγχώρια κατανάλωση και το οποίο θα υπόκειται σε ειδικές μειωμένες τιμές, απαίτηση που προφανώς δεν είδαν με καλό μάτι οι Ευρωπαίοι. Ας σημειωθεί, βέβαια, ότι, μεσούσης της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, θα επενδυθούν τουλάχιστον 5 δισ. ευρώ στην Τουρκία για την κατασκευή του τουρκικού τμήματος του αγωγού, καθώς επίσης η Άγκυρα θα έχει πρόσθετο εισόδημα από τους φόρους που θα συλλέγει από το διερχόμενο αέριο, το οποίο θα καταναλώνουν τα ευρωπαϊκά νοικοκυριά!

Η σύγχρονη πολιτική ιστορία μάς διδάσκει ότι η Άγκυρα ξέρει να εκμεταλλεύεται πάντα τη γεωγραφική της θέση -χαρακτηριστική είναι η αμφίρροπη στάση που τήρησε κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά και η άρνηση το 2003 να επιτρέψει τη διέλευση αμερικανικών στρατιωτικών δυνάμεων από τα εδάφη της κατά την επέμβαση στο Ιράκ- για να αποκομίσει πολιτικά και οικονομικά οφέλη. Με την υλοποίηση του αγωγού, ελλοχεύει ο κίνδυνος να ισχυροποιηθεί υπέρμετρα η διαπραγματευτική ικανότητα της Άγκυρας έναντι των Ευρωπαίων, γεγονός που θα έχει σοβαρότατες συνέπειες και στα εθνικά μας θέματα, αρχής γενομένης με το Κυπριακό, όπου δρομολογήθηκε ήδη ένα νέο «Σχέδιο Ανάν», τη στιγμή μάλιστα που η Λευκωσία πιέζει απεγνωσμένα για την εφαρμογή του Πρωτοκόλλου της Άγκυρας.

K. Βοσπορίτης, ο νεώτερος

Το Παρόν της Κυριακής - 19/7/2009

Για περισσότερα...

14/7/09

Η Άγκυρα στο πλευρό των Ουιγούρων


Η συμπεριφορά της Τουρκίας το τελευταίο διάστημα αποδεικνύει ότι είναι αποφασισμένη να μην αφήσει να περάσει ανεκμετάλλευτη οποιαδήποτε ευκαιρία συμμετοχής στα διεθνή δρώμενα με τη μορφή συμπαράστασης στους ομοφύλους και ομοθρήσκους της, όπου αυτοί κι αν αντιμετωπίζουν προβλήματα ή εγείρουν διεκδικήσεις. Στις ταραχές που ξέσπασαν στην επαρχία Σινγιάνγκ της Κίνας μεταξύ των Κινέζων της φυλής Χαν και των Ουιγούρων, που αποτελούν τη μειοψηφία, η Άγκυρα, έπειτα από σύντομη στάση αναμονής που διατήρησε, δεν άργησε να πάρει θέση.

Τα βίαια επεισόδια, που προκλήθηκαν την περασμένη εβδομάδα στην επαρχία Σινγιάνγκ, η οποία βρίσκεται στα βορειοδυτικά της Κίνας και καλύπτει έκταση 1,5 εκατ. τετραγωνικών μέτρων, με δεκάδες νεκρούς και εκατοντάδες τραυματίες, προκάλεσαν την έντονη αντίδραση του πολιτικού κόσμου της γείτονoς χώρας.

Η πρώτη αντίδραση ήρθε από τον πρόεδρο του ακροδεξιού κόμματος του Εθνικιστικού Κινήματος (ΜΗΡ) Ντεβλέτ Μπαχτσελί, που έσπευσε να κατακρίνει την ισλαμική κυβέρνηση για την απραξία της στο θέμα και δήλωσε ότι το ζήτημα των Ουιγούρων δεν είναι μόνο εσωτερικό θέμα της Κίνας, όπως θα ήθελε να λέει το Πεκίνο. Ο Μπαχτσελί βρήκε, έτσι, την ευκαιρία να στρέψει την προσοχή της κοινής γνώμης προς την Κεντρική Ασία, χώρο που συνδέεται αναπόσπαστα με την ιδεολογία του κόμματός του, αλλά και να πιέσει την κυβέρνηση και προσωπικά τον πρωθυπουργό να υιοθετήσει παρόμοια στάση με εκείνη που τήρησε στο Νταβός έναντι των Ισραηλινών τον περασμένο Ιανουάριο.

Υπό την πίεση των διαδηλώσεων, που οργανώθηκαν κυρίως από τους «γκρίζους λύκους», στα μεγάλα αστικά κέντρα για να «αναγκάσουν» την Άγκυρα να παρέμβει υπέρ των Ουιγούρων, το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών δεν άργησε να καλέσει τον κινέζο επιτετραμμένο για ενημέρωση. Ο ίδιος ο υπουργός Εξωτερικών, Αχμέτ Νταβούτογλου, καταδίκασε τα αιματηρά επεισόδια και ζήτησε τη λήψη κατάλληλων μέτρων από τις κινεζικές αρχές ώστε να τερματιστεί η βία. Δήλωσε ακόμη ότι το ενδιαφέρον της Άγκυρας για την τύχη των Ουιγούρων είναι πραγματικό.

Από τη μεριά του ο ισλαμιστής πρωθυπουργός Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν εξέφρασε την επιθυμία να επικρατήσει η κοινή λογική και να τιμωρηθούν οι υπαίτιοι της αιματοχυσίας. Δικαιολογώντας τις ανησυχίες των πολιτών του για τους «αδερφούς» Ουιγούρους, σε μια κίνηση μάλλον εντυπωσιασμού, αποκάλυψε ακόμη την πρόθεση της κυβέρνησής του να καταβάλει τις απαραίτητες προσπάθειες να τεθεί το θέμα προς συζήτηση στο Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, στο οποίο συμμετέχει η Τουρκία ως μη μόνιμο μέλος την περίοδο 2009-2010, αλλά και στην Ισλαμική Διάσκεψη όπου τη θέση του γενικού γραμματέα κατέχει τούρκος ακαδημαϊκός. Είναι σημαντικό, όμως, να εξετάσουμε σε τι οφείλεται το ενδιαφέρον που δείχνουν οι Τούρκοι για τα τεκταινόμενα στην κινεζική επαρχία.

Πέρα από την αυτονόητη επιθυμία της ισλαμικής κυβέρνησης να αναπτύξει εμπορικές δραστηριότητες με την περιοχή, που είναι πλούσια σε κοιτάσματα υδρογονανθράκων, η προσοχή που επιδεικνύει η Άγκυρα προς τη Σινγιάνγκ προκύπτει κατά κύριο λόγο από τους ιστορικούς δεσμούς με αυτήν την περιοχή. Ως γνωστόν, οι Τούρκοι κατάγονται από την Κεντρική Ασία. Παρατηρήθηκε, λοιπόν, το εξής παράδοξο κατά την πρόσφατη ιστορία. Το κεμαλικό καθεστώς, στην προσπάθειά του να εδραιώσει την εξουσία του, πρόβαλλε τον εθνικό μύθο με τέτοιον τρόπο ώστε να σβήσει τα ίχνη της πολυεθνικής οθωμανικής αυτοκρατορίας από τη μνήμη και τη συνείδηση του λαού. Ο «ιδρυτικός μύθος» -από τον οποίο αντλεί την ονομασία της και η παρακρατική οργάνωση Εργκένεκον- της Τουρκικής Δημοκρατίας, θέλει τους Τούρκους να αντλούν τις ρίζες τους από το Τουρκεστάν (ο χώρος όπου δεσπόζουν σήμερα οι τουρκικές Δημοκρατίες της Κεντρικής Ασίας), το οποίο εγκατέλειψαν υπό την πίεση των Κινέζων πριν από αιώνες. Περνώντας από δύσβατες οροσειρές, υπό την καθοδήγηση ενός γκρίζου λύκου, κατευθύνθηκαν δυτικά, προς την Κασπία… Τον μύθο αυτόν καλλιέργησε, από τον Mεσοπόλεμο κιόλας, η τουρκική ακροδεξιά που τελούσε άλλοτε στην παρανομία και άλλοτε στο περιθώριο της πολιτικής ζωής - σήμερα εκπροσωπείται στο Κοινοβούλιο από το ΜΗΡ.

Οι κινήσεις της ισλαμικής κυβέρνησης ΑΚΡ, όμως, έρχονται να διαταράξουν τους στενούς δεσμούς φιλίας με το κινεζικό καθεστώς, που αναπτύσσονται διακριτικά επί δεκαετίες. Να υπενθυμίσουμε ότι η κυβέρνηση συνασπισμού του Μεσούτ Γιλμάζ είχε εκδώσει μυστική πρωθυπουργική εγκύκλιο το 1998, βάσει της οποίας απαγορευόταν η δημόσια ανάρτηση της σημαίας των Ουιγούρων -πρόκειται για τους τουρκογενείς του Ανατολικού Τουρκιστάν, που περιήλθε οριστικά στην κινεζική κυριαρχία τη δεκαετία 1930- εντός της Τουρκίας, καθώς και η συμμετοχή κρατικών λειτουργών και παραγόντων σε εκδηλώσεις των εξόριστων οργανώσεων και συνδέσμων των Ουιγούρων.

Η ισλαμική κυβέρνηση ΑΚΡ ακολούθησε την πολιτική των προκατόχων της. Το 2003 είχε την ευκαιρία να τροποποιήσει την εγκύκλιο, αλλά το απέφυγε, με αποτέλεσμα η πολιτική ελίτ των Ουιγούρων να εγκατασταθεί οριστικά στις ΗΠΑ. Εξάλλου, το καλό επίπεδο των σινοτουρκικών σχέσεων επιβεβαιώθηκε και με την προ δεκαημέρου επίσημη επίσκεψη του τούρκου Προέδρου, Αμντουλάχ Γκιουλ, στην Κίνα, όπου είχε την ευκαιρία να επισκεφτεί ακόμη και την επαρχία Σινγιάνγκ. Με την ευκαιρία εκείνη ο Γκιουλ δεν είχε λησμονήσει να αναφερθεί στην ουιγουρική μειονότητα -περίπου δέκα εκατ.- της Κίνας, όπως κάνουν παραδοσιακά οι Τούρκοι για οποιαδήποτε τουρκική μειονότητα, ως μια ιδανική «γέφυρα φιλίας».

Το προσεχές διάστημα θα διαπιστώσουμε κατά πόσο η Άγκυρα, μια χώρα που βρίσκεται περίπου στην ίδια μοίρα με την Κίνα στον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και γενικότερα του Διεθνούς Δικαίου -ας μη λησμονούμε ότι έχει σημαντικό πρόβλημα με την κουρδική μειονότητά της, αλλά και με τον στρατό κατοχής που διατηρεί στην Κύπρο, τις προκλήσεις στο Αιγαίο κ.λπ.- είναι διατεθειμένη να διακινδυνεύσει το σχετικά ικανοποιητικό επίπεδο των σινοτουρκικών σχέσεων, αναλαμβάνοντας τον ρόλο του προστάτη των Ουιγούρων στα διεθνή φόρουμ. Γιατί οι συνέπειες από τη δυσαρέσκεια του Πεκίνου, αυτές τις δύσκολες στιγμές που περνάει η τουρκική οικονομία, θα είναι κατά πάσα πιθανότητα ολέθριες κυρίως σε οικονομικό -αλλά και σε πολιτικό- επίπεδο για την Άγκυρα, ειδικά τώρα που μόλις έχουν κλείσει συμφωνίες πολλών εκατ. δολαρίων (στους τομείς των μεταλλείων, των κατασκευών κ.λπ.).

Κ. Βοσπορίτης, ο νεώτερος

Το Παρόν της Κυριακής - 12/07/2009

Για περισσότερα...

7/7/09

Η αντεπίθεση του Ερντογάν: «Παραπέμπει» στη Δικαιοσύνη τους στρατηγούς


«Γενικό Επιτελείο - Δικαιοσύνη» (Σκίτσο του Ερτζάν Ακγιόλ, «Μιλιέτ» 07/07/2009)

Τον ρόλο του «μεσολαβητή» ανέλαβε ο Πρόεδρος Γκιουλ

Οι σχέσεις ισλαμιστών και στρατιωτικών στην Τουρκία σημείωσαν νέα επιδείνωση μετά την υπερψήφιση νόμου που ανοίγει τον δρόμο στην παραπομπή των στρατιωτικών στη Δικαιοσύνη για πολιτικού χαρακτήρα αδικήματα. Την εκρηκτική κατάσταση ανέλαβε να διαχειριστεί ο Πρόεδρος Αμπντουλάχ Γκιουλ.

Φωτιές άναψε η ψήφιση νόμου στην τουρκική Εθνοσυνέλευση, την εβδομάδα που πέρασε, σύμφωνα με τον οποίο επιτρέπεται στο εξής η παραπομπή των ανώτατων αξιωματικών στη Δικαιοσύνη για αδικήματα που σχετίζονται με την κρατική οργάνωση και λειτουργία, κάτι που ως αυτήν τη στιγμή ήταν αποκλειστική αρμοδιότητα των στρατοδικείων. Το νομοσχέδιο, όμως, αν και υπερψηφίστηκε, ενδέχεται να απορριφθεί από τον Πρόεδρο Αμπντουλάχ Γκιουλ, ο οποίος, σε διάστημα 15 ημερών, πρέπει να αποφασίσει αν θα ασκήσει το δικαίωμα της αρνησικυρίας που του παρέχει η τουρκική νομοθεσία. Στην περίπτωση που κάνει χρήση αυτού του δικαιώματος, το νομοσχέδιο θα επιστρέψει στην Εθνοσυνέλευση για να γίνουν οι απαραίτητες τροποποιήσεις.

Η νέα ρύθμιση που επιχείρησε να περάσει η κυβέρνηση του ΑΚΡ προκάλεσε αναστάτωση στις τάξεις του στρατεύματος, καθώς οι στρατηγοί τη θεώρησαν μέρος της σύγκρουσης μεταξύ ισλαμιστών και Κεμαλιστών που ολοένα οξύνεται το τελευταίο διάστημα. Η χρονική στιγμή που η ισλαμική κυβέρνηση επιχείρησε να περιορίσει τις αρμοδιότητες των στρατοδικείων έρχεται αμέσως μετά τη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε ο στρατηγός Ιλκέρ Μπασμπούγ πριν από λίγες ημέρες. Να υπενθυμίσουμε ότι, σύμφωνα με το έγγραφο που είχε αποκαλυφθεί από την ημερήσια εφημερίδα «Ταράφ», μέρος των τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων σχεδίαζε να αναλάβει δράση εναντίον της ισλαμικής κυβέρνησης και του κινήματος Γκιουλέν. Το γεγονός αυτό έφερε τις τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις και πάλι στο προσκήνιο, εμπλέκοντάς τες μάλιστα εκ νέου στην υπόθεση Εργκενεκόν. Ο τούρκος επιτελάρχης, λοιπόν, ανεβάζοντας τον τόνο της αντιπαράθεσης, είχε απευθύνει σκληρή προειδοποίηση σε όσους «επιβουλεύονται» τις τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις.

Η ψήφιση του νομοσχεδίου έγινε αφορμή για μια σειρά συζητήσεων μεταξύ ισλαμιστών και στρατιωτικών. Στην αρχή της εβδομάδος, ο στρατηγός Μπασμπούγ ζήτησε να έχει έκτακτη συνάντηση με τον ισλαμιστή πρωθυπουργό Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και οι δύο άνδρες συζήτησαν για πάνω από μια ώρα. Την επομένη ήταν προγραμματισμένη η τακτική μηνιαία συνεδρίαση του περίφημου Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας. Σε μια πολύωρη συνεδρίαση που διήρκησε 7½ ώρες –δεύτερη πιο μεγάλη σε διάρκεια ύστερα από εκείνη της 28ης Φεβρουαρίου 1997 με πρωταγωνιστές τους Νετζμετίν Ερμπακάν και Ισμαήλ Χακί Καράνταγι– ισλαμιστές και στρατιωτικοί καταπιάστηκαν, πέραν των άλλων ζητημάτων, και με το θέμα των στρατοδικείων. Η διάρκεια και μόνο της συνεδρίασης ομολογεί ότι έγιναν μακρές και επίπονες συζητήσεις. Φημολογείται ακόμη ότι, καθώς τα δύο μέρη αδυνατούσαν να συμφωνήσουν στο κοινό ανακοινωθέν, ο ισλαμιστής Πρόεδρος ανέλαβε τη διατύπωση του σημείου που αφορά την «επίθεση» που δέχτηκε το στράτευμα από τον Τύπο. Μπασμπούγ και Ερντογάν είχαν μάλιστα και τρίτη συνάντηση μετά το πέρας της συνεδρίασης του Συμβουλίου. Σε αυτήν την τελευταία κατʼ ιδίαν συνάντηση, που έλαβε μέρος στο Προεδρικό Μέγαρο, συμμετείχε τελικά και ο ισλαμιστής Πρόεδρος Γκιουλ, ο οποίος, σύμφωνα με μερίδα του τουρκικού Τύπου, με την ευχέρεια που του παρέχει ο θεσμικός του ρόλος επιχείρησε να αναλάβει τη «διαμεσολάβηση» μεταξύ στρατού και κυβέρνησης. Ζήτησε, λοιπόν, από τα ενδιαφερόμενα μέρη να συγκροτήσουν ερευνητικές επιτροπές στις οποίες θα συμμετάσχουν εκπρόσωποι των υπουργείων Δικαιοσύνης, Αμύνης, του Γενικού Επιτελείου κ.λπ., με στόχο τη γεφύρωση του χάσματος και την έγκαιρη διευθέτηση του ζητήματος.

Το ζήτημα έχει σοβαρές πολιτικές διαστάσεις. Η διάσταση εσωτερικής πολιτικής είναι εκείνη που προέχει για το στράτευμα, καθώς ο νέος νόμος, εάν τελικά υπογραφεί από τον Πρόεδρο, είναι ανατρεπτικός: Θα επιτρέψει τη δίωξη των στρατηγών που ηγήθηκαν πραξικοπημάτων και επεμβάσεων. Η πιο χαρακτηριστική περίπτωση είναι του Κενάν Εβρέν, του αρχιπραξικοπηματία του 1980, ο οποίος είναι ακόμη εν ζωή και συνεπώς κινδυνεύει να λογοδοτήσει για τα εγκλήματα που διεπράχθησαν επί του καθεστώτος του. Ο Εβρέν αποτελεί το σύμβολο του στρατιωτικού κατεστημένου, που οδήγησε τη Δημοκρατία σε οδυνηρές περιπέτειες, αλλά και τον στόχο των αντιφρονούντων – μιας ισχνής ως ανύπαρκτης πλέον μειοψηφίας πολιτών με δημοκρατικές και «αριστερές» πεποιθήσεις.

Η άλλη διάσταση έχει να κάνει με την «ευρωπαϊκή πορεία» της Τουρκίας. Ο περιορισμός της δικαιοδοσίας των τουρκικών στρατοδικείων είναι επιβεβλημένος και έχει ήδη καθυστερήσει αρκετά. Ωστόσο, αναρωτιέται κανείς για το βάθος και την αποτελεσματικότητα των μεταρρυθμίσεων αυτών, αφού ο εναρμονισμός με την ευρωπαϊκή νομοθεσία στη γείτονα χώρα λειτουργεί περισσότερο ως πρόφαση για τη δίωξη του αντίπαλου δέους παρά ως κίνητρο εκδημοκρατισμού.

Η αντιπαράθεση, όπως όλα δείχνουν, θα κρατήσει αρκετά. Κι αυτό γιατί η σύγκρουση με τους σκληρούς Κεμαλιστές ευνοεί τους ισλαμιστές του ΑΚΡ. Από τη μια αποπροσανατολίζεται η κοινή γνώμη και αποσιωπάται η δυσαρέσκεια για τη σφοδρή οικονομική κρίση που έπληξε τη χώρα και, από την άλλη, οι ισλαμιστές βρίσκουν την ευκαιρία να προωθήσουν τα συμφέροντα της παράταξής τους.

Κ. Βοσπορίτης, ο νεώτερος

Το Παρόν της Κυριακής - 5/7/2009


Για περισσότερα...