23/2/09

Η οικονομική δυστοκία της Άγκυρας και η προσέγγιση με Σαουδική Αραβία και Ρωσία


Στον απόηχο όσων διημείφθησαν στο Νταβός μεταξύ του Ταγίπ Ερντογάν και του Σιμόν Πέρες, η Τουρκία επιδόθηκε σε δυναμικές κινήσεις για τη βελτίωση της θέσης της στο διεθνές στερέωμα. Πέρα από την πολιτική πτυχή, η τουρκική ηγεσία φαίνεται να αποδίδει μεγάλη σημασία και στις οικονομικές σχέσεις της χώρας, όπως προκύπτει από τις πρόσφατες περιοδείες που είχε ο τούρκος Πρόεδρος Αμπντουλάχ Γκιουλ στη Σαουδική Αραβία και τη Ρωσία.

Είναι γνωστό πλέον ότι η τουρκική οικονομία έχει εισέλθει σε φάση ύφεσης και η ισλαμική κυβέρνηση ΑΚΡ αδυνατεί να εξασφαλίσει την πολυπόθητη συμφωνία δανεισμού με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ), στο οποίο ήδη χρωστάει 8 δισ. δολάρια. Σύμφωνα με στοιχεία του ΔΝΤ, το τελευταίο τρίμηνο του 2008 η τουρκική οικονομία κατείχε την τελευταία θέση στην ομάδα των είκοσι πιο αναπτυγμένων και ταχύτερα αναπτυσσόμενων οικονομιών στον πλανήτη (G-20), παρουσιάζοντας συρρίκνωση της τάξεως του 4,8% σε σχέση με την ίδια περίοδο του περασμένου έτους. Γεγονός που καταδεικνύει ότι η ανάπτυξη της Τουρκίας το 2008 θα περιοριστεί περίπου στο 1%, πολύ πιο κάτω από το 3,4% που είναι ο μέσος όρος του G-20. Όσο για τις προβλέψεις του ΔΝΤ για το 2009, διαγράφονται ιδιαίτερα δυσοίωνες για την Τουρκία: Μείωση της οικονομικής ανάπτυξης κατά 1,5%, τη στιγμή που η παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη θα σημειώσει άνοδο κατά 0,5%. Υπό αυτές τις συνθήκες η τόνωση της τουρκικής οικονομίας φαντάζει επιτακτική ανάγκη για την κυβέρνηση ΑΚΡ, που ευελπιστεί να προσελκύσει επιχειρηματικά κεφάλαια από τις διεθνείς αγορές.

Η επίσημη επίσκεψη του τούρκου Προέδρου στη Σαουδική Αραβία, που του είναι γνώριμη από τη μακρά θητεία του στην Ισλαμική Αναπτυξιακή Τράπεζα, ήταν μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για την Τουρκία να θωρακίσει τις ήδη καλές σχέσεις των δύο χωρών και να εισπράξει τα οικονομικά οφέλη για τη δημόσια καταγγελία του Ερντογάν κατά του Ισραήλ. Όπως τόνισε ο Γκιουλ, ο οποίος είναι δόκιμος οικονομολόγος, η επιλογή του να επισκεφθεί το Ριάντ τη συγκεκριμένη στιγμή δεν ήταν τυχαία. Επέλεξε ιδιαιτέρως αυτήν τη δύσκολη περίοδο που διανύει η Τουρκία, καθώς η σαουδαραβική οικονομία συνεχίζει να αναπτύσσεται αλώβητη από τη διεθνή οικονομική κρίση. («Χουριέτ» 5.2.2009) Ας σημειωθεί ότι το επενδυτικό πρόγραμμα της περιόδου 2008-2010 φτάνει τα 214 δισ. δολάρια, ενώ το επόμενο εικοσαετές επενδυτικό πρόγραμμα θα αγγίξει τα 640 δισ. δολάρια. Τα συμβόλαια όμως που έχουν αποσπάσει οι τούρκοι επιχειρηματίες έως αυτή τη στιγμή είναι μηδαμινά σε σχέση με τις προσφερόμενες δυνατότητες. Ενθάρρυνε, λοιπόν, ο Γκιουλ τους τούρκους επιχειρηματίες, που τον συνόδευσαν στην τριήμερη επίσκεψή του, να επιδιώξουν μεγαλύτερο κομμάτι από την πίτα, στοχεύοντας στις μεγάλες εργολαβίες –και όχι τις υπεργολαβίες όπως συνηθίζουν– στους τομείς τηλεπικοινωνιών, κατασκευών, μεταφορών, αμυντικής βιομηχανίας, γεωργίας, έρευνας, ναυτιλίας κ.ά., υποσχόμενος κάθε παροχή βοήθειας και στήριξης εκ μέρους του. Απευθυνόμενος δε στους σαουδάραβες επιχειρηματίες, στο πλαίσιο των εργασιών του Τουρκοσαουδαραβικού Εμπορικού Επιμελητηρίου, εκθείασε το τραπεζικό σύστημα και την αγορά της Τουρκίας και τους προσκάλεσε να αποδείξουν έμπρακτα τη φιλία τους. Ας μην ξεχνάμε, βέβαια, ότι σε τέτοια θέματα προέχει η συγκατάθεση του σαουδάραβα μονάρχη, που ήδη έχει επισκεφθεί την Τουρκία δύο φορές στο παρελθόν (2006 και 2007). Ο τούρκος Πρόεδρος φαίνεται πάντως να έχει πάρει με το μέρος του τον βασιλιά Αμπντάλα, που δεν μοιάζει να κοιτά με κακό μάτι ένα προνομιακό οικονομικό καθεστώς για την Τουρκία.

Την ίδια περίπου εικόνα αντικρίζει κανείς παρατηρώντας τις επαφές που πραγματοποίησε ο τούρκος Πρόεδρος στην πενθήμερη επίσκεψή του στη Ρωσία (και το Ταταρστάν) πριν από λίγες μέρες. Στην πολυσέλιδη κοινή διακήρυξη που υπέγραψαν ο ρώσος Πρόεδρος, Ντιμίτρι Μεντβέντεβ, με τον Τούρκο ομόλογό του, οι δύο ηγέτες έθεσαν το πλαίσιο της υπέρβασης στην πολιτική, αλλά κυρίως στην οικονομική συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών. («Μιλιέτ» 14.2.2009). Η πολιτική βούληση επιβεβαιώθηκε και από τον ρώσο πρωθυπουργό Βλαντίμιρ Πούτιν, που δήλωσε ότι η Άγκυρα κατέχει προνομιακή θέση στις εξωτερικές σχέσεις της Μόσχας. Με την ευκαιρία αυτών των επαφών η Άγκυρα και η Μόσχα κατέληξαν σε κατ' αρχήν συμφωνία σε μια σειρά θεμάτων πολιτικοοικονομικού περιεχομένου στρατηγικής σημασίας, όπως: α) η πώληση ηλεκτρικής ενέργειας αξίας 60 δισ. δολαρίων για μία δεκαπενταετία στην Τουρκία, β) η από κοινού συμμετοχή των κατασκευαστικών εταιρειών των δύο χωρών στον διεθνή διαγωνισμό για τον πρώτο τουρκικό πυρηνικό σταθμό αξίας 20 δισ. δολαρίων, γ) η άρση των ρωσικών γραφειοκρατικών εμποδίων στον εκτελωνισμό των τουρκικών φορτηγών, δ) η χρήση των εθνικών νομισμάτων στις διμερείς συναλλαγές και ε) η κατασκευή νέου αγωγού φυσικού αερίου στα πρότυπα της «Γαλάζιας Ροής» (Blue Stream). Το πλαίσιο διμερούς συνεργασίας καλύπτει και άλλους τομείς, όπως ο τουρισμός (που μας ενδιαφέρει), οι κατασκευές, οι μεταφορές, η βιομηχανία όπλων, η εκπαίδευση κ.ά., γεγονός που εξασφαλίζει στην Άγκυρα την αύξηση των οικονομικών της συναλλαγών με τη Μόσχα, πέραν των ορίων των 30 δισ. δολαρίων, που κυμαίνονται σήμερα. Ποσό, δηλαδή, σεβαστό για την ενίσχυση της τουρκικής οικονομίας.

Οι επισκέψεις του τούρκου προέδρου στο Ριάντ και τη Μόσχα εντάσσονται στις εναγώνιες προσπάθειες της τουρκικής ηγεσίας για την ανατροπή όχι μόνον του διαφαινόμενου αρνητικού διεθνούς κλίματος που αρχίζει να περιβάλλει την Άγκυρα, αλλά, όπως αποδεικνύεται, και του διαφαινόμενου οικονομικού αδιεξόδου, στο οποίο περιέρχεται σταδιακά η Τουρκία.

Κ. Βοσπορίτης, ο νεώτερος

Το Παρόν της Κυριακής - 22.02.2009

Δεν υπάρχουν σχόλια: