14/6/11
Οι εκλογές στην Τουρκία και οι στόχοι του ισλαμικού κόμματος ΑΚΡ
Οι βουλευτικές εκλογές που διεξάγονται σήμερα στην Τουρκία έχουν μια ιδιομορφία. Μολονότι συμμετέχουν στην εκλογική διαδικασία 15 πολιτικά κόμματα, είναι σχεδόν βέβαιο ότι τις περισσότερες ψήφους θα τις λάβει το κυβερνών ισλαμικό κόμμα ΑΚΡ.
Η ιδιαιτερότητα, όμως, της εκλογικής αυτής αναμέτρησης έγκειται στο ότι το ισλαμικό κόμμα, σε αντίθεση με τις προηγούμενες δύο εκλογικές αναμετρήσεις, θα δυσκολευτεί πολύ να πραγματοποιήσει τους στόχους που έθεσε προεκλογικά: την κατάκτηση των 2/3 των εδρών (367/550). Ο λόγος που ο ισλαμιστής ηγέτης της Τουρκίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, έχει θέσει τόσο ψηλά τον πήχη, είναι ότι μια τόσο ισχυρή πλειοψηφία θα επέτρεπε στο ΑΚΡ να προχωρήσει απευθείας σε αναθεώρηση του στρατιωτικού Συντάγματος του 1982, χωρίς να κινδυνεύει να αντιμετωπίσει εμπόδια κατά την ψήφισή του, όπως είχε συμβεί στην περίπτωση ανάλογου νομοσχεδίου τον Μάιο του 2010. Υπενθυμίζουμε ότι στη δεύτερη μυστική ψηφοφορία που είχε διεξαχθεί στη Βουλή, ομάδα βουλευτών με εθνικιστικές τάσεις του κυβερνώντος κόμματος ΑΚΡ είχαν αποσύρει την υποστήριξή τους την τελευταία στιγμή, με αποτέλεσμα να εκτεθεί η κυβέρνηση Ερντογάν. Για να μην ξαναβρεθεί εκ νέου σε τόσο δυσάρεστη θέση, ο Ερντογάν έχει προσφύγει στην προώθηση νεαρότερης ηλικίας υποψηφίων στις λίστες του κόμματος, ελπίζοντας ότι θα του φανούν πιο πιστοί από τους πρεσβύτερους συνεργάτες του.
Ας σημειωθεί ακόμη ότι η υιοθέτηση ενός νέου Συντάγματος ενδεχομένως να άρει τα εμπόδια για την υλοποίηση ενός κρυφού στόχου που έχει θέσει ο ισλαμιστής ηγέτης της Τουρκίας. Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έχει εκφράσει την προτίμησή του για ένα προεδρικού τύπου πολιτικό σύστημα στην Τουρκία, όπου ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα εκλέγεται με καθολική ψηφοφορία από τον λαό και όχι έμμεσα με ψηφοφορία που διεξάγεται στη Βουλή. Η εν λόγω προτίμηση έχει προϊδεάσει εδώ και καιρό αρκετούς αναλυτές για τις πραγματικές προθέσεις του ισλαμιστή πρωθυπουργού, ο οποίος κατά πάσα πιθανότητα στοχεύει να αναρριχηθεί με την πρώτη ευκαιρία στο Προεδρικό αξίωμα.
Λίγα εικοσιτετράωρα πριν από τη διεξαγωγή των εκλογών, οι πιθανότητες επίτευξης του στόχου που έχει θέσει ο Έρντογαν φαντάζουν μικρές. Το ισλαμικό κόμμα ΑΚΡ έχει ακολουθήσει επιθετική προεκλογική πολιτική, με στόχο αφενός τη συσπείρωση των ψηφοφόρων και οπαδών του και αφετέρου την προσέλκυση των αναποφάσιστων και της νεολαίας. Η αντιπαράθεση, όμως, που επιδιώχθηκε με τις Ένοπλες Δυνάμεις και τα αντίπαλα κόμματα για λόγους τακτικής, εφαρμόστηκε και στις σχέσεις με τον Τύπο. Οι ατυχείς επιλογές του Έρντογαν στη διαχείριση της εικόνας του με εκπροσώπους του τουρκικού Τύπου είχαν ως αποτέλεσμα να στραφεί εναντίον του και ο διεθνής Τύπος. Έτσι, σε διάστημα λίγων ημερών το ισλαμικό κόμμα ΑΚΡ και προσωπικά ο ίδιος ο πρωθυπουργός έλαβαν καταιγιστικά πυρά από διεθνούς φήμης έντυπα, όπως ο «Economist», η «Wall Street Journal» κ.ά., τα οποία προέτρεπαν τους ψηφοφόρους να μην ψηφίσουν το ΑΚΡ, αλλά την αντιπολίτευση, κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου για επικείμενο αυταρχισμό του ισλαμιστή ηγέτη. Έχοντας αντιληφθεί εγκαίρως το αρνητικό κλίμα, ο Έρντογαν απέφυγε να ανεβάσει περισσότερο τους τόνους της αντιπαράθεσης με τον στρατό, εκφράζοντας δημοσίως επαινετικά λόγια για τον αρχηγό των τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων.
Ο στόχος της κατάκτησης των 2/3 του Κοινοβουλίου θα εξαρτηθεί σε σημαντικό βαθμό επίσης από τα ποσοστά που θα συγκεντρώσουν τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Όλες οι δημοσκοπήσεις συνηγορούν ότι το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα, που εκπροσωπεί την κεμαλική παράταξη, θα ξεπεράσει το ποσοστό του 23%, στέλνοντας έναν ικανοποιητικό αριθμό εκπροσώπων στην Εθνοσυνέλευση. Η είσοδος όμως του Κόμματος της Εθνικιστικής Δράσης στην Εθνοσυνέλευση, δηλαδή του κόμματος των «γκρίζων λύκων», δεν είναι σίγουρη, καθώς οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η πρόθεση ψήφου κυμαίνεται στο όριο του 10% που απαιτείται για την εκπροσώπηση των κομμάτων στη Βουλή. Στην εν λόγω περίπτωση η επόμενη Βουλή ενδέχεται να απαρτίζεται μόνο από δύο κόμματα, γεγονός που θα ευνοήσει το ΑΚΡ, επιτρέποντάς του να αυξήσει απρόσμενα τον αριθμό των βουλευτών του. Εξάλλου, θα πρέπει να υπολογίζει κανείς και το Κόμμα της Ειρήνης και της Δημοκρατίας, δηλαδή το κουρδικό κόμμα, οι υποψήφιοι του οποίου θα συμμετάσχουν στην εκλογική διαδικασία ως ανεξάρτητοι υποψήφιοι, για να αποφύγουν το όριο του 10%. Ο αριθμός των βουλευτών στην προκειμένη περίπτωση θα εξαρτηθεί κατά κύριο λόγο από την ικανότητα και τις δυνάμεις του εν λόγω κόμματος. Είναι πάντως γεγονός ότι τόσο οι ισλαμιστές του ΑΚΡ όσο και οι κεμαλιστές του ΡΛΚ, έχουν δοκιμάσει τα πάντα για να δελεάσουν τους κουρδικούς πληθυσμούς της Νοτιοανατολικής Μικράς Ασίας και να τους πάρουν με το μέρος τους.
Το αποτέλεσμα των εκλογών στην Τουρκία ενδιαφέρει τους πάντες. Στην περίπτωση μιας ισχυρής πλειοψηφίας του ΑΚΡ, όπως θα επιθυμούσε ο Ερντογάν, ελλοχεύει ο κίνδυνος το ισλαμικό κόμμα να συγκεντρώσει τόση εξουσία ώστε να διολισθήσει στον αυταρχισμό, όπως συνέβη άλλοτε με το Δημοκρατικό Κόμμα του Μεντερές. Επιπλέον, η εν λόγω πλειοψηφία θα έχει αντίκτυπο και στις εξωτερικές σχέσεις της χώρας. Ο έλεγχος των 2/3 της Εθνοσυνέλευσης θα μπορούσε να δώσει υπερβολική αυτοπεποίθηση στις κινήσεις της ισλαμικής κυβέρνησης στο διεθνές στερέωμα, οδηγώντας τη σε περιφρόνηση τόσο των Μεγάλων Δυνάμεων όσο και των γειτόνων της, όπως εμείς. Δεδομένης της στρατηγικής που ακολουθεί η σημερινή διπλωματική ηγεσία της Τουρκίας, με τις ευλογίες της στρατιωτικής ηγεσίας, εκτίμησή μας είναι ότι όσο μεγαλύτερα τα ποσοστά που θα φέρει το ΑΚΡ, τόσο μεγαλύτερος και ο κίνδυνος για «εκτροχιασμό» των ελληνοτουρκικών σχέσεων, καθώς έχει αποκαλυφθεί το πραγματικό περιεχόμενο της ρητορείας των «μηδενικών προβλημάτων». Άλλωστε, εάν η κυβέρνηση ΑΚΡ ήταν ειλικρινής στις προθέσεις της για επίλυση των πραγματικών προβλημάτων με την Ελλάδα, όπως η αποκατάσταση της διεθνούς τάξης στην Κύπρο, ο τερματισμός των διεκδικήσεων στο Αιγαίο και η άρση του casus belli, που αντίκειται στο Διεθνές Δίκαιο, η απόσυρση των «ταραξιών» από την ελληνική Θράκη, η επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης και η άρση των πιέσεων στο Οικουμενικό Πατριαρχείο της Κωνσταντινουπόλεως και στους εκεί ομογενείς κ.λπ., δεν θα είχε ανάγκη ούτε από τα οκτώ χρόνια που κύλησαν από την ημέρα που ήρθε στην εξουσία της γείτονος, αλλά ούτε και από πλειοψηφία 2/3 στη Βουλή! Συνεπώς, συνετότερο θα είναι να μην οραματιζόμαστε «νέες εποχές» στις σχέσεις Αθήνας - Άγκυρας την επαύριον των εκλογών. Τι ευτυχέστερο γεγονός στην περίπτωση που διαψευστούμε και σημειωθεί πραγματική πρόοδος.
Κ. Βοσπορίτης, ο νεώτερος
Το Παρόν της Κυριακής - 12/6/2011
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου