27/1/10

Επιχείρηση «Βαριά» και προσπάθεια εμπλοκής της Ελλάδας



(Σκίτσο του Χασλέτ Σογιόζ, "Μιλιέτ", 26/01/2010)

Νέες αποκαλύψεις ήρθαν στο φως της δημοσιότητας για τα σχέδια ανατροπής του Ισλαμικού κόμματος ΑΚΡ από τον τουρκικό στρατό. Ωστόσο, τα σχέδια επέμβασης δεν αφορούν μόνο το ΑΚΡ, αλλά επιδιώκουν να εμπλέξουν και την Ελλάδα, γεγονός που αποδεικνύει την αντίληψη των στρατιωτικών περί της «ελληνο-τουρκικής φιλίας».

Ακόμη ένα σχέδιο επέμβασης του τουρκικού στρατού στα πολιτικά πράγματα της γείτονας αποκάλυψε η ημερήσια «Ταράφ» την εβδομάδα που πέρασε. Το σχέδιο αφορά την περίοδο μετά την άνοδο του ισλαμικού κόμματος ΑΚΡ στην εξουσία το 2002 και εμπεριέχει ένα εμπεριστατωμένο σχέδιο δράσης για την ανατροπή της κυβέρνησης. Το σχέδιο «Βαριά» (Balyoz), όπως ονομάζεται το σχέδιο επέμβασης, στοχεύει στην «προάσπιση του λαϊκού χαρακτήρα του πολιτικού συστήματος» θεωρώντας «εχθρική» για την υφιστάμενη τάξη πραγμάτων την ισλαμική κυβέρνηση. Το ογκώδες σχέδιο, το οποίο θυμίζει ίσως σενάρια από πολεμικές ταινίες του Χόλυγουντ, εμπνέεται από το σχέδιο «Σημαία» (Bayrak), που έφερε στην εξουσία τους στρατιωτικούς το Σεπτέμβριο του 1980. Συγκεκριμένα, προβλέπει την ενεργό συμμετοχή περίπου 200 στρατηγών και αξιωματικών επιφορτισμένων με την υλοποίηση διαφόρων φάσεων του σχεδίου με στόχο, την ανατροπή της κυβέρνησης και την υποκατάστασή της από ένα «κηδεμονευόμενο» καθεστώς.

Χαρακτηριστικό του σχεδίου «Βαριά», είναι η εκτεταμένη χρήση μεθόδων ψυχολογικού πολέμου, που στοχεύουν στην πρόκληση έντασης με τον «εσωτερικό και τον εξωτερικό εχθρό». Το εν λόγω σχέδιο εμπεριέχει άλλα τρία σχέδια προς αυτήν την κατεύθυνση. Τα Σχέδια «Σεντόνι» (Çarşaf) και «Γενειάδα» (Sakal) προέβλεπαν την πρόκληση αιματηρών επεισοδίων κατά την προσευχή της Παρασκευής στα τζαμιά της Πόλης Φατίχ και Μπαγιαζίτ, αντιστοίχως. Τα εν λόγω επεισόδια, αφού θα είχαν πάρει «ανεξέλεγκτες» διαστάσεις, θα πρόσφεραν την απαραίτητη δικαιολογία στους στρατιωτικούς να επέμβουν και να ελέγξουν την πολιτική ζωή του τόπου. Το τρίτο σχέδιο «Καταιγίδα» (Οraj), που μας αφορά, προβλέπει την κορύφωση της έντασης στο Αιγαίο με διάδοση ανυπόστατων πληροφοριών και την πρόκληση θερμού επεισοδίου, το οποίο θα κατέληγε σε κατάρριψη ακόμη και τουρκικού πολεμικού αεροσκάφους από τους ίδιους τους Τούρκους! Και το επεισόδιο θα συνοδεύονταν από κινητοποίηση και στη Θράκη! Η πρόκληση θερμού επεισοδίου στόχευε να κατηγορηθεί η ισλαμική κυβέρνηση ως ανίκανη προάσπισης των τουρκικών εθνικών συμφερόντων.

Το δελτίο Τύπου το οποίο εξέδωσε το τουρκικό Γενικό Επιτελείο Στρατού μετά την αποκάλυψη της «Ταράφ» έρχεται να επιβεβαιώσει το σχεδιασμό ποικίλων ψυχολογικών επιχειρήσεων εις βάρος μας. Μολονότι απέρριψε τις κατηγορίες περί πραξικοπήματος, αποδέχτηκε ότι το «Σχέδιο Βαριά» είχε εκπονηθεί στα πλαίσια ασκήσεων «Ασφάλειας και Δημόσιας Τάξης»! Και αυτή η δήλωση-ομολογία αποτελεί αδιάσειστο στοιχείο για τη διεξαγωγή επιχειρήσεων, που άμεσα ή έμμεσα επιβουλεύονται την εθνική μας κυριαρχία στο Αιγαίο και στη Θράκη.

Η χρονική στιγμή της αποκάλυψης, βέβαια, προκαλεί εντύπωση, καθώς η τουρκική δικαιοσύνη εκδίκαζε την προσφυγή του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος για ακύρωση νόμου ο οποίος ψηφίστηκε πριν από έναν χρόνο και βάσει του οποίου τα πολιτικά δικαστήρια θα ήταν ικανά να δικάσουν στρατιωτικούς για ορισμένης κατηγορίας αδικήματα. Επίσης παρατηρούμε ότι αναθερμαίνεται η συζήτηση περί αναθεώρησης κάποιων άρθρων του στρατιωτικού συντάγματος του 1982 και έμμεσα ενδιαφέρουν και τους στρατιωτικούς. Ακόμη, θα πρέπει κανείς να υπενθυμίσει τις συνθήκες που επικρατούσαν στην εγγύς της Τουρκίας περιοχή την περίοδο που καταστρωνόταν το «Σχέδιο Βαριά»: Οι ΗΠΑ ετοιμάζονταν να επέμβουν στο Ιράκ για να ανατρέψουν το καθεστώς Χουσεΐν. Άραγε λειτούργησε ανασταλτικά ο διεθνής παράγων στην εφαρμογή ενός τέτοιου σχεδίου; Αν ναι, τότε γιατί οι Αμερικανοί μετά την απόρριψη του αιτήματος χρήσης του τουρκικού εδάφους την 1η Μαρτίου 2003 δεν στήριξαν τους στρατιωτικούς; Τα ερωτήματα για τις εσωτερικές και τις διεθνείς συγκυρίες της περιόδους εκείνης είναι περίπλοκα.

Από τα παραπάνω προκύπτει ότι οι σχέσεις στρατού και ισλαμικού κόμματος ΑΚΡ κινούνται σε τροχιά έντασης και ρήξης αρκετό καιρό. Είναι δε ιδιαίτερα ανησυχητική η διαπίστωση ότι σχέδια των τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων προσβλέπουν στη χρησιμοποίηση της χώρας μας ως άλλοθι σε μία ενδεχόμενη επέμβαση του στρατού στα πολιτικά πράγματα της γείτονας. Το πιο ανησυχητικό απ’ όλα, όμως, είναι ότι η ύπαρξη τέτοιων σχεδίων ομολογείται ανερυθρίαστα από τους στρατιωτικούς ακυρώνοντας, εκ των πραγμάτων, τις τελευταίες εκδοχές της «ελληνο-τουρκικής φιλίας».

Κ. Βοσπορίτης, ο νεώτερος
kbocporitis.jr@gmail.com

Το Παρόν της Κυριακής - 24/01/2010


Για περισσότερα...

20/1/10

Ο ΕΝΤΑΦΙΑΣΜΟΣ ΤΟΥ «ΤΟΥΡΚΟΪΣΡΑΗΛΙΝΟΥ ΑΞΟΝΑ» ΚΑΙ ΟΙ ΝΕΟΙ ΣΥΣΧΕΤΙΣΜΟΙ


(AP Photo, 11 Ιανουαρίου 2010)

Στα πρόθυρα της απόλυτης ρήξης έφτασαν οι τουρκοϊσραηλινές σχέσεις μετά το πρόσφατο διπλωματικό επεισόδιο στο Τελ Αβίβ. Η εξέλιξη αυτή συνδέεται με τον γενικότερο προσανατολισμό της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής στη Μέση Ανατολή και όχι μόνο.

Το νέο διπλωματικό επεισόδιο που σημειώθηκε μεταξύ Άγκυρας και Τελ Αβίβ, στο οποίο εμπλέκονται ο ισραηλινός υφυπουργός Εξωτερικών Ντανιέλ Αγιαλόν και ο τούρκος πρέσβης Ογούζ Τσελίκολ, επιβεβαιώνει περίτρανα την άποψη ότι οι τουρκοϊσραηλινές σχέσεις βρίσκονται εδώ και κάποιο διάστημα σε τροχιά ρήξης.

Οι σχέσεις των δύο χωρών διήνυσαν ήδη μια μακρά περίοδο έντασης ξεκινώντας από: α) Τη διακοπή των συροϊσραηλινών διαπραγματεύσεων, στις οποίες η Άγκυρα είχε αναλάβει (υποτίθεται) τον ρόλο του διαμεσολαβητή, β) τη δημόσια αποδοκιμασία, λίγο μετά, του ισραηλινού Προέδρου στο Νταβός και γ) τον αποκλεισμό, το φθινόπωρο, της ισραηλινής αεροπορίας από κοινές ασκήσεις διεξαγόμενες σε τουρκικό έδαφος, στις οποίες συμμετείχαν και οι Ηνωμένες Πολιτείες. Η πρόσφατη προσβολή του τούρκου πρέσβη από τους Ισραηλινούς είναι δηλαδή απόρροια μιας σχετικά μακρόχρονης τριβής στις σχέσεις των δύο χωρών και δεν πρέπει να θεωρηθεί «κεραυνός εν αιθρία».

Οι λόγοι που οδήγησαν σε κατάρρευση τον τουρκοϊσραηλινό άξονα είναι πολύπλοκοι. Μπορούν να συνοψιστούν στην αλλαγή στάσης των δύο πλευρών εξαιτίας της επελθούσας αλλαγής στα εθνικά συμφέροντά τους. Και αυτή η αλλαγή αποτυπώθηκε με τον πιο έντονο τρόπο κυρίως στην εξωτερική πολιτική που εφήρμοσε η Άγκυρα στην περιοχή, καθώς τα περιθώρια ελιγμών των Ισραηλινών στην περιοχή είναι στενά και λίγο ως πολύ δεδομένα. Η Τουρκία, λοιπόν, ακολουθεί απροκάλυπτα πλέον, λόγω ίσως και του ιδεολογικού προσανατολισμού που ιδιάζει στην ισλαμική κυβέρνηση του ΑΚΡ, μια πολιτική προσέγγισης –αν όχι και ανοιχτής στήριξης– των ισλαμικών και ριζοσπαστικών καθεστώτων και κινημάτων στη Μέση Ανατολή.
Οι προσπάθειες προσέγγισης της Άγκυρας με: α) την Τεχεράνη, που αν τελικά ευοδωθούν θα προσφέρουν διέξοδο στο καθεστώς των μουλάδων, β) τη Συρία, η οποία έχει ανοιχτούς λογαριασμούς με το Ισραήλ και γ) τα κινήματα ισλαμικού χαρακτήρα, όπως η Χαμάς (Γάζα) κ.λπ., δεν είναι παρά απτές αποδείξεις της εν λόγω νέας πορείας.

Η στάση της ισλαμικής κυβέρνησης ΑΚΡ, ωστόσο, δεν έχει ενοχλήσει μόνο το Ισραήλ, όπως πολλοί πιστεύουν. Πρόσφατες τουρκικές ενέργειες έφεραν στην επιφάνεια μια από καιρό υφέρπουσα ένταση στις σχέσεις και με άλλες περιφερειακές χώρες. Μια τέτοια περίπτωση είναι και η Αίγυπτος. Η εν λόγω ένταση εκφράστηκε με χαρακτηριστικό τρόπο και με αφορμή ανθρωπιστική αποστολή προοριζόμενη για τη Λωρίδα της Γάζας. Η αποστολή, στην οργάνωση της οποίας φαίνεται ότι συμμετείχαν και τουρκικές οργανώσεις, αντιμετώπισε σοβαρά προβλήματα από τις αιγυπτιακές αρχές διασχίζοντας τα χερσαία σύνορα για να εισέλθει στη Γάζα (από την Αίγυπτο). Η αιγυπτιακή στάση ερμηνεύτηκε από την πλειονότητα των τούρκων αναλυτών ως ένδειξη δυσαρέσκειας του καθεστώτος Μουμπάρακ προς την Τουρκία.
Συγκεκριμένα το Κάιρο είναι έντονα ενοχλημένο από τη στήριξη που παρέχει η ισλαμική κυβέρνηση της Τουρκίας στη Χαμάς, καθώς την προσλαμβάνει ως προσπάθεια υπονόμευσης του «ρόλου» του στην επίλυση του Παλαιστινιακού, αλλά και γενικότερα της θέσης του στον αραβικό και ισλαμικό κόσμο.

Τα παραπάνω στοιχεία συνηγορούν στο ότι η Άγκυρα έχει απολέσει εκ των πραγμάτων τον χαρακτήρα ουδέτερης χώρας, τον οποίο πρόβαλλε ως πρόσχημα για την ανάμειξή της στις περιφερειακές διαφορές, επιδιώκοντας ουσιαστικά την προώθηση των εθνικών της συμφερόντων. Κυρίως, όμως, αποδεικνύουν την απομάκρυνση της ισλαμικής κυβέρνησης ΑΚΡ από την Ουάσινγκτον, πλησιάζοντας ολοένα και περισσότερο τη Ρωσία και την «αντι-αμερικανική» παράταξη. Η Αθήνα και η Λευκωσία δεν έχουν παρά να δώσουν βάση στους υπό διαμόρφωση νέους συσχετισμούς δυνάμεων στην περιοχή, καθώς προσφέρονται σημαντικές ευκαιρίες βελτίωσης των θέσεών μας στο διεθνές στερέωμα και –με κατάλληλο συντονισμό και δράση– για τη θετική έκβαση των χρόνιων ζητημάτων που αντιμετωπίζουμε.

Κ. Βοσπορίτης, ο νεώτερος

Το Παρόν της Κυριακής - 17/1/2010

Για περισσότερα...

13/1/10

Για την επαναλειτουργία της Χάλκης η Άγκυρα ζητά ανταλλάγματα στη Δυτική Θράκη


Aνταλλάγματα στη Δυτική Θράκη ζητά επίμονα η Άγκυρα για να παραχωρήσει άδεια επαναλειτουργίας στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης. Τα αιτήματα της τουρκικής ηγεσίας, η οποία επιδιώκει τη μονόπλευρη εφαρμογή της αρχής της αμοιβαιότητας, κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, καθώς επιβεβαιώνουν την ύπαρξη οργανωμένου σχεδίου τουρκοποίησης/μουσουλμανοποίησης μέρους της ελληνικής επικράτειας.

Με αφορμή τη θύελλα που προκάλεσε η κατάθεση του Οικουμενικού Πατριάρχη σε αμερικανικό τηλεοπτικό σταθμό αναφορικά με τις απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης του ελληνορθόδοξου στοιχείου στην Τουρκία, η Άγκυρα αύξησε τις πιέσεις της προς την Αθήνα για την εκ μέρους της παραχώρηση ανταλλαγμάτων στη Δ. Θράκη.

Την εβδομάδα που κύλησε, η τουρκική ηγεσία εξαπέλυσε ένα προσεγμένο επικοινωνιακό σχέδιο για να κλέψει τις εντυπώσεις στο θέμα της επαναλειτουργίας της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης, αυτοπροβαλλόμενη με τον τρόπο αυτόν ως «διαλλακτική» χώρα στη διεθνή κοινή γνώμη. Ο ισλαμιστής πρωθυπουργός της χώρας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, σε συνέντευξη που παραχώρησε στο τουρκικό περιοδικό «Κριτέρ», τηρεί μια σκληρή στάση έναντι του θέματος, επικαλούμενος νομικά κωλύματα, τα οποία «αναφύονται» από το εκπαιδευτικό σύστημα της γείτονος χώρας. Στην εν λόγω συνέντευξη, ο Ερντογάν βρήκε την ευκαιρία να επανέλθει στο θέμα της Δ. Θράκης, το οποίο είχε θίξει κοντά σε άλλα (Αιγαίο, Κύπρος) με επιστολή που απηύθυνε προς τον έλληνα πρωθυπουργό προ ολίγων εβδομάδων. Ο ισλαμιστής ηγέτης ζητά από την Αθήνα να προβεί βάσει της αρχής της αμοιβαιότητας σε παραχωρήσεις όσον αφορά τα αιτήματα της μουσουλμανικής μειονότητας της Δ. Θράκης, σε αντιστάθμισμα της επαναλειτουργίας της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης. Συγκεκριμένα ζητά ευνοϊκές ρυθμίσεις στο θέμα της εκλογής του Μουφτή, της αντιμετώπισης της μουσουλμανικής ηγεσίας, της μείωσης της ανεργίας στις τάξεις της μειονότητας και της δράσης των μειονοτικών συλλόγων. Ο Πρόεδρος, Αμπντουλάχ Γκιουλ, από τη μεριά του, φάνηκε πιο συγκρατημένος και διαλλακτικός. Σε συνέντευξη που παραχώρησε στο CNN-Turk, τάχθηκε κατά των διακρίσεων προς τους μη μουσουλμάνους πολίτες της χώρας και επεσήμανε ότι η εφαρμογή της αρχής της αμοιβαιότητας στα θέματα της αναγνώρισης των μειονοτικών δικαιωμάτων τον βρίσκει αντίθετο. Ωστόσο, ο Γκιουλ σημείωσε ότι οι «συνθήκες» υπό τις οποίες διαβιώνουν οι μουσουλμανικές μειονότητες σε γειτονικές χώρες, κράτη μέλη της ΕΕ, υπονοώντας την Ελλάδα, «εμποδίζουν τη λήψη των επιθυμητών μέτρων» εκ μέρους της Άγκυρας.

Υπέρ του τουρκικού αιτήματος για ελληνικές παραχωρήσεις βάσει της αρχής της αμοιβαιότητας τάχθηκε και μερίδα του τουρκικού Τύπου. Η ημερήσια «Μιλιέτ» πρόβαλε το θέμα στο πρωτοσέλιδό της, ενώ η «Χουριέτ» φιλοξένησε αναλύσεις που αναφέρονταν στο συγκεκριμένο θέμα, όπως εκείνη του Σουκρού Κιουτσούκσαχιν (Μικρός Ιέραξ). Στο άρθρο του ο Κιουτσούκσαχιν υποστηρίζει ότι η Άγκυρα δεν έχει κανένα δισταγμό αναφορικά με την επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής, αλλά σημειώνει ότι αυτό εξαρτάται από τη στάση που θα τηρήσει η Αθήνα και τα ανταλλάγματα που θα δεχθεί να παραχωρήσει. Και συνεχίζει αποκαλύπτοντας τις προτάσεις που έχουν γίνει στην ελληνική κυβέρνηση για: α) τη χρήση του όρου «τουρκικό» για τις μειονοτικές οργανώσεις και συλλόγους, β) την παραχώρηση άδειας ανίδρυσης τεμένους στην ελληνική πρωτεύουσα και γ) την παραχώρηση νεκροταφείου σε μουσουλμάνους μετανάστες, οι οποίοι αναγκάζονται να μεταφέρουν τις σoρούς των αποθανόντων ομόθρησκών τους στη Θράκη!

Ας σημειωθεί ακόμη ότι ο τουρκικός Τύπος έδωσε έμφαση στο περιεχόμενο της έκθεσης της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης (ΚΣΣΕ) αναφορικά με τις μη μουσουλμανικές μειονότητες της Τουρκίας και τη μουσουλμανική μειονότητα στη Δ. Θράκη, η οποία οδεύει προς ψήφιση στα τέλη του τρέχοντος μηνός. Το σχέδιο της έκθεσης υιοθετεί συστάσεις λίαν αυστηρές προς την Ελλάδα, όπως την αναγνώριση του δικαιώματος της εκλογής του Μουφτή από τη μειονότητα, την υιοθέτηση νομοσχεδίου που θα ρυθμίζει τον διορισμό των μειονοτικών στον δημόσιο τομέα, τη συμμόρφωση με τις αποφάσεις του ΕΔΑΔ κ.λπ., ενώ ζητά από την Τουρκία να άρει τους περιορισμούς που εφαρμόζει στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Ο τουρκικός Τύπος πάντως έσπευσε να ερμηνεύσει τις εν λόγω συστάσεις ως πρόσκληση της ΚΣΣΕ στις δύο πρωτεύουσες να αγνοήσουν τη ρήτρα της αμοιβαιότητας! Και αυτό γιατί προφανώς οι συστάσεις προς τις δύο χώρες είναι μάλλον ασύμμετρες, δηλαδή ευνοούν την Τουρκία (η οποία, ούσα επιφανειακά δημοκρατική, ούτως ή άλλως είναι συνηθισμένη σε τέτοιου είδους συστάσεις, τις οποίες αγνοεί κατά πάγια τακτική της), και δεσμεύουν την Ελλάδα, η οποία πρέπει να ανταποκριθεί ως ευρωπαϊκή χώρα!

Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία πια ότι η Άγκυρα έχει βάλει στο στόχαστρο τη Δ. Θράκη! Οι πιέσεις που ασκεί η Άγκυρα στην Αθήνα για την εφαρμογή της ρήτρας της αμοιβαιότητας σε θέματα σεβασμού θεμελιωδών μειονοτικών δικαιωμάτων είναι ένδειξη δυσπιστίας και απουσίας καλής πίστης εκ μέρους της. Εκείνο που θα πρέπει να μας προβληματίζει, όμως, είναι η αποκάλυψη ότι η Άγκυρα αυτοπροβάλλεται ως ηγέτιδα όλων των μουσουλμάνων της Ελλάδας, είτε πρόκειται για τη μειονότητα στη Δ. Θράκη είτε για τους μετανάστες, υιοθετώντας και προασπίζοντας τα αιτήματά τους! Η μονόπλευρη και διευρυμένη εφαρμογή της ρήτρας της αμοιβαιότητας την οποία ουσιαστικά επιζητά η Άγκυρα πρέπει να απορριφθεί σθεναρά και επίσημα, ούτως ώστε να μην υπάρχει καμία αμφιβολία περί των προθέσεών μας!

Κ. Βοσπορίτης, ο νεώτερος

Το Παρόν της Κυριακής - 10/1/2010

Για περισσότερα...

5/1/10

Το μέλλον του Κιρκούκ και οι επιδιώξεις της Άγκυρας



(Σκίτσο του Κασίμ Χ.Ζ., «N.Y. Times» - 19/08/2010)

Την έντονη κινητικότητα της Τουρκίας έχει προκαλέσει ο προγραμματισμός των γενικών εκλογών στο Ιράκ για την άνοιξη του ερχόμενου έτους. Το αμείωτο ενδιαφέρον της Άγκυρας για τις επικείμενες εκλογές συνδέεται άμεσα με την πολιτική που ακολουθεί για το Βόρειο Ιράκ.

Οι πρόσφατες εξελίξεις στο Ιράκ έστρεψαν και πάλι τα βλέμματα της Άγκυρας στη γειτονική της χώρα. Η ψήφιση του ιρακινού εκλογικού νόμου στις αρχές του τρέχοντος μηνός έφερε εκ νέου στο προσκήνιο τη συζήτηση περί διεξαγωγής γενικών εκλογών στη χώρα αυτή. Συγκεκριμένα, η 7η Μαρτίου του 2010 έχει οριστεί ως η νέα ημερομηνία διεξαγωγής των γενικών εκλογών, οι οποίες έχουν ήδη αναβληθεί αρκετές φορές έως σήμερα.

Το ενδιαφέρον της Τουρκίας για το Ιράκ συνδέεται άμεσα με το μέλλον του Βορείου Ιράκ και τους στόχους εθνικής ασφάλειας που επιδιώκει να πετύχει η Άγκυρα στην εν λόγω περιοχή. Η σημασία που δίνει η τουρκική πλευρά στην περιοχή προκύπτει από την αλλαγή στάσης της Τουρκίας, στην οποία συνέβαλε εκτός των άλλων και γνωστή ισλαμική αδελφότητα, προς την Αυτόνομη Κουρδική Περιοχή εδώ και έναν περίπου χρόνο. Τις ανεπίσημες συναντήσεις και διαπραγματεύσεις ακολούθησαν οι επίσημες επισκέψεις, με αποκορύφωμα εκείνη του αρχηγού της τουρκικής διπλωματίας Α. Νταβούτογλου στην πρωτεύουσα της Αυτόνομης Περιοχής, το Αρμπίλ, στα τέλη του περασμένου Οκτωβρίου. Λίγες μέρες πριν έλαβε χώρα ακόμη μία επίσκεψη υψηλού επιπέδου στην κουρδική πρωτεύουσα, εκείνη του υπεύθυνου για το «δημοκρατικό άνοιγμα» προς τις εθνικές και θρησκευτικές μειονότητες, του τούρκου υπουργού Εσωτερικών Μπεσίρ Αταλάι. Είναι γνωστό το ενδιαφέρον της Άγκυρας για την ενεργοποίηση του τριπλού (Τουρκία - ΗΠΑ - Ιράκ/Αυτόνομη Κουρδική Περιοχή) μηχανισμού συνεργασίας σε θέματα ασφάλειας, ο οποίος δρομολογήθηκε με τις ευλογίες της Ουάσινγκτον το φθινόπωρο του 2008. Η Τουρκία προσβλέπει στη συνεργασία μεταξύ των τριών χωρών για να μπορέσει να κάμψει την αντίσταση των κούρδων αγωνιστών του ΡΚΚ, που διατηρούν ορμητήρια και βάσεις στην περιοχή.

Ωστόσο, το τουρκικό ενδιαφέρον για την περιοχή δεν περιορίζεται μόνο στα θέματα εθνικής ασφαλείας της Τουρκίας, τη δράση δηλαδή του ΡΚΚ και την προοπτική ανεξαρτησίας της Αυτόνομης Κουρδικής Περιοχής. Η Άγκυρα επιδιώκει να αποκτήσει έμμεση μεν, αλλά ουσιαστική συμμετοχή στα πολιτικά πράγματα της περιοχής. Το ενδιαφέρον για την «τύχη» της τουρκομανικής μειονότητας στο Βόρειο Ιράκ προσφέρει το αναγκαίο πρόσχημα για την ανάμειξη στις εσωτερικές υποθέσεις της γείτονός της. Η μικρή τουρκομανική μειονότητα, την «κηδεμονία» της οποίας έχει αναλάβει η Άγκυρα από τις αρχές της δεκαετίας του '90, είναι συγκεντρωμένη κυρίως στον νομό Κιρκούκ. Το Κιρκούκ, συνεπώς, αποτελεί τον νομό-κλειδί της τουρκικής παρουσίας στο Βόρειο Ιράκ. Η σημασία τού εν λόγω νομού γίνεται ακόμη πιο εμφανής αν αναλογιστεί κανείς ότι το τελικό καθεστώς του Κιρκούκ, όπως και άλλων γειτονικών νομών, δεν έχει οριστικοποιηθεί ακόμη. Τους νομούς αυτούς, στους οποίους θα διεξαχθεί δημοψήφισμα όταν οι συνθήκες ωριμάσουν, τους διεκδικεί η Αυτόνομη Κουρδική Περιοχή. Εξάλλου, τα αρμόδια όργανα του ΟΗΕ έχουν ήδη ετοιμάσει σχέδιο για το μέλλον του Κιρκούκ, το οποίο ικανοποιεί τα τουρκικά αιτήματα.

Τέλος, πρέπει να υπογραμμίσουμε τα τεράστια οικονομικά οφέλη που θα αποκομίσει όποιος εξασφαλίσει τον έλεγχο της περιοχής, καθώς το Κιρκούκ διαθέτει πλούσια κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου. Να γιατί η Άγκυρα έχει κάθε λόγο να ασχολείται με καθετί ικανό να επηρεάσει τις επιδιώξεις της στην εν λόγω περιοχή.

Η Άγκυρα ακολουθεί στην περιοχή μια πολιτική βασισμένη στην εφαρμογή της πολιτικοστρατιωτικής ισχύος. Με όχημα τα ζητήματα ασφαλείας είτε της ίδιας είτε της τουρκομανικής μειονότητας, επιχειρεί να δημιουργήσει ερείσματα στο Βόρειο Ιράκ. Προσφέροντας ακόμη αμφίβολης αξίας υποσχέσεις, επιδιώκει να προσδέσει στο άρμα της την Αυτόνομη Κουρδική Περιοχή, η οποία πασχίζει να προσαρτήσει τον Νομό Κιρκούκ. Το παραπάνω τεκμαίρεται και από τις πρόσφατες στενές επαφές που συνήψε η Άγκυρα τόσο με την ηγεσία του Ιρακινού Τουρκμανικού Μετώπου όσο και με εκείνη της Βαγδάτης.

Είναι, λοιπόν, πασιφανές ότι η Άγκυρα δρομολογεί «σχέδια» για να υπερασπιστεί το εθνικό της συμφέρον στο Βόρειο Ιράκ με πρόσχημα τόσο την εθνική ασφάλειά της όσο και την «προστασία» της τουρκομανικής μειονότητας - εξαιρετικά μικρής σε εθνική εμβέλεια. Έχουμε, συνεπώς, κάθε λόγο να παρακολουθούμε τις εξελίξεις σε αυτή την περιοχή της Μέσης Ανατολής κατά την προσεχή περίοδο, καθώς τα τουρκικά «πειράματα» στο «εργαστήριο» του Κιρκούκ αποτελούν τη συνέχεια εκείνων που ήδη έλαβαν χώρα στην Αλεξανδρέττα (1938-39) και την Κύπρο, και δεν είναι απίθανο, αν συνεχιστεί η αλλοπρόσαλλη διαχείριση των εθνικών μας θεμάτων, να αποτελέσουν προηγούμενο για την εφαρμογή παρόμοιων σχεδίων και στην περιοχή μας.

Κ. Βοσπορίτης, ο νεώτερος

Το Παρόν της Κυριακής - 3/1/2010


Για περισσότερα...

1/1/10

Άρση της θεώρησης εισόδου ζητάει και η Τουρκία


Mε αφορμή την κατάργηση της θεώρησης εισόδου (visa) για τη Σερβία, το Μαυροβούνιο και την ΠΓΔτΜ, η Άγκυρα δεν έχασε την ευκαιρία να ζητήσει από την Ευρωπαϊκή Ένωση την παροχή του ίδιου δικαιώματος και για τους πολίτες της. Η εκδήλωση «πρόωρων» απαιτήσεων εκ μέρους της Τουρκίας συνδέεται άμεσα με την εκπλήρωση των προϋποθέσεων για την παροχή του εν λόγω προνομίου.

Επικριτική υπήρξε η στάση της τουρκικής ηγεσίας μετά την ανακοίνωση της άρσης της θεώρησης εισόδου για τους πολίτες της Σερβίας, του Μαυροβουνίου και της ΠΓΔτΜ που επιθυμούν να ταξιδέψουν στις χώρες της ΕΕ (Ζώνη Σένγκεν). Ο αποκλεισμός των τούρκων πολιτών από το προνομιακό αυτό καθεστώς εισόδου εγείρει μια σειρά τεχνικών, πολιτικών και οικονομικών ζητημάτων που αναμένουν την
επίλυσή τους.

Ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών, Α. Νταβούτογλου, φάνηκε να στηρίζει την απόφαση των Βρυξελλών για άρση της θεώρησης εισόδου για τις χώρες των δυτικών Βαλκανίων. Εξέφρασε ακόμη την άποψη ότι η άρση της θεώρησης θα πρέπει να επεκταθεί με τρόπο ώστε να καλύψει και τις υπόλοιπες βαλκανικές χώρες, συγκεκριμένα τη Βοσνία και την Αλβανία. Δεν έκρυψε τη δυσανασχέτηση του, όμως, για την απόφαση των Ευρωπαίων να μη συμπεριλάβουν στις χώρες που θα επωφεληθούν από την άρση της θεώρησης εισόδου και την Τουρκία. Ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών δήλωσε, λοιπόν, ότι θα επιδιώξουν να φέρουν σε πέρας το συντομότερο δυνατόν όλες τις τεχνικές και γραφειοκρατικές υποχρεώσεις τους για να μπορέσουν να επωφεληθούν από το ίδιο προνομιακό καθεστώς εισόδου στη Ζώνη Σένγκεν. Ωστόσο, ο Νταβούτογλου συμπλήρωσε λέγοντας ότι «σε περίπτωση που δεν αρθεί η θεώρηση εισόδου μετά την εκπλήρωση των τεχνικών προϋποθέσεων, τότε αυτό θα το θεωρήσουμε ως διάκριση εις βάρος της χώρας μας».

Η δυσαρέσκεια της Άγκυρας φαίνεται να προκύπτει από το γεγονός ότι για ορισμένες από τις χώρες που απαλλάχθηκαν από την υποχρέωση της θεώρησης εισόδου δεν έχει καν αναγνωριστεί το καθεστώς της υποψήφιας χώρας. Αντιθέτως, η Τουρκία αντιλαμβάνεται ότι όχι μόνο η ίδια είναι υποψήφια προς ένταξη χώρα εδώ και μία δεκαετία, αλλά βρίσκεται μάλιστα στη φάση των «διαπραγματεύσεων». Πιστεύει, δηλαδή, ότι «αδικείται κατάφωρα». Εντούτοις, η γείτων χώρα παραβλέπει το γεγονός ότι οφείλει να εκπληρώσει μια σειρά από προϋποθέσεις για να χαίρουν οι πολίτες της το καθεστώς ελεύθερης εισόδου στην ΕΕ. Κατʼ αρχάς, θα πρέπει να υιοθετήσει τη χρήση των νέων βιομετρικών διαβατηρίων, που δεν έχει κάνει ακόμα. Κατά δεύτερον λόγο θα πρέπει να εξασφαλιστεί η διαφύλαξη των συνόρων της χώρας σε ικανοποιητικό βαθμό. Κατά τρίτον λόγο, η Άγκυρα οφείλει να λάβει τα απαραίτητα μέτρα για την καταπολεμήσει του οργανωμένου εγκλήματος. Και το σημαντικότερο να υπογράψει επιτέλους τη συμφωνία για τη διαδικασία επαναπροώθησης των μη νόμιμα εισελθόντων ατόμων στην ΕΕ, η διαπραγμάτευση της οποίας είχε διακοπεί το 2006.

Βάσει της συμφωνίας αυτής η Άγκυρα θα αναγκαστεί να δεχθεί τους λαθρομετανάστες που εισήλθαν σε ευρωπαϊκό έδαφος μέσω της Τουρκίας. Συνεπώς, η Άγκυρα θα αναγκαστεί να επωμισθεί ένα τεράστιο οικονομικό κόστος στην περίπτωση που συνάψει τη συμφωνία για την επαναπροώθηση των λαθρομεταναστών που εισήλθαν στις ευρωπαϊκές χώρες μέσω αυτής. Ζητάει, λοιπόν, στις Βρυξέλλες να μοιραστούν το οικονομικό βάρος!

Σύμφωνα με στοιχεία της FRONTEX, πάνω από 43.000 άτομα εισήλθαν παράνομα στην ΕΕ –συγκεκριμένα μέσω της χώρα μας– διά ξηράς και θαλάσσης, μέσω της Τουρκίας το 2008. Το θέμα μάς αφορά, δηλαδή, άμεσα. Η απροθυμία της Άγκυρας να αναλάβει τις υποχρεώσεις της στο θέμα της λαθρομετανάστευσης είναι δεδομένη και έχει ξεκινήσει ήδη να ψάχνει αφορμές για να διαφύγει. Φανταστείτε τι θα γινόταν αν είχε αρθεί και η άδεια θεώρησης! Για να μη θίξουμε και το έντονο «δημογραφικό» πρόβλημα που θα είχαμε να αντιμετωπίσουμε. Ας ευχηθούμε μόνο ότι κατά τη δύσκολη αυτή οικονομική περίοδο που διανύει η χώρα, η ηγεσία μας δεν θα λησμονήσει να κάνει τουλάχιστον τους απαραίτητους χειρισμούς για να μην υποστούμε τις πολύπλευρες συνέπειες που μπορεί να έχει η αρνητική στάση της γείτονος χώρας στο να επωμισθεί τις ηθικές, πολιτικές και οικονομικές της υποχρεώσεις απέναντι στην ΕΕ και τους μετανάστες, οι οποίοι εξακολουθούν να διασχίζουν ανύποπτοι τα εδάφη της.

Κ. Βοσπορίτης, ο νεώτερος

Το Παρόν της Κυριακής - 27/12/2009

Για περισσότερα...