28/7/10

Ο Στρατός στο «στόχαστρο» της ισλαμικής κυβέρνησης;


(Σκίτσο του Εμρέ Οζντεμίρ, "Ζαμάν", 25/11/2009)

Στο στόχαστρο της ισλαμικής κυβέρνησης περιέρχονται οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις, μετά την έναρξη της συζήτησης για την άρση των διατάξεων που παρέχουν το δικαίωμα στον Στρατό να παρεμβαίνει στα πολιτικά πράγματα. Αυτές οι επικοινωνιακού χαρακτήρα τακτικές κινήσεις προδίδουν την πρόθεση της κυβέρνησης να αυξήσει την πίεση επί των στρατιωτικών εν όψει του δημοψηφίσματος του Σεπτεμβρίου.

Την εβδομάδα που πέρασε εγκαινιάστηκε η δημόσια συζήτηση περί άρσης των διατάξεων που δίνουν το δικαίωμα στον τουρκικό Στρατό να παρεμβαίνει στο πολιτικό σύστημα. Τα ισλαμικά κέντρα εξουσίας αποφάσισαν να φέρουν το θέμα στην Εθνοσυνέλευση κατόπιν πρόκλησης που είχε δεχτεί η παράταξή τους από τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης Αλί Κιλιτσντάρογλου κατά την ψήφιση της συνταγματικής αναθεώρησης πριν από λίγο διάστημα.

Λίγα εικοσιτετράωρα πριν από την παύση των εργασιών της τουρκικής Εθνοσυνέλευσης, η συζήτηση επικεντρώθηκε στο άρθρο 35 του νόμου περί της εσωτερικής λειτουργίας των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων. Σύμφωνα με το εν λόγω άρθρο, οι ένοπλες δυνάμεις έχουν καθήκον να «υπερασπίζονται και να περιφρουρούν τη χώρα και την Τουρκική Δημοκρατία, όπως αυτή ορίζεται από το Σύνταγμα». Το αξιοσημείωτο είναι ότι το άρθρο αυτό είχε θεσμοθετηθεί με πρωτοβουλία του στρατιωτικού καθεστώτος του 1961 και έκτοτε πρόσφερε τη νομική βάση για τα στρατιωτικά πραξικοπήματα και τις παρεμβάσεις που ακολούθησαν.

Την πρόκληση του Α. Κιλιτσντάρογλου, ο οποίος είχε κατηγορήσει τον ισλαμιστή πρωθυπουργό Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν για υποκρισία –εννοώντας ατολμία– κατά την ψήφιση των άρθρων της συνταγματικής αναθεώρησης πριν από λίγο διάστημα, φάνηκε να δέχτηκε το ισλαμικό κόμμα ΑΚΡ. Έτσι, το επιτελείο του ισλαμιστή πρωθυπουργού έλαβε οδηγίες να ετοιμάσει ένα σχέδιο με εναλλακτικές λύσεις για την τροποποίηση (ή άρση) του άρθρου 35 και να φέρει το θέμα στην ημερήσια διάταξη. Εξάλλου, πριν από λίγες μέρες ηγετικές φυσιογνωμίες της ισλαμικής παράταξης, όπως ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Αμπντουλάχ Γκιουλ και ο πρόεδρος της Εθνοσυνέλευσης Μεχμέτ Αλί Σαχίν, εκφράστηκαν δημοσίως υπέρ της τροποποίησης του άρθρου. Ο Γκιουλ δήλωσε συγκεκριμένα ότι θεωρεί ορθό η κυβέρνηση και η αντιπολίτευση να επιδιώξουν την τροποποίηση του άρθρου ώστε να μη δοθεί νέα ευκαιρία εκμετάλλευσής του, εννοώντας προφανώς εκ μέρους των στρατιωτικών. Από τη μεριά του ο Σαχίν συμφώνησε επίσης με την ανάγκη τροποποίησής του και εξέφρασε την πεποίθηση ότι η μη τροποποίησή του έως τις ημέρες μας συνιστά σημαντική παράλειψη.

Είναι, ωστόσο, εμφανής η πρόθεση της ισλαμικής κυβέρνησης να κρατήσει υψηλούς τους τόνους με αφορμή την άτυπη έναρξη της εκστρατείας για το δημοψήφισμα του Σεπτέμβρη. Η κίνηση της ισλαμικής παράταξης αναφορικά με την τροποποίηση του επίμαχου άρθρου έτυχε υποστήριξης και μεταξύ του ισλαμικού Τύπου, ο οποίος εκτός των άλλων αναμόχλευσε και θέματα που άπτονται των οικονομικών συμφερόντων του Στρατού. Συγκεκριμένα, εμφανίστηκαν δημοσιεύματα που ήθελαν ο προς ψήφιση νόμος να περιέχει τροποποιήσεις που θα αφαιρούσαν φορολογικά προνόμια από το Μετοχικό Ταμείο Στρατού (ΟΥΑΚ) έναντι του δικαιώματος συμμετοχής του Ταμείου σε διαγωνισμούς ανάληψης έργων του Δημοσίου. Το εν λόγω Ταμείο συνιστά ένα άλλο μεγάλο κεφάλαιο που αφορά την ιστορία εγκαθίδρυσης της εξουσίας της στρατιωτικής παράταξης στη γείτονα, αρχής γενομένης από το 1961, όταν αυτό θεσπίστηκε από το στρατιωτικό καθεστώς της εποχής. Η δημοσίευση και μόνο άρθρων περί ενδεχόμενων περιορισμών ή μεταβολών στο καθεστώς του Ταμείου, το οποίο αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους πυλώνες της οικονομικής και πολιτικής εξουσίας του Στρατού στην Τουρκία, δεν μπορεί παρά να συνιστά κίνηση «εκφοβισμού» και ενδεχόμενη προειδοποίηση για τις πραγματικές προθέσεις των ισλαμιστών.

Η χρονική στιγμή της συζήτησης διατάξεων που αφορούν τα καθήκοντα και τις υποχρεώσεις των στρατιωτικών θα πρέπει να γίνει αντιληπτή αφενός ως προσπάθεια άσκησης πίεσης στους στρατιωτικούς εν όψει της θέσης της αναθεώρησης του στρατιωτικού συντάγματος σε λαϊκή ετυμηγορία προσεχώς, και αφετέρου ως κίνηση τακτικής, με απώτερο στόχο την υπονόμευση του κύρους του νεοεκλεγέντος αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, που φάνηκε να πιστεύει ότι με την πρόταση που απηύθυνε θα μπορούσε να φέρει σε «αδιέξοδο» την ισλαμική κυβέρνηση.

Κ. Βοσπορίτης, ο νεώτερος

Το Παρόν της Κυριακής - 25/7/2010

Για περισσότερα...

21/7/10

Μετά την αποτυχία του «Δημοκρατικού Ανοίγματος» στην Τουρκία ιδρύεται ειδική στρατιωτική μονάδα φρούρησης της μεθορίου


(Σκίτσο του Ορχάν Ντογού - 1953)

Την πρόθεσή της να δημιουργήσει ειδικές στρατιωτικές μονάδες για την ασφάλεια της μεθορίου στα νοτιοανατολικά της χώρας ανακοίνωσε η ισλαμική κυβέρνηση ΑΚΡ. Το ενδεχόμενο ίδρυσης των μονάδων στοχεύει στην αποκατάσταση της εικόνας της κυβέρνησης η οποία αδυνατεί να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά με τα πολιτικά μέσα που διαθέτει τις επιθέσεις των κούρδων αγωνιστών.

Την εβδομάδα που κύλησε, η ισλαμική κυβέρνηση ΑΚΡ ανακοίνωσε τα σχέδιά της να προωθήσει τη σύσταση νέων στρατιωτικών μονάδων, οι οποίες θα είναι επιφορτισμένες με τη φύλαξη των συνόρων στη νοτιανατολική Μικρά Ασία. Η είδηση έγινε γνωστή μετά τις συνομιλίες που είχε ο πρωθυπουργός Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, με τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Αλί Κιλιτσντάρογλου, αναφορικά με τα σχέδια περιορισμού της δράσης των κούρδων αγωνιστών στις ανατολικές επαρχίες της χώρας, οι οποίοι εισέρχονται συχνά στην τουρκική επικράτεια από τις γειτονικές χώρες, όπως το Ιράκ, όπου διαθέτουν τις βάσεις τους.

Το σχέδιο της ισλαμικής κυβέρνησης, σύμφωνα με όσα άφησε να εννοηθούν ο ισλαμιστής πρωθυπουργός σε κομματική συγκέντρωση που πραγματοποιήθηκε την επομένη, δεν προβλέπει τη σύσταση νέου σώματος ασφαλείας, αλλά μιας νέας μονάδας η οποία θα απαρτίζεται από μη κληρωτούς στρατιώτες. Κατά κάποιο τρόπο, δηλαδή, οι στρατιώτες αυτοί θα έχουν το καθεστώς επαγγελματιών στρατιωτών και θα υπηρετούν για τουλάχιστον μία πενταετία με δυνατότητα παράτασης της σύμβασής τους.

Ο νέος ηγέτης του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος φάνηκε να μην επιθυμεί να πάρει ανοιχτά θέση προς το παρόν, προφασιζόμενος ότι δεν τους έχουν ανακοινωθεί ακόμη οι λεπτομέρειες του σχεδίου. Ωστόσο, ο Κιλιτσντάρογλου, απευθυνόμενος στον Ερντογάν, δεν λησμόνησε να υπενθυμίσει ότι η κυβέρνηση οφείλει να λάβει οικονομικά και πολιτικά μέτρα για να περιορίσει τη δράση του ΡΚΚ, προσπαθώντας ίσως έτσι να διορθώσει την παράλειψή του επί του ίδιου θέματος κατά την ομιλία του λίγο μετά την ανάληψη των καθηκόντων του τον Μάιο. Συγκεκριμένα πρότεινε εκτός των άλλων την τροποποίηση του εκλογικού νόμου, ο οποίος ορίζει πανεθνικό όριο 10% για την είσοδο ενός κόμματος στην τουρκική εθνοσυνέλευση. Σύμφωνα με τον Κιλιτσντάρογλου το όριο αυτό θα πρέπει να μειωθεί στο 7% επιτρέποντας την πολιτική εκπροσώπηση μικρότερων κομμάτων. Απ' ό,τι διέρρευσε στον Τύπο ο ισλαμιστής πρωθυπουργός απέρριψε την εν λόγω πρόταση με το πρόσχημα ότι κάτι τέτοιο θα οδηγήσει στην αποσταθεροποίηση του πολιτικού συστήματος της χώρας υπονοώντας τις κυβερνήσεις συνασπισμού της δεκαετίας του '90. Ο ισλαμιστής πρωθυπουργός αρνήθηκε πάντως να συναντηθεί και να ενημερώσει σχετικά με αυτό το θέμα τους ηγέτες του ακροδεξιού Κόμματος της Εθνικιστικής Δράσης, Ντεβλέτ Μπαχτσελί, και του κουρδικού Κόμματος της Ειρήνης και της Δημοκρατίας προσάπτοντας στο μεν πρώτο την τήρηση μιας αρνητικής και αδιάλλακτης στάσης και στο δε τελευταίο την παροχή πολιτικής στήριξης στους κούρδους αγωνιστές του ΡΚΚ.

Ανεξάρτητα από την τελική μορφή που θα πάρει το σχέδιο για την ίδρυση επαγγελματικών μονάδων φύλαξης της τουρκικής μεθορίου στη νοτιοανατολική Μικρά Ασία, είναι γεγονός ότι ισλαμική κυβέρνηση και τουρκικός στρατός απέτυχαν παταγωδώς να κάμψουν την αντίσταση των κούρδων αγωνιστών μία και πλέον δεκαετία μετά την «παράδοση» του ηγέτη τους στις τουρκικές μυστικές υπηρεσίες. Αντιθέτως, οι απώλειες τόσο του τουρκικού στρατού όσο και του άμαχου πληθυσμού συνεπεία της δράσης της οργάνωσης στην περιοχή, έχουν φέρει σε δυσμενή θέση την κυβέρνηση, η οποία γίνεται δέκτης επικριτικών σχολίων. Εξάλλου, εξίσου αναποτελεσματικό φαίνεται ότι υπήρξε και το σχέδιο περί «δημοκρατικού ανοίγματος» προς τους πληθυσμούς κουρδικής καταγωγής της γείτονος που είχε εξαγγείλει η ισλαμική κυβέρνηση πριν από περίπου ένα χρόνο. Όχι μόνο δεν σημειώθηκε καμία πρόοδος στην περιοχή, αλλά τόσο το κουρδικό κόμμα όσο και οι κουρδικοί πληθυσμοί δέχτηκαν πιέσεις από την κυβέρνηση, η οποία στάθηκε ανίκανη να διαχειριστεί το όλο θέμα. Μέλλει να δούμε σε τι βαθμό αποτελεσματικές θα είναι αυτήν τη φορά οι υπό σχεδιασμό επαγγελματικές μονάδες στην αντιμετώπιση των κούρδων αγωνιστών.

Κ. Βοσπορίτης, ο νεώτερος

Το Παρόν της Κυριακής - 18/7/2010

Για περισσότερα...

12/7/10

Παρέμβαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου για τη συνταγματική αναθεώρηση


("Συνταγματικό Δικαστήριο" και "Νέο Σύνταγμα" - Σκίτσο του Χασλέτ Σογιόζ, Μιλιέτ, 9/7/2010)

Το πράσινο φως για τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος τον προσεχή Σεπτέμβριο έδωσε το Συνταγματικό Δικαστήριο της Τουρκίας. Το ανώτατο δικαστήριο, ωστόσο, προκάλεσε τις επιδοκιμασίες της ισλαμικής κυβέρνησης για τη μερική διαγραφή άρθρων.

Την εβδομάδα που πέρασε το Συνταγματικό Δικαστήριο της Τουρκίας αποφάνθηκε έπειτα από πολύωρη συνεδρίαση (9,5 ώρες) επί της συνταγματικής αναθεώρησης που προωθεί η ισλαμική κυβέρνηση. Το ανώτατο δικαστήριο αρχικά εξέτασε την προσφυγή της αξιωματικής αντιπολίτευσης (Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα) για τη μη αποδοχή του πακέτου αναθεώρησης –με αιτιολογία παρατυπίες στη διαδικασία που ακολουθήθηκε– και την απέρριψε. Ωστόσο, τα μέλη του δικαστηρίου αποφάσισαν την εξέταση των άρθρων του πακέτου ως προς την ουσία, με αποτέλεσμα τη διαγραφή μέρους ορισμένων άρθρων.

Το Συνταγματικό Δικαστήριο παρενέβη σε άρθρα που αφορούσαν τη διαδικασία εκλογής και διορισμού των μελών του Συνταγματικού Δικαστηρίου και του Ανωτάτου Συμβουλίου Δικαστών και Εισαγγελέων. Συγκεκριμένα το ανώτατο δικαστήριο διέγραψε τις προτάσεις του άρθρου 16 που προέβλεπαν δικαίωμα μοναδικής ψήφου στο εκλεκτορικό σώμα όσον αφορά την εκλογή των μελών του Συνταγματικού Δικαστηρίου. Το ίδιο αποφάσισε και για το άρθρο 22 το οποίο ρυθμίζει την εκλογή των μελών του Ανώτατου Συμβουλίου Δικαστών και Εισαγγελέων (HSYK). Εξάλλου, από το ίδιο άρθρο αφαιρέθηκε η πρόταση που επέτρεπε σε ακαδημαϊκούς πέραν του κλάδου της νομικής, όπως των πολιτικών επιστημών και των οικονομικών επιστημών, να εκλεγούν σε μία από τις τέσσερις θέσεις που είναι αφιερωμένη σε αυτήν την κατηγορία λειτουργών στο Ανώτατο Συμβούλιο (HSYK).

Η απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου κατά περίεργο τρόπο δεν ικανοποίησε ούτε την κυβέρνηση, πράγμα αναμενόμενο, αλλά ούτε και την αντιπολίτευση. Η κυβέρνηση κατηγόρησε το ανώτατο δικαστήριο ότι με την εξέταση επί της ουσίας –και όχι επί της διαδικασίας– που προέβη επικαλούμενο το άρθρο 2 του Συντάγματος περί του χαρακτήρα του καθεστώτος, η αναθεώρηση του οποίου άρθρου απαγορεύεται ρητά από το Σύνταγμα, στην πραγματικότητα υπερέβη τις εξουσίες του, καθώς το πακέτο αναθεώρησης δεν έχει γίνει ακόμη νόμος του κράτους, κάτι που θα κριθεί από το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος το προσεχές φθινόπωρο. Από την άλλη η αντιπολίτευση εξέφρασε τη δυσαρέσκειά της για τη μη απόρριψη τουλάχιστον των άρθρων που επιδιώκουν να φέρουν μετατροπές στα σημαντικότερα όργανα της τουρκικής δικαιοσύνης.

Η ισλαμική κυβέρνηση ΑΚΡ είχε δρομολογήσει μια ευρεία αναθεώρηση του στρατιωτικού συντάγματος του 1982, η οποία ψηφίστηκε στα μέσα του Μαΐου. Ωστόσο, το κυβερνών κόμμα είχε αποτύχει να περάσει άρθρα που προέβλεπαν σημαντικές αλλαγές ως προς τη λειτουργία των πολιτικών κομμάτων και, το σημαντικότερο, δεν μπόρεσε να εξασφαλίσει την απαραίτητη πλειοψηφία που θα επέτρεπε την αυτόματη νομοθέτηση της συνταγματικής αναθεώρησης. Έτσι, βάσει της προηγούμενης συνταγματικής ρύθμισης που πέρασε επίσης επί ημερών του Ερντογάν, θα διεξαχθεί δημοψήφισμα για την αποδοχή ή απόρριψη του πακέτου αναθεώρησης από τον λαό.

Η απόφαση του Δικαστηρίου θεωρήθηκε από πολλούς ως παρέμβαση που κόμιζε ένα πολιτικό μήνυμα με αποδέκτη την ισλαμική κυβέρνηση ΑΚΡ. Όσον αφορά τη μετατροπή που υπέστη το άρθρο 16, το Συνταγματικό Δικαστήριο φαίνεται να επιχείρησε να παρεμποδίσει την πολιτική διείσδυση του ΑΚΡ στο ανώτατο δικαστήριο, μέθοδο που οι ισλαμιστές έχουν χρησιμοποιήσει για να αλώσουν τις διοικήσεις των πανεπιστημίων. Για δε το άρθρο 22, το οποίο αποκλείει ακαδημαϊκούς εκτός της νομικής επιστήμης, το δικαστήριο μάλλον έστειλε το μήνυμα ότι η δικαιοσύνη οφείλει να παραμείνει υπό τον έλεγχο όσων σχετίζονται άμεσα με τη δικαιοσύνη προστατεύοντάς την από πολιτικές επιρροές.

Παρά την παρέμβαση του ανώτατου δικαστηρίου και τη διαγραφή μέρους άρθρων του πακέτου αναθεώρησης, το ισλαμικό κόμμα πρέπει να είναι ικανοποιημένο ότι δεν τέθηκαν σοβαρότερα εμπόδια στη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος, η ημερομηνία διεξαγωγής του οποίου είναι φορτισμένη με έναν συμβολισμό εξαιρετικής σημασίας. Ως ημέρα διεξαγωγής του έχει επιλεγεί η 12η Σεπτεμβρίου, που συμπίπτει με την τριακοστή επέτειο της στρατιωτικής επέμβασης του 1980. Μέλλει να δούμε εάν η λαϊκή ετυμηγορία που θα αποφανθεί το φθινόπωρο για το πακέτο αναθεώρησης, θα σημάνει την «ανατροπή» του κατεστημένου στη γείτονα. Σε κάθε περίπτωση, όμως, ο δρόμος που έχει να διανύσει ακόμη η γείτων για να πετύχει τον πλήρη εκδημοκρατισμό της, παρά τις όποιες προσπάθειες απ' όπου κι αν προέρχονται, φαντάζει μακρύς και δύσβατος.

Κ. Βοσπορίτης, ο νεώτερος

Το Παρόν της Κυριακής - 11/7/2010

Για περισσότερα...

7/7/10

Επικαλούμενη την προστασία των Στενών και στοχεύοντας στον πετρελαιαγωγό



Πρόσθετα μέτρα ασφάλειας για τα δεξαμενόπλοια που διέρχονται από τα Στενά επιχειρεί να επιβάλει η ισλαμική κυβέρνηση του ΑΚΡ. Η αιφνιδιαστική αυτή κίνηση της Τουρκίας συνιστά προσπάθεια αντιπερισπασμού και ίσως και αντιποίνων για το αρνητικό κλίμα που έχει αρχίσει να διαμορφώνεται εις βάρος της στο διεθνές στερέωμα.

Εκμεταλλευόμενη στο έπακρο την ευμενή διεθνή συγκυρία για την προστασία του περιβάλλοντος, έτσι όπως αυτή διαμορφώθηκε μετά το ατύχημα σε πλωτή εξέδρα άντλησης πετρελαίου στον κόλπο του Μεξικού, η τουρκική διπλωματία έχει δραστηριοποιηθεί για την επιβολή νέων κανόνων διέλευσης από τα Στενά. Την εβδομάδα που πέρασε ο υπουργός Εξωτερικών, Αχμέτ Νταβούτογλου, συναντήθηκε με άλλα μέλη του Υπουργικού Συμβουλίου (Συγκοινωνιών Μπιναλί Γιλντιρίμ, Ενέργειας και Φυσικών Πόρων Τανέρ Γιλντίζ και Περιβάλλοντος Βεϊσέλ Έρογλου) για να συζητήσουν θέματα που άπτονται της «ασφαλούς διέλευσης από τα Στενά και των περιβαλλοντικών παραγόντων». Στη συνεδρίαση αποφασίστηκε να ληφθούν αμέσως μέτρα για τη ρύθμιση της κυκλοφορίας στα Στενά. Το πακέτο μέτρων που προτίθεται να λάβει η κυβέρνηση περιλαμβάνει εκτός των άλλων την ανακήρυξη των Στενών σε περιοχή ύψιστης περιβαλλοντικής σημασίας, ανακήρυξη που θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί κατόπιν απόφασης του Διεθνούς Οργανισμού Ναυτιλίας, και περιορισμούς στα πλοία με σημαίες που δεν τηρούν τις απαιτούμενες προδιαγραφές.

Ο αρχηγός της τουρκικής διπλωματίας γνωρίζει, βέβαια, ότι το καθεστώς των Στενών διέπεται από διεθνείς συνθήκες, οι οποίες εξακολουθούν να παραμένουν σε ισχύ για τις τελευταίες περίπου επτά δεκαετίες. Αναγνωρίζοντας, λοιπόν, το γεγονός ότι η Συνθήκη του Μοντρέ αποτελεί μια στέρεη βάση, ο Νταβούτογλου ζήτησε να ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα που θα λαμβάνουν υπόψη τόσο τα διεθνή συμφέροντα της Τουρκίας όσο και τα εμπορικά και ενεργειακά συμφέροντα και τις πολιτισμικές αξίες των παράκτιων κρατών. Καθώς, όμως, ο υπουργός γνωρίζει ότι οι πιθανότητες αναθεώρησης της Συνθήκης είναι σχεδόν ανύπαρκτες -ή ότι δεν έχει τις επαρκείς ενδείξεις για τη διατήρηση τουλάχιστον των υφιστάμενων προνομίων σε περίπτωση σύγκλησης αναθεωρητικής διάσκεψης- φαίνεται ότι έχει επιλέξει την οδό της έμμεσης «αναθεώρησης»: Συμφωνία κυρίων με τις πολυεθνικές και ισχυρές εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον τομέα της πετρελαϊκής βιομηχανίας και τα δεξαμενόπλοιά τους διέρχονται καθημερινά τα Στενά.

Λίγες μέρες μετά πραγματοποιήθηκε στην Κωνσταντινούπολη συνάντηση μεταξύ της ισλαμικής κυβέρνησης του ΑΚΡ και εκπροσώπων των μεγαλύτερων πετρελαϊκών εταιρειών, όπως ΒΡ, Chevron, Eni, Exxonmobil, Shell, Lukoil, Total κ.ά., για να συζητηθεί το θέμα της λήψης μέτρων για την προστασία των Στενών. Η κυβέρνηση του ΑΚΡ εκπροσωπήθηκε από τον υπουργό Ενέργειας Τανέρ Γιλντίζ, τον υπουργό Περιβάλλοντος και Δασικής Προστασίας Βεϊσέλ Έρογλου και ανώτατους αξιωματούχους του υπουργείου Εξωτερικών, Περιβάλλοντος κ.ά. Στην εν λόγω συνάντηση η ισλαμική κυβέρνηση φέρεται να έχει προτείνει στις πετρελαϊκές εταιρείες να αποδεχτούν οικειοθελώς δέσμη αρχών για την προστασία των Στενών. Σε διαφορετική περίπτωση η ισλαμική κυβέρνηση απείλησε ότι θα αναγκαστεί να υιοθετήσει μονομερώς μέτρα προστασίας. Το κείμενο που προτάθηκε στις εταιρείες περιλαμβάνει τα εξής σημεία: α) Οι εταιρείες αναγνωρίζουν ότι η γεωγραφία και οι κλιματικές συνθήκες που επικρατούν στην περιοχή θέτουν θέμα ασφάλειας στη διέλευση των δεξαμενόπλοιων από τα Στενά. β) Ότι η ροή ενέργειας είναι ζωτικής σημασίας για την οικονομία και την ασφάλεια τόσο των χωρών που καταναλώνουν ενέργεια όσο και εκείνων που την παράγουν. γ) Οι εταιρείες εκτιμούν τις διεθνείς εμπορικές πράξεις που προβλέπουν κοινή διοίκηση και ανάληψη αστικής ευθύνης. δ) Σημειώνουν ότι η Κωνσταντινούπολη συμπεριλαμβάνεται στη λίστα των πολιτισμικών μνημείων της UNESCO και ότι αναγνωρίζουν τις προσπάθειες της διεθνούς κοινότητας για την προστασία της. ε) Υπενθυμίζουν ότι τα Στενά έγιναν μάρτυρες σημαντικών ατυχημάτων που έθεσαν σε κίνδυνο την πολιτισμική κληρονομιά. στ) Δέχονται το τουρκικό σύστημα διαχείρισης για την ασφαλή διέλευση των Στενών, καθώς και τα μέτρα ασφάλειας που ελήφθησαν. Οι πετρελαϊκές εταιρείες, φυσικά, και αρνήθηκαν να υιοθετήσουν ένα τέτοιο κείμενο.

Από τα παραπάνω προκύπτει ότι η βεβιασμένη αυτή κίνηση της Άγκυρας να θέσει υπό πίεση τις μεγάλες πετρελαϊκές εταιρείες, τα δεξαμενόπλοια των οποίων διαπλέουν τα Στενά καθημερινά, κατά πάσα πιθανότητα οφείλεται στις ανησυχίες της για την έκβαση του πετρελαιαγωγού Σαμψούντας-Τζεϊχάν, ο οποίος θα διασχίζει τη Μικρά Ασία από Βορρά προς Νότο, καθώς οι εργασίες κατασκευής του τελούν υπό καθεστώς αβεβαιότητας. Όλες οι ενδείξεις συνηγορούν στο ότι η Άγκυρα, εκμεταλλευόμενη τις διεθνείς συγκυρίες, επιχείρησε να ασκήσει πίεση στη διεθνή κοινότητα, και πρωτίστως τις ΗΠΑ, μέσω των πετρελαϊκών εταιρειών για δύο λόγους: Αφενός για να ισχυροποιηθεί ο ρόλος της στα Στενά και αφετέρου για να επισπευθεί η κατασκευή του πετρελαιαγωγού Σαμψούντας-Τζεϊχάν. Η επιτυχία ή μη ενός εκ των δύο στόχων θα αποδείξει και την πραγματική ισχύ και θέση της χώρας στο διεθνές στερέωμα. Προς το παρόν η Άγκυρα δυσανασχετεί για την περαιτέρω ψύχρανση των σχέσεών της με τις ΗΠΑ και τους συμμάχους της στην περιοχή.

Κ. Βοσπορίτης, ο νεώτερος

Tο Παρόν της Κυριακής - 4/7/2010


Για περισσότερα...