29/7/11

Η επίσκεψη του Ερντογάν στο Μπακού και η νέα απαίτηση «συγγνώμης» της Άγκυρας



Ένταση στις σχέσεις με το Ερεβάν προκάλεσαν οι δηλώσεις του ισλαμιστή πρωθυπουργού της Τουρκίας κατά την επίσημη επίσκεψή του στο Αζερμπαϊτζάν. Η προσωπική επίθεση του Ερντογάν εναντίον του Προέδρου της Αρμενίας έρχεται να επιβεβαιώσει την άλλη όψη της πολιτικής που ακολουθεί η Άγκυρα στην περιοχή.

Την εβδομάδα που πέρασε ο ισλαμιστής πρωθυπουργός της Τουρκίας, Ρετζέπ Ταγίπ Έρντογαν, πραγματοποίησε μονοήμερη επίσκεψη στο Μπακού, ανταποκρινόμενος στην πρόσκληση που του απηύθυνε ο Αζέρος Πρόεδρος, Ιλχάμ Αλίεβ. Στην εν λόγω επίσημη επίσκεψη συνόδευσαν τον πρόεδρο της κυβέρνησης ΑΚΡ ο υπουργός Εξωτερικών Α. Νταβούτογλου, ο υπουργός Ενέργειας Τ. Γιλντίζ και ο υπουργός Οικονομίας Ζ. Τσαγλαγιάν.

Στις επαφές που είχαν τόσο ο πρωθυπουργός Έρντογαν όσο και οι υπουργοί της κυβέρνησής του, επικράτησαν θέματα συναφή με τη συνεργασία στον τομέα της ενέργειας, των μεταφορών και της ασφάλειας. Στον τομέα της ενέργειας τα δύο μέρη επιβεβαίωσαν ότι το σχέδιο κατασκευής του αγωγού φυσικού αερίου «Nabucco», το οποίο αναμένεται να προμηθεύει την Ευρώπη με περίπου 10 δις. εκατ. κυβικά το χρόνο, κατέχει στρατηγικής σημασίας θέση στις σχέσεις τους. Πρόσθεσαν ακόμη ότι οι ήδη στενές σχέσεις θα ενισχυθούν ακόμη περισσότερο με την κατασκευή ενός επιπλέον αγωγού φυσικού αερίου στον υφιστάμενο Μπακού-Τιφλίδα-Ερζερούμης, ο οποίος σχεδιάζεται να μεταφέρει υδρογονάνθρακες από την Κασπία στην Καθ’ ημάς Ανατολή μετά το 2017. Στον τομέα των μεταφορών τα δύο μέρη επιβεβαίωσαν την αποφασιστικότητα τους να ολοκληρώσουν σε σύντομο χρονικό διάστημα τη σιδηροδρομική γραμμή (Μπακού-Τιφλίδα-Καρς), η οποία θα συνδέει τις δύο χώρες μέσω της Γεωργίας, επιτρέποντας έτσι την αύξηση των εμπορικών συναλλαγών, που ήδη κυμαίνονται γύρω στα 2,5 δις δολάρια. Όσον αφορά τον τομέα της ασφάλειας, τα δύο μέρη συζήτησαν θέματα που αφορούν την περιφερειακή σταθερότητα με την ισλαμική κυβέρνηση να υπερθεματίζει την εδαφική ακεραιότητα του Αζερμπαϊτζάν και τα κυριαρχικά του δικαιώματα στο ορεινό Καραμπάχ. Οι συνομιλίες στον εν λόγω τομέα, ωστόσο, φαίνεται ότι έδωσαν την ευκαιρία στον ισλαμιστή πρωθυπουργό της Τουρκίας να εξαπολύσει κατά μέτωπο επίθεση εναντίον της γειτονικής Αρμενίας με την οποία η Τουρκία είχε επιχειρήσει να ομαλοποιήσει τις σχέσεις της, υπογράφοντας τα γνωστά πρωτόκολλα στην Ελβετία τον Οκτώβριο του 2009.

Στην Αζερική πρωτεύουσα ο ισλαμιστής πρωθυπουργός της Τουρκίας έδωσε νέα δείγματα αλαζονείας έναντι των κρατών της άμεσης περιφέρειας της Άγκυρας. Ο Ερντογάν καταλόγισε πολιτική ανευθυνότητα στον Πρόεδρο της Αρμενίας, Σέρζ Σαρκισιάν, για απάντηση που έδωσε σε μαθητή κατά τη διάρκεια διαγωνισμού Αρμενικής φιλολογίας, όπου φέρεται να είπε τα εξής: «εμείς πήραμε το Καραμπάχ, οι επόμενες γενιές ας φροντίσουν για το Αραράτ». Ο ισλαμιστής πρωθυπουργός της Τουρκίας κατηγόρησε ευθέως τον Αρμένιο Πρόεδρο ότι εξάπτει τα πνεύματα, καλλιεργεί το μίσος μεταξύ των δύο λαών και ωθεί τη νεολαία να τηρεί εχθρική στάση έναντι της Τουρκίας. Τον πρόσταξε δε να ζητήσει συγγνώμη από τον τουρκικό λαό για το «παράπτωμά» του.

Το σουρεαλιστικό αυτό σχήμα με τον θύτη να παριστάνει το θύμα και να διεκδικεί αποκατάσταση της «αδικίας» μας είναι γνωστό. Ο Έρντογαν κατηγορεί το Ερεβάν για παράνομη κατοχή εδάφους, τη στιγμή που η χώρα του συνεχίζει να παραβιάζει παράφορα τους διεθνείς κανόνες, να απειλεί τα ευρωπαϊκά κεκτημένα και να εξακολουθεί να κατέχει παράνομα το 39% του εδάφους της Μεγαλονήσου! Υπενθυμίζουμε ότι οι επιθετικές δηλώσεις του Έρντογαν εναντίον του Προέδρου της Αρμενίας έλαβαν χώρα λίγες μόνο μέρες μετά από τις απειλές που εκστόμισε από τα κατεχόμενα εναντίον της Κυπριακής Δημοκρατίας, αλλά και ολόκληρης της Ευρωπαϊκής οικογένειας! Εξάλλου, η ισλαμική κυβέρνηση ΑΚΡ πιέζει και το Ισραήλ και απαιτεί επίμονα από αυτό να ζητήσει συγγνώμη για τα θύματα της «ανθρωπιστικής αποστολής» στη Γάζα του περασμένου Μαΐου!

Η πολιτική εκφοβισμού που επιχειρεί να εφαρμόσει η κυβέρνηση Έρντογαν απέναντι σε όλες τις πρωτεύουσες της περιοχής, ικανές να θέσουν φραγμό στις ηγεμονικές διαθέσεις της Τουρκίας και να ανατρέψουν τα σχέδιά της για ανέλιξη στο διεθνές σύστημα, κατά πάσα πιθανότητα θα οξύνει περαιτέρω τα πνεύματα. Όλα δείχνουν ότι εξαντλείται η ανεκτικότητα της διεθνούς κοινής γνώμης εναντίον της Άγκυρας. Ακόμη και ισραηλινοί διπλωματικοί κύκλοι φέρονται να έχουν ταχθεί υπέρ του Ερεβάν και της Λευκωσίας, εκφράζοντας την απορία –παρά τις παροτρύνσεις της Χ. Κλίντον για διατήρηση των καλών σχέσεων μεταξύ Τελ-Αβίβ και Άγκυρας– για το ποιός θα καλέσει τον Έρντογαν να ζητήσει επιτέλους συγγνώμη για την παράνομη κατοχή σημαντικού μέρους της Κυπριακής Δημοκρατίας! («Jerusalem Post», 28/7/2011)

Κ. Βοσπορίτης, ο νεώτερος


Για περισσότερα...

19/7/11

Αποκαλύψεις Τούρκου Πανεπιστημιακού για παρεμβάσεις της Άγκυρας σε ακαδημαϊκά ζητήματα


Αναστάτωση προκάλεσαν στον ακαδημαϊκό κόσμο οι αποκαλύψεις του Καθηγητή Τανέρ Ακτσάμ για τις προσπάθειες της Τουρκίας να χρηματοδοτήσει έρευνες που διαστρεβλώνουν την πραγματικότητα αναφορικά με τη γενοκτονία των Αρμενίων. Οι εν λόγω προσπάθειες φέρνουν στο φως το πραγματικό πρόσωπο της Άγκυρας και προκαλούν ανησυχία.

Την εβδομάδα που πέρασε, γνωστός δημοσιογράφος της αρμενικής διασποράς, ο Χαρούτ Σασουνιάν, σε άρθρο του μας πληροφορεί για το περιεχόμενο της ομιλίας του Καθηγητή Τανέρ Ακτσάμ στη Δημοτική Βιβλιοθήκη του Glendale, της πολιτείας της Αριζόνα. Πριν από λίγες εβδομάδες, ο Τανέρ Ακτσάμ, από τους λίγους τούρκους διανοούμενους που έχουν αναγνωρίσει τη γενοκτονία που διαπράχτηκε εις βάρος των Αρμενίων στις αρχές του περασμένου αιώνα από τους Νεότουρκους, επεσήμανε ότι «η Τουρκία ακολουθεί μία συστηματική και άκρως επιθετική πολιτική στις ΗΠΑ, επιχειρώντας να πετύχει την αμφισβήτηση και την υποτίμηση του εύρους της γενοκτονίας που υπέστησαν οι Αρμένιοι». («Ασμπαρέζ», 12/7/2011) Την καταγγελία αυτή ο Ακτσάμ τη στήριξε σε πληροφορίες που συνέλεξε από άτομο με διασυνδέσεις με το τουρκικό κατεστημένο κατά την επίσκεψή του στην Τουρκία τον περασμένο Δεκέμβριο.

Σύμφωνα με τις πληροφορίες του Ακτσάμ, στα μέσα της δεκαετίας του 2000 σε συνάντηση που είχε πανεπιστημιακός, ο οποίος εργαζόταν σε αμερικανικό ίδρυμα, με τούρκους αξιωματούχους του τουρκικού Υπουργείου Εξωτερικών, επεσήμανε ότι «η Άγκυρα δε διέθετε συγκεκριμένο ακαδημαϊκό πρόγραμμα για να αντιμετωπίσει τους ισχυρισμούς των Αρμενίων» και ότι «αυτοί είχαν ήδη επικρατήσει». Ο εν λόγω καθηγητής συνέστησε το τουρκικό κράτος να χρηματοδοτήσει τη διεξαγωγή «έρευνας» και τη συγγραφή βιβλίων τα οποία θα υποστηρίζουν ότι «η γενοκτονία των Αρμενίων στην πραγματικότητα δεν ήταν γενοκτονία, σπέρνοντας έτσι την αμφιβολία και δημιουργώντας σύγχυση στη διεθνή κοινή γνώμη». Οι τουρκικές αρχές, σύμφωνα με τον Ακτσάμ, δέχτηκαν την εισήγηση του Καθηγητή και μετέφεραν σημαντικά χρηματικά ποσά στις ΗΠΑ. Επιπλέον, ο Ακτσάμ αναφέρει ότι σύμφωνα με τις πληροφορίες που απέκτησε, η Άγκυρα διαθέτει έγγραφα και παραστατικά που αποδεικνύουν την χρηματοδότηση καθηγητών, οι οποίοι δέχτηκαν να συγγράψουν βιβλία που διαστρεβλώνουν την πραγματικότητα.

Ως εδώ οι αποκαλύψεις του Ακτσάμ δεν προκαλούν ιδιαίτερη εντύπωση στους παρατηρητικούς αναγνώστες και ειδικούς. Γνωστές είναι, άλλωστε, οι έρευνες που είχε διεξάγει στο θέμα αυτό διαπρεπής έλληνας πανεπιστημιακός στις ΗΠΑ πριν από δύο περίπου δεκαετίες, ο οποίος αποκάλυπτε τα πάρε δώσε πανεπιστημιακών, όπως ο Justin McCarthy, με το τουρκικό κράτος. Το στοιχείο όμως που ανέβασε τους τόνους ετούτη τη φορά και προκάλεσε τον εκνευρισμό στην Τουρκία και στην ακαδημαϊκή κοινότητα των ΗΠΑ, ήταν η αναφορά σε συγκεκριμένα πρόσωπα. Ο Ακτσάμ τόλμησε να καταγγείλει ορισμένους γνωστούς πανεπιστημιακούς ως συνεργάτες του τουρκικού Υπουργείου Εξωτερικών, οι οποίοι συμβάλουν στην προώθηση των τουρκικών θέσεων. Σύμφωνα με τον Ακτσάμ στους εν λόγω πανεπιστημιακούς συγκαταλέγονται ερευνητές όπως ο Hakan Yavuz του Πανεπιστημίου της Utah, ο Guenter Lewy του Πανεπιστημίου της Massachussets, ο Jeremy Salt του Πανεπιστημίου Bilkent της Άγκυρας και ο Edward J. Ericson του Ναυτικού Κολεγίου της Virginia, οι οποίοι έπλασαν το εγκώμιο του πρόσφατου βιβλίου του Michael Gunter με τίτλο ‘Armenian History and the Question of Genocide’ (Η Αρμενική Ιστορία και το Ζήτημα της Γενοκτονίας) που κυκλοφορήθηκε από τις εκδόσεις Palgrave Macmillan. Ο Hakan Yavuz σε συνέντευξη που παραχώρησε στην ημερήσια «Βατάν» απέρριψε την μομφή του Ακτσάμ και δήλωσε ότι «ως γνήσιοι πανεπιστημιακοί τα εισοδήματά τους προέρχονται από τα ακαδημαϊκά ιδρύματα που απασχολούνται» σε αντίθεση με τον Ακτσάμ, ο οποίος, σύμφωνα με τον Yavuz, εργάζεται σε αρμενικών συμφερόντων ίδρυμα. («Βατάν», 14/7/2011) Ο Yavuz συμπλήρωσε ακόμη ότι θα προσφύγουν στη δικαιοσύνη και ότι έχουν έλθει σε συνεννόηση με τους πιο έμπειρους δικηγόρους, οι οποίοι προφανώς θα ισχυριστούν ότι οι εν λόγω καταγγελίες του Ακτσάμ βάλλουν την «ακαδημαϊκή ελευθερία» των καθηγητών κι ας έχουν λειτουργήσει στην προκειμένη περίπτωση αντιδεοντολογικά.

Η γενναία και έντιμη στάση του Ακτσάμ έρχεται να μας επιβεβαιώσει το άμεσο ενδιαφέρον του τουρκικού κατεστημένου για την έρευνα και τις εκδοτικές δραστηριότητες στον τομέα της Ιστορίας, αλλά και των κοινωνικών και πολιτικών επιστημών. Είναι ηλίου φαεινότερο ότι το εν λόγω ενδιαφέρον του τουρκικού βαθέως κράτους αποσκοπεί στην υπεράσπιση όχι τόσο της επιστημονικής αλήθειας, αλλά μάλλον της διατήρησης της ανυποχώρητης στάσης της Άγκυρας, η οποία είναι απόρροια τόσο των ισχυρών διασυνδέσεών της με τα ισχυρά κέντρα εξουσίας όσο και της προπαγανδιστικής μηχανής που έχει στήσει. Το θέμα μας αφορά άμεσα, καθώς εκκρεμούν πάμπολλες υποθέσεις νομικού και ιστορικού χαρακτήρα που παραμένουν της επίλυσή τους, όπως η εισβολή και παράνομη κατοχή της Κύπρου και τα επακόλουθά της, οι εκβιαστικές και αστήρικτες διεκδικήσεις στο Αιγαίο, οι προκλήσεις στην Ελληνική Θράκη, οι περιουσίες των ελλήνων στην Κωνσταντινούπολη, την Ίμβρο και την Τένεδο και τέλος η αποκατάσταση της αλήθειας για τα εκατομμύρια ξεριζωμένων από την Καθ’ ημάς Ανατολή… Όταν η Άγκυρα έχει προσεταιριστεί με τέτοια άνεση ακαδημαϊκούς της «υπερδύναμης», θα πρέπει κανείς να αναρωτηθεί για τις σχέσεις που ενδέχεται να έχει συνάψει με πολιτικο-ακαδημαϊκούς κύκλους χωρών έναντι των οποίων εγείρει διεκδικήσεις…

Κ. Βοσπορίτης, ο νεώτερος


Για περισσότερα...

12/7/11

Διαβουλεύσεις για την Αποκλιμάκωση της Κρίσης στην Τουρκία



ΑΚΡ: Ορκωμοσία. Πίτουρα: Προσπάθεια για την επίλυση του ζητήματος των βουλευτών που τελούν υπό κράτηση. Κοτόπουλο: Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα (Σκίτσο του Ερτζάν Ακγιόλ, «Μιλιέτ», 10/7/2011)

Πληθώρα σχεδίων για τη διέξοδο από την πολιτική κρίση που μαστίζει την τουρκική πολιτική σκηνή ήρθαν στο φως της δημοσιότητας στη γείτονα τα τελευταία εικοσιτετράωρα. Ωστόσο, φαίνεται να διατηρείται η αμοιβαία καχυποψία μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης.

Επιτακτική φαίνεται ότι είναι η ανάγκη εξεύρεσης λύσης στο αδιέξοδο που έχει περιέλθει το τουρκικό πολιτικό σύστημα μετά την άρνηση των κεμαλιστών και των κούρδων βουλευτών της αντιπολίτευσης να ορκιστούν για να αναλάβουν τα καθήκοντα τους. Η κατάσταση φαίνεται να οδεύει πάντως σε εξομάλυνση λίγο μετά την ψήφο εμπιστοσύνης που έλαβε η νέα κυβέρνηση Ερντογάν.

Στην προσπάθεια αποκλιμάκωσης της κρίσης σημαντική πρωτοβουλία ανέλαβε ο νέος Πρόεδρος της Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης Τζεμίλ Τσιτσέκ, ο οποίος είναι αρμόδιος για την εύρυθμη λειτουργία του εν λόγω θεσμού. Για να τερματιστεί η ανώμαλη αυτή κατάσταση κατά την οποία το ένα πέμπτο περίπου των εκλεγμένων βουλευτών δεν έχει ορκιστεί και ουσιαστικά η αντιπολίτευση – με εξαίρεση τους ακροδεξιούς – απέχει από τις εργασίες, ο Τσιτσέκ εγκαινίασε ένα κύκλο διαβουλεύσεων. Συναντήθηκε, λοιπόν, με τους Κούρδους βουλευτές Σιρρί Σακίκ και Χασίπ Καπλάν για να μεταπείσει την ηγεσία των «ανεξάρτητων» Κούρδων βουλευτών να συμμετάσχουν στις εργασίες της Εθνοσυνέλευσης. Ο Πρόεδρος της Εθνοσυνέλευσης δέχτηκε επίσης τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου με τον οποίο συζήτησε τρόπους εξόδου από την άβολη αυτή κατάσταση. Τόσο οι Κούρδοι βουλευτές όσο και ο ηγέτης του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος επέμειναν στο ότι για να ορκιστούν και να αναλάβουν καθήκοντα θα πρέπει να απελευθερωθούν οι φυλακισμένοι βουλευτές τους. Επειδή, όμως, αυτό κρίνεται αδύνατο μετά τις πρόσφατες αποφάσεις του Συνταγματικού Δικαστηρίου που δήλωσε αναρμόδιο να εξετάσει την προσφυγή σχετικά με την περίπτωση του Κούρδου βουλευτή Χατίπ Ντιτζλέ, απαίτησαν εγγυήσεις από την ισλαμική κυβέρνηση ΑΚΡ ότι θα επιλυθεί το πρόβλημά τους το συντομότερο δυνατόν.

Εντωμεταξύ, ο Τζεμίλ Τσιτσέκ είχε συνάντηση και με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Αμπντουλάχ Γκιούλ. Λίγο μετά τη συνάντησή του με τους Κούρδους βουλευτές, ο Τσιτσέκ ενημέρωσε τον Πρόεδρο για τις εξελίξεις. Ο Γκιούλ περιορίστηκε στο να κάνει τις καθιερωμένες παραινέσεις και να δηλώσει ότι πρέπει να υπάρξει κοινή προσπάθεια για τη διέξοδο από την εν λόγω δυσάρεστη κατάσταση.

Σύμφωνα με δημοσιεύματα του Τουρκικού Τύπου, ο Τσιτσέκ έχει προτείνει ένα σχέδιο με τρείς φάσεις για την αποκλιμάκωση της κρίσης. Στην πρώτη φάση τα μέρη θα προβούν στις απαραίτητες δηλώσεις που θα καταλαγιάσουν τα πνεύματα. Στη δεύτερη, θα υπάρξουν δηλώσεις εκ μέρους της κυβερνητικής παράταξης ότι η κατάσταση στην οποία βρίσκονται οι φυλακισμένοι βουλευτές είναι δυσάρεστη. Στη δε τελική φάση, θα δημιουργηθεί μία (διακομματική) επιτροπή από νομικούς οι οποίοι θα εξετάσουν τρόπους για την εξεύρεση μιας νόμιμης λύσης.

Αξίζει να σημειωθεί ακόμη ότι μετά τον πρώτο κύκλο επαφών του Τσιτσέκ εισήλθε στις συζητήσεις και το υπερεθνικιστικό Κόμμα της Εθνικιστικής Δράσης, εκπρόσωποι του οποίου συναντήθηκαν αρχικά με στελέχη του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος και έπειτα με στελέχη του ΑΚΡ. Κατά τις εν λόγω συναντήσεις οι υπερεθνικιστές, που είναι το μοναδικό κόμμα που εκπροσωπεί την αντιπολίτευση στη Βουλή και γνωστοί για τις θέσεις τους στο Κουρδικό, φέρεται να αντιπρότειναν ένα σχέδιο διεξόδου τεσσάρων φάσεων.

Μολονότι η αρχική πρωτοβουλία ήρθε από ένα εξέχον στέλεχος της ισλαμικής παράταξης, ο αρχηγός του κόμματος και πρωθυπουργός Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν εμμένει στην τήρηση μιας άκαμπτης στάσης εναντίον της αντιπολίτευσης. Μετά τις προσπάθειες του Τσιτσέκ και τις τοποθετήσεις των κούρδων και των κεμαλιστών, ο Ερντογάν δήλωσε ότι η αντιπολίτευση έχει περιέλθει από μόνη της σε αδιέξοδο και ότι η κυβέρνηση δεν έχει κανένα λόγο να δεσμευτεί για εξεύρεση λύσης στο θέμα των κρατουμένων βουλευτών.

Λίγες ώρες πριν την ανακοίνωση του κυβερνητικού προγράμματος στην Εθνοσυνέλευση, είναι πλέον φανερό ότι η ισλαμική παράταξη θέλει να βγει αλώβητη από την κρίση. Οι κινήσεις της αντιπολίτευσης αποδεικνύουν ότι το ΡΛΚ προσπαθεί να υποχρεώσει την ισλαμική κυβέρνηση σε κινήσεις καλής θέλησης, τις οποίες δεν αποκλείεται να παρουσιάσει ως οπισθοχώρηση, σπεύδοντας να την εκμεταλλευτεί πολιτικά.

Κ. Βοσπορίτης, ο νεώτερος


Για περισσότερα...

7/7/11

Μετά την εκλογική νίκη το μποϊκοτάζ και η πολιτική ένταση στην Τουρκία


"Πανό: Μποϊκοτάζ, Πινακίδα:Σκούταρι (Χρυσούπολη)" ( Σκίτσο του Χασλέτ Σογιόζ, "Μιλιέτ", 2/7/2011)

Σε πολιτικό αδιέξοδο έχει περιέλθει η Τουρκία μετά την απόφαση των κούρδων βουλευτών και της κεμαλικής παράταξης να απέχει από την τελετή ορκωμοσίας. Η ένταση ενδέχεται να κορυφωθεί ακόμη περισσότερο εάν δεν υπάρξει πολιτική απόφαση στο θέμα των φυλακισμένων βουλευτών.

Την εβδομάδα που πέρασε, η τουρκική κοινή γνώμη ήρθε αντιμέτωπη με ένα πρωτάκουστο γεγονός: την αποχή βουλευτών από την τελετή ορκωμοσίας στην τουρκική Εθνοσυνέλευση. Οι βουλευτές που απείχαν από την ορκωμοσία ήταν, κατ' αρχάς, οι κούρδοι βουλευτές, οι οποίοι μποϊκόταραν την τελετή εις ένδειξη δυσαρέσκειας προς το πολιτικό σύστημα, αλλά και συμπαράστασης προς τους έξι κούρδους βουλευτές που κρατούνται φυλακισμένοι, ενώ θα έπρεπε να αφεθούν ελεύθεροι μετά την εκλογή τους. Πέρα από τους κούρδους βουλευτές, ωστόσο, απείχαν και οι βουλευτές του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος, διαμαρτυρόμενοι επίσης για τη μη αποφυλάκιση δύο βουλευτών τους.

Η τελετή ορκωμοσίας αποτελεί πάντα σοβαρό πρόβλημα για τους κούρδους βουλευτές, καθώς θεωρούν τον όρκο σύμβολο του τουρκικού σοβινισμού. Κατά το παρελθόν έγιναν απόπειρες να παρακαμφθεί η εν λόγω σκόπελος χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία. Ας υπενθυμίσουμε τις διώξεις που είχαν ασκηθεί στη Λεϊλά Ζανά, η οποία είχε αποτολμήσει να ορκιστεί στη μητρική της γλώσσα τη δεκαετία του 1990. Το μποϊκοτάζ, όμως, που αποπειράται το κεμαλικό κόμμα διαφέρει, καθώς επιχειρεί να εκμεταλλευτεί τις αντίξοες πολιτικές συγκυρίες για να ασκήσει επιπλέον πιέσεις στο κυβερνών ισλαμικό κόμμα. Εξάλλου, θα πρέπει να υπολογίζει κανείς ότι οι εν λόγω δύο βουλευτές του κεμαλικού κόμματος κρατούνται στο πλαίσιο της γνωστής δίκης του «παρακράτους», η οποία ήρθε εκ νέου στο προσκήνιο αυτήν την εβδομάδα. Πριν από λίγες μέρες υιοθετήθηκε το κατηγορητήριο της υπόθεσης «Βαριά», στο πλαίσιο της οποίας αντιμετωπίζουν τη Δικαιοσύνη αρκετοί υψηλόβαθμοι στρατιωτικοί, όπως ο στρατηγός Μπαλανλί, το όνομα του οποίου είχε έρθει στο προσκήνιο πριν από έναν μήνα με αφορμή την ακύρωση των γνωστών ναυτικών ασκήσεων στο Αιγαίο («Θαλασσόλυκος» και «Έφεσος»).

Για την επίλυση της κρίσης κινητοποιήθηκε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Αμπντουλάχ Γκιούλ, ο οποίος απηύθυνε πρόσκληση προς τους πολιτικούς αρχηγούς για διαβουλεύσεις. Την πρόσκλησή του τη δέχτηκαν τόσο οι κούρδοι, οι οποίοι έστειλαν αντιπροσωπεία να τον συναντήσει, όσο και το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα. Στην πρόσκληση του Προέδρου δεν ανταποκρίθηκε, ωστόσο, το ακροδεξιό κόμμα της Εθνικιστικής Δράσης. Ο πρόεδρός του Ντεβλέτ Μπαχτσελί, επέκρινε μάλιστα σφοδρότατα τις δύο παρατάξεις που απείχαν από την τελετή ορκωμοσίας, επιχειρώντας να συσπειρώσει τους οπαδούς του. Γεγονός είναι πάντως ότι αυτή τη στιγμή το κόμμα του είναι το μόνο που συμμετέχει στη βουλή μαζί με το ισλαμικό κόμμα και είναι ενδιαφέρον να δούμε έως ποιο σημείο θα συμπορευτούν, συμβάλλοντας με τον έναν ή τον άλλον τρόπο στην Τουρκοϊσλαμική Σύνθεση.

Οι απρόσμενες εξελίξεις που έλαβαν χώρα στην τουρκική πολιτική σκηνή μαρτυρούν μία ένταση, η οποία θα αποκλιμακωθεί μόνο κατόπιν πολιτικής απόφασης της ισλαμικής κυβέρνησης. Στην περίπτωση αυτή θα αναγκαστεί, δηλαδή, το ΑΚΡ να δρομολογήσει τις απαραίτητες νομικές ρυθμίσεις για να επιτραπεί η αποφυλάκιση των βουλευτών και η είσοδός τους στην Εθνοσυνέλευση.

Το ενδεχόμενο αυτό κάνει την κεμαλική και κουρδική αντιπολίτευση να πιστεύει ότι είναι δυνατόν να αντιστραφεί το νικηφόρο αποτέλεσμα της 12ης Ιουνίου, γεγονός που, αν τελικά πραγματοποιηθεί, θα επιτρέψει στους εν λόγω κύκλους να το εκμεταλλευτούν στο έπακρο.

Σε κάθε περίπτωση, η ομαλοποίηση της κατάστασης μάλλον δεν θα είναι ανώδυνη για την ισλαμική κυβέρνηση, η οποία -απ' ό,τι φαίνεται- αντιμετωπίζει και την «ανεξάρτητη» τουρκική δικαιοσύνη.

Κ. Βοσπορίτης, ο νεώτερος

Το Παρόν της Κυριακής
- 3/7/2011


Για περισσότερα...